Ποιος μήνας θα κρίνει τις φοροελαφρύνσεις του 2020
Διφορούμενα είναι τα σημάδια για το πως θα αντιμετωπίσουν οι θεσμοί τις ελαφρύνσεις που σχεδιάζει να ενσωματώσει η κυβέρνηση στον Προϋπολογισμό του 2020, ένα μόλις μήνα πριν ξεκινήσουν οι επίσημες διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους τεχνοκράτες.
Το θετικό στοιχείο είναι η έως τώρα ανταπόκριση της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας στον οικονομικό σχεδιασμό της Αθήνας. Από την άλλη, όμως, εάν δεν βγαίνουν τα νούμερα, τότε οι Ευρωπαίοι αποκλείεται να γίνουν ξαφνικά γενναιόδωροι. Τα πράγματα ενδεχομένως, μάλιστα, να γίνουν λίγο πιο περίπλοκα, από τη στιγμή που αλλάζουν οι επικεφαλής στα κλιμάκια της Κομισιόν και του ESM, χωρίς να έχει γίνει αλλαγή φρουράς στα κρίσιμα πόστα των Βρυξελλών.
Το πρώτο κρας-τεστ θα γίνει στις 5 Σεπτεμβρίου, στη συνεδρίαση του Euroworking Group. Στο μεσοδιάστημα, το υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να αποστέλει πληροφορίες, διευκρινίσεις και στοιχεία στους Θεσμούς, για το φορολογικό νομοσχέδιο, το οποίο θα συνοδεύσει τον Προϋπολογισμό, έτσι ώστε να μην υπάρχουν «γκρίζες» ζώνες. «Δεν θα υπάρξει ο παραμικρός αιφνιδιασμός» σημειώνουν ελληνικές πηγές.
Στις 16 Σεπτεμβρίου αναμένεται να ξεκινήσει η 4η αξιολόγηση από τους Θεσμούς, ενώ το κρίσιμο crash test θα γίνει στο Euroworking Group της 26ης Σεπτεμβρίου, όπου θα συζητηθούν τα συμπεράσματα της αξιολόγησης. Στις 7 Οκτωβρίου, το ελληνικό ζήτημα θα συζητηθεί στο Eurogroup, ενώ την ίδια ημέρα θα φτάνει στη Βουλή το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, ο οποίος θα έχει «χτιστεί» πάνω στη δέσμευση για πλεόνασμα 3,5%, ανεξαρτήτως του τι θα μπορούσε να συμβεί στη διάρκεια των επόμενων μηνών.
Το πραγματικό στοίχημα για το 2020, είναι να «χωρέσει» ελαφρύνσεις, με ένα κόστος που μπορεί να ξεπερνά τα 1,7 δισ ευρώ, χωρίς να «πειράξει», μάλιστα, το αφορολόγητο. Το υπουργείο Οικονομικών κρατά πολύ χαμηλά τους τόνους, γνωρίζοντας ότι οι διαβουλεύσεις από εδώ και πέρα απαιτούν χειρουργικού τύπου χειρισμούς. Η άλλη πλευρά, κρατά επί του παρόντος κλειστά τα χαρτιά της, αναμένοντας- ως συνήθως- τα νούμερα, κοινώς τι θέλει να φέρει η ελληνική πλευρά, πόσο κοστίζει και πάνω απ’ όλα αν «χωράει» στον επόμενο Προϋπολογισμό, ο οποίος ήδη «κουβαλάει» από φέτος την πρώτη μείωση του ΕΝΦΙΑ, τη μείωση του ΦΠΑ σε προϊόντα που μεταφέρθηκαν στο χαμηλότερο συντελεστή, την αποκαλούμενη «13η σύνταξη», ενώ αδιαπραγμάτευτη χαρακτηρίζεται από την κυβέρνηση η εφαρμογή μειωμένων συντελεστών- από το 29% στο 24%- για τις επιχειρήσεις. Άγνωστος «Χ» παραμένει η δημοσιονομική επίπτωση από τις 120 δόσεις.
Υπάρχει διάθεση από τους Ευρωπαίους να υποστηρίξουν μια αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής; Κατ’ αρχήν, ναι. Η ιδέα της μείωσης των φορολογικών βαρών για επιχειρήσεις και νοικοκυριά ταιριάζει στο σκεπτικό των ξένων τεχνοκρατών, καθώς θεωρείται ότι με αυτόν τον τρόπο υποβοηθείται η ανάπτυξη. Ωστόσο, υπάρχει πάντα ο περιορισμός των πλεονασμάτων που δεσμεύουν τη χώρα και συνδέονται με τις παραδοχές για τη βιωσιμότητα του Χρέους.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ο ESM ετοιμάζεται να αναθεωρήσει τις εκτιμήσεις του για τα επιτόκια αναχρηματοδότησης του Χρέους, καθώς το ράλι στις αγορές ομολόγων και η προοπτική διατήρησης χαμηλών επιτοκίων για τουλάχιστον 12 μήνες ακόμα, ακυρώνει εκ των πραγμάτων τις παραδοχές για επιτόκια στα επίπεδα του… 5%. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα κι αν αυτή η κίνηση ανοίγει διάπλατα το δρόμο για ανάλογη αναπροσαρμογή των παραδοχών για τα πλεονάσματα, έως ότου ολοκληρωθεί αυτή η- μάλλον πολύμηνη κι επίπονη πολιτικά- διαδικασία, οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες θα παραμένουν «κολλημένοι» στους ισχύοντες κανόνες και υπολογισμούς…