Σύννεφα πάνω κι από την ελληνική οικονομία
Η επέκταση της ελληνικής οικονομίας με ρυθμούς 1,3% στο πρώτο τρίμηνο αναμφίβολα προκάλεσε ένα μούδιασμα, καθώς μπορεί να διατηρεί το ΑΕΠ σε θετική τροχιά, ωστόσο για να ξεκολλήσει από το τέλμα της δεκαετούς κρίσης και να ανακτήσει το ταχύτερο δυνατόν τις απώλειες, χρειάζεται ένα ισχυρό θετικό σοκ. Το πρόβλημα είναι ότι η επιβράδυνση στην οποία βυθίζεται η υπόλοιπη Ευρώπη, έχει αρχίσει να επηρεάζει και την Ελλάδα.
Δύο είναι οι δείκτες που προβληματίζουν. Κατ’ αρχάς ο πληθωρισμός. Όπως επισημαίνεται στην Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, ο πληθωρισμός ανήλθε στο 0,2% τον Ιούνιο, όντας μειωμένος σε σχέση με τον Ιούνιο του 2018 (1%), αλλά και σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (0,6%). Επιπλέον, ο «πυρήνας» του πληθωρισμού, ο δομικός πληθωρισμός όπου δεν περιλαμβάνονται οι τιμές των καυσίμων και των οπωροκηπευτικών, παραμένει ιδιαίτερα χαμηλός, μόλις στο 0,3%. Τι σημαίνει πρακτικά αυτή η κάμψη αυτή του πληθωρισμού; Πιθανή επιβράδυνση στη δυναμικότητα της ελληνικής οικονομίας. Σημειωτέον ότι στην Ευρωζώνη, που έχει ήδη τεθεί σε κατάσταση συναγερμού, τόσο ο εναρμονισμένος δείκτης όσο και ο «πυρήνας» ήταν στο 1,3% τον Ιούνιο.
Δεύτερος δείκτης είναι οι εξαγωγές, όπως αυτές επηρεάζουν όχι μόνο το ΑΕΠ αλλά και το Ισοζύγιο Πληρωμών. Στο πεντάμηνο, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών παρουσιάζει οριακή επιδείνωση κατά 124 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2018 αλλά αυτό είναι το λιγότερο σε ένα περιβάλλον επιβράδυνσης. Αυτό που «καίει» είναι η επιβράδυνση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (6,1% το 2019 έναντι 10,7% το 2018), ενώ η ζημιά στο Ισοζύγιο περιορίζεται επειδή επιβραδύνεται και ο ρυθμός αύξησης των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (7,8% το 2019 έναντι 9,9% το 2018).
Θα μπορούσε, φυσικά, να μείνει κανείς στα θετικά νέα π.χ. στην αύξηση των επενδύσεων κατά 7,9% (μετά από μια απογοητευτική μείωση κατά 26,5% στο τέλος του 2018) ή στην άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης, ωστόσο δεν μπορεί να παραγνωρίσει τις συνεχείς αναθεωρήσεις προς τα κάτω των προβλέψεων της Κομισιόν, που ήδη έχει θέσει τον πήχη για φέτος στο 2,1%, ενώ υπάρχουν εκτιμήσεις για ρυθμούς ανάλογους με πέρσι, δηλαδή κάτω από το 1,9%.
Το πρόβλημα είναι ότι ενώ στην Ευρώπη περιμένουν τις αποφάσεις της ΕΚΤ για ένα νέο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης, για μια νέα γερή ένεση φτηνού χρήματος, η Ελλάδα θα μείνει για μια ακόμα φορά εκτός νυμφώνος, αφού παραμένει μακριά από την επενδυτική βαθμίδα. Με αυτό το δεδομένο, πέρα από το μεταρρυθμιστικό σοκ που επιδιώκει η κυβέρνηση προκειμένου να προσελκύσει ξένα κεφάλαια, χαρακτηρίζεται καίριας σημασίας η υποβοήθηση της ανάπτυξης με λιγότερη λιτότητα, κοινώς με χαμηλότερα πλεονάσματα…