Τρέχουν στο ΥΠΟΙΚ για την επόμενη αξιολόγηση
Στο υπουργείο Οικονομικών προετοιμάζονται πυρετωδώς για την 4η μεταμνημονιακή αξιολόγηση, η οποία θα ξεκινήσει μετά τη συνεδρίαση της Ευρωομάδας την 13η Σεπτεμβρίου (τα τεχνικά κλιμάκια αναμένονται στην Αθήνα στις 16 Σεπτεμβρίου και οι επικεφαλής στις 23 του ίδιου μηνός), και για τη διαμόρφωση του μεγάλου φορολογικού νομοσχεδίου το φθινόπωρο.
Πρόκειται για έναν ευρύτερο σχεδιασμό με ορίζοντα περίπου τεσσάρων μηνών έως το τέλος του έτους, ο οποίος περιλαμβάνει συγκεκριμένα βήματα.
Βασικός στόχος είναι να ολοκληρωθεί η 4η αξιολόγηση το αργότερο έως τα μέσα Νοεμβρίου, προκειμένου να εκταμιευθεί η δεύτερη δόση περίπου 640 εκατ. ευρώ από τα SMP & ANFA (επιστροφές κερδών από ελληνικά ομόλογα που διακρατούν οι κεντρικές τράπεζες στην ευρωζώνη).
Βασικό στοιχείο της συγκεκριμένης αξιολόγησης αναμένεται να είναι η κάλυψη περίπου 15 προαπαιτούμενων, κυρίαρχη θέση στα οποία κατέχουν οι αποκρατικοποιήσεις (πώληση του 30% του «Ελ. Βενιζέλος», πώληση του ποσοστού στα ΕΛΠΕ, ΔΕΗ και έναρξη της επένδυσης στο Ελληνικό). Παράλληλα, οι θεσμοί αναμένεται να εξετάσουν την πορεία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες, την εισπραξιμότητα στη ρύθμιση των 120 δόσεων (διαδραματίζει ρόλο και για το εύρος των δημοσιονομικών περιθωρίων), καθώς και το πώς προχωρά το σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων μέσω εταιρείας ειδικού σκοπού (APS).
Κομβικό σημείο της κυβερνητικής πολιτικής είναι να «κλειδώσει» το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Εκτιμάται ότι έως το τέλος Αυγούστου θα έχει ολοκληρωθεί το σκέλος των αναπτυξιακών παρεμβάσεων του νομοσχεδίου με την πλήρη κοστολόγηση τους. Για το σκέλος των μειώσεων των φορολογικών συντελεστών, οι κινήσεις, αναφέρουν οι πληροφορίες, θα σταθμιστούν προσεκτικά και σε συνεννόηση με τους θεσμούς προκειμένου να εξασφαλιστούν τα μέγιστα δυνατά δημοσιονομικά περιθώρια.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι η κατάρτιση του νέου Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής και το πότε αυτό θα κατατεθεί στη Βουλή. Η άμεση κατάθεσή του θα σημαίνει ότι οι προβλέψεις του αναγκαστικά να στηριχθούν κυρίως σε πρόδρομους δείκτες και όχι σε πραγματικά στοιχεία για την πορεία της οικονομίας. Ανοικτό είναι έτσι το ενδεχόμενο να μετατεθεί, σε συνεννόηση με τους θεσμούς, για τον Μάιο 2020, οπότε και θα υπάρχουν επαρκέστερα και ακριβέστερα στοιχεία για την πορεία βασικών μεγεθών, όπως είναι η ανάπτυξη, η ροή των φορολογικών εσόδων, αλλά και η πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Το οικονομικό επιτελείο βρίσκεται, παράλληλα, σε επιφυλακή για πέντε ζητήματα που ενδέχεται να αποτελέσουν εστίες δημοσιονομικού κινδύνου. Πρόκειται για τις εκκρεμείς δικαστικές αποφάσεις για τα αναδρομικά, την επιτυχία της νέας ρύθμισης των 120 δόσεων, τη δυναμική ανάκαμψης των εξαγωγών, τη στασιμότητα ή/και την επιβράδυνση της οικονομίας της ευρωζώνης, καθώς και τα περίπου 150 εκατ. ευρώ για τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (το κόστος για την ηλεκτροδότηση νησιών και ευπαθών ομάδων) που πρέπει να καταβάλλει το υπουργείο Οικονομικών στη ΔΕΗ. Ωστόσο, όπως σχολιάζουν αξιωματούχοι, υπάρχουν τρεις εξελίξεις που αποπνέουν αισιοδοξία για το μακροοικονομικό πεδίο και την εκτέλεση του προϋπολογισμού. Αυτές αφορούν στη θετική πορεία πρόδρομων μακροοικονομικών δεικτών και στην υπέρβαση του στόχου για τα φορολογικά έσοδα τον Ιούλιο, αλλά και στα νεότερα στοιχεία που δείχνουν ότι άρχισε να «φουντώνει» το ενδιαφέρον των φορολογούμενων για τη ρύθμιση στην εφορία.