Τα έργα διαχείρισης απορριμάτων και η επόμενη κυβέρνηση
Το μείζον ζήτημα της υλοποίησης έργων για την ολοκληρωμένη διαχείριση απορριμμάτων στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη θα αποτελέσει μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση η οποία θα προκύψει από την εκλογική αναμέτρηση του Ιουλίου.
Η κατάσταση στην Αττική σε ό,τι αφορά τη διαχείριση απορριμμάτων είναι άκρως ανησυχητική, δεδομένου πως τα τελευταία πέντε χρόνια δεν έχει ολοκληρωθεί κανένα έργο εκτός από το χώρο υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ) στο Γραμματικό, ο οποίος με χωρητικότητα 23.000 τόνων το έτος αποτελεί μόλις μία από τις πολλές υποδομές που απαιτούνται.
Η αναμενόμενη διακοπή λειτουργίας του ΧΥΤΑ στη Φυλή στο τέλος του 2020 κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη υλοποίησης μεγάλων έργων για τη διαχείριση απορριμμάτων, τα οποία μόνο για την περιοχή της Αττικής εκτιμάται πως θα ανέλθουν σε τουλάχιστον 150 εκατομμύρια ευρώ.
Το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει περίπου το 10% του κόστους των επενδύσεων που θα πρέπει να γίνουν την επόμενη δεκαετία, προκειμένου η Ελλάδα να επιτύχει τους στόχους που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2030.
Η Ελλάδα έχει ήδη χάσει τον στόχο για το 2020, σύμφωνα με τον οποίο τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανακυκλώνουν το 50% των δημοτικών απορριμμάτων, καθώς τώρα το 80% καταλήγει σε χωματερές και μόλις το 19% ανακυκλώνεται.
Ο στόχος για το 2030 είναι ακόμα πιο φιλόδοξος. Προβλέπει την ανακύκλωση του 65% των δημοτικών απορριμμάτων και του 75% των απορριμμάτων συσκευασίας (πλαστικές σακούλες, συσκευασίες φαγητού, κτλ) ενώ μόλις το 10% των σκουπιδιών θα πρέπει να καταλήγει σε χώρους ταφής.
Ο σχεδιασμός του αρμόδιου φορέα για τη διαχείριση στερεών αποβλήτων στην Αττική (ΕΔΣΝΑ) προβλέπει την κατασκευή τριών νέων μονάδων επεξεργασίας απορριμμάτων, μίας νέας μονάδας κομποστοποίησης, δύο ΧΥΤΥ και την αναβάθμιση υφιστάμενων υποδομών, όπως το εργοστάσιο μηχανικής ανακύκλωσης και κομποστοποίησης στη Φυλή.
Ενέργεια από σκουπίδια
Σύμφωνα με πηγές από τη ΝΔ είναι απολύτως αναγκαία η κατασκευή δύο εργοστασίων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, τα οποία θα παράγουν ενέργεια από απορρίμματα.
Κατά τις ίδιες πηγές, τα έργα αυτά μπορεί να υλοποιηθούν με ΣΔΙΤ όπως συνέβη πρόσφατα με παρόμοιες μονάδες στο Βελιγράδι και το Πόζναν της Πολωνίας. Στις δύο αυτές πόλεις κατασκευάστηκαν εργοστάσια επεξεργασίας απορριμμάτων, τα οποία λειτουργούν ταυτόχρονα και σαν μονάδες παραγωγής ενέργειας.
Τα έργα χρηματοδοτήθηκαν σε ποσοστό 50% από ευρωπαϊκά κονδύλια που διαχειρίζονται οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό εξασφαλίστηκε μέσω τραπεζικού δανεισμού. Και στις δύο περιπτώσεις η χρονική διάρκεια παραχώρησης ανέρχεται σε 20 έτη και στη συνέχεια επιστρέφονται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης.
Οι ιδιώτες που συμπράττουν με το Δημόσιο έχουν έσοδα από το τέλος εισόδου (gate fee) που καταβάλλουν τα απορριμματοφόρα των δήμων και την πώληση ενέργειας και ανακυκλώσιμων υλικών.
Τα οφέλη της παραγωγή ενέργειας από απορρίμματα μπορεί να είναι μεγάλα. Για παράδειγμα στην Αττική παράγονται ετησίως δύο εκατομμύρια τόνοι οικιακών αποβλήτων. Από την επεξεργασία με τη μέθοδο της πυρόλυσης του 25% των οικιακών αποβλήτων της Αττικής μπορεί να παραχθεί ρεύμα που θα καλύπτει τις ετήσιες ανάγκες μίας μικρής πόλης, όπως της Ελευσίνας.
Η μοναδική μονάδα επεξεργασίας απορριμμάτων που παράγει ενέργεια είναι εκείνη της Ηπείρου, η οποία ξεκίνησε τη λειτουργία της με μεγάλη καθυστέρηση πριν λίγους μήνες.
Η παραγόμενη ενέργεια ανέρχεται σε περίπου 12 MW το χρόνο και καλύπτει τις ανάγκες 3.000 οικογενειών ετησίως, ενώ προκύπτει εξοικονόμηση 12.000 διοξειδίου του άνθρακα σε ετήσια βάση.