Ανάλυση - σοκ από την Κομισιόν για τη βιωσιμότητα του χρέους

Φωτό: Shutterstock

Η μία ανάγνωση, «σκαλίζοντας» κανείς τη μερική επικαιροποίηση της Ανάλυσης Βιωσιμότητας Χρέους από την Κομισιόν, είναι ότι κατακεραυνώνει την κυβέρνηση για τις πρόσφατες προεκλογικές παροχές και τα σχέδια επί χάρτου για by pass στους στόχους των πλεονασμάτων. Η δεύτερη ανάγνωση είναι ότι στέλνει μήνυμα και στην επόμενη κυβέρνηση πως αν πέσουν τα πλεονάσματα κάτω από το 3,5%, θα «εκραγεί» το Χρέος.

Διαβάζοντας κανείς τις μόλις δύο παραγράφους για τη Βιωσιμότητα του Χρέους, αντιλαμβάνεται εύκολα ότι οι Βρυξέλλες δεν έχουν την παραμικρή όρεξη να ξανανοίξουν τη συζήτηση για το ελληνικό Χρέος μετά από τόσες διενέξεις, ειδικά στην παρούσα φάση όπου όλα είναι ρευστά, ετοιμάζονται αλλαγές προσώπων σε όλα τα θεσμικά όργανα, ο κίνδυνος ενός άτακτου Brexit θεριεύει, το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών στη Γερμανία έχει γίνει πιο ορατό και η Ιταλία απειλεί τη συνοχή της Ευρωζώνης με πρακτικές παράλληλων νομισμάτων.

Είναι, άλλωστε, ενδεικτικό ότι το σχέδιο που περιέγραψε ο Πρωθυπουργός στο Ζάππειο για χαμήλωμα των πλεονασμάτων στο 2,5% με εγγύηση 5,5 δις ευρώ από το «μαξιλάρι», παραπέμπεται με συνοπτικές διαδικασίες- και αρκετή «ξινίλα»- στο Eurogroup ως το πλέον αρμόδιο όργανο, με τη σημείωση ότι αυτή η συζήτηση θα πρέπει να γίνει στη βάση μιας αναθεωρημένης ανάλυσης για τη βιωσιμότητα του χρέους.

Μπαίνοντας στην ουσία, συναντά, όμως, κανείς αφενός τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν οι παροχές που αβασάνιστα προώθησε η κυβέρνηση αφετέρου τη δυσκολία που θα έχει ο σχεδιασμός και της Ν.Δ. για επαναδιαπραγμάτευση των πλεονασμάτων ως το 2023.

Τι «βλέπει» η Κομισιόν, χωρίς να έχει ενσωματώσει στους υπολογισμούς της αυτές τις παροχές, κάτι που θα γίνει το Φθινόπωρο; Ότι αν το πλεόνασμα είναι χαμηλότερο κατά 1 ποσοστιαία μονάδα από το 3,5% στο διάστημα 2019- 2022, τότε αυτό συνεπάγεται υψηλότερο Χρέος άνω των 25 ποσοστιαίων μονάδων ως το 2060, γεγονός θα απαιτήσει πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα ή νέα μέτρα ελάφρυνσης από τους δανειστές.

Στο βασικό σενάριο, που στηρίζεται στη συμμόρφωση με τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα και στην πλήρη εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το Χρέος (επιστροφή κερδών Ευρωσυστήματος, κατάργηση της ποινής επιτοκίου στα δάνεια για την επαναγορά του 2012), το Χρέος παραμένει σε ένα καθοδικό μονοπάτι αλλά παραμένει σε επίπεδα υψηλότερα του 100% του ΑΕΠ έως το 2048. Στην τεχνική επικαιροποίηση, το αρνητικό σενάριο δείχνει ότι το Χρέος αρχίζει και πάλι να αυξάνεται από τα μέσα του 2030.

Στο βασικό σενάριο, οι καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας παραμένουν σε επίπεδα χαμηλότερα του 10% του ΑΕΠ έως το 2032, ενώ στη συνέχεια αυξάνονται αργά αλλά παραμένουν στα επίπεδα του 17% του ΑΕΠ. Στο δυσμενές σενάριο, οι καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες φτάνουν το 20% του ΑΕΠ το 2041 και αυξάνονται περαιτέρω στη συνέχεια.

ΣΧΕΤΙΚΑ