Σύγκρουση με το Eurogroup μετά τις ευρωεκλογές

Φωτογραφία: Shutterstock

Μπροστά στον κίνδυνο επιβολής «κυρώσεων» από το Eurogroup, που θα επιδεινώσουν σοβαρά τη θέση της χώρας έναντι των αγορών, θα βρεθεί η κυβέρνηση αμέσως μετά τις ευρωεκλογές, καθώς το σχέδιο «ελαστικοποίησης» του στόχου για το πλεόνασμα, που παρουσιάσθηκε την περασμένη Δευτέρα από τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Οικονομικών, κρίνεται από την Κομισιόν ως εντελώς ασύμβατο με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Αθήνα.

Στην «φτωχή», λόγω των επερχόμενων ευρωεκλογών, ατζέντα της συνεδρίασης του Eurogroup της ερχόμενης Πέμπτης, 16 Μαΐου, δεν έχει εγγραφεί η γνωστή αναφορά σε ενημέρωση για το “state of play” (κατάσταση πραγμάτων) στην Ελλάδα, ούτε και πρόκειται να γίνει, σύμφωνα με πληροφορίες, κάποια αλλαγή μέσα στα επόμενα 24ωρα, ώστε να ενημερωθούν οι υπουργοί Οικονομικών για την Ελλάδα.

Επίσημα, οι αξιωματούχοι της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ενημερώθηκαν για τις παροχές και ελαφρύνσεις Τσίπρα, αλλά και για το σχέδιο «ελαστικοποίησης» του στόχου για το πλεόνασμα μόλις την Τετάρτη, αφού ήδη είχαν γίνει οι σχετικές ανακοινώσεις από την ελληνική πλευρά. Έτσι, η πολιτικά δύσκολη συζήτηση για αυτά τα σχέδια δεν θα γίνει τώρα, αλλά αμέσως μετά τις ευρωεκλογές, ώστε να αποφευχθούν και οι ανεπιθύμητοι πολιτικοί κραδασμοί.

Σύμφωνα με πληροφορίες, όμως, στη συνεδρίαση του Eurogroup, στις 13 Ιουνίου, το πολιτικό κλίμα για την Ελλάδα θα είναι πολύ βαρύ, εάν ως τότε δεν έχει σημειωθεί μια δραματική αναδίπλωση της κυβέρνησης, που θα επαναφέρει το… σκάφος στην πορεία που έχει χαραχθεί με τη συμφωνία του Ιουνίου 2018 για την έξοδο από το μνημόνιο.

Η Κομισιόν, που θα υποβάλει στο Euro Working Group στις αρχές Ιουνίου την έκθεσή της για την Ελλάδα, στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής επιτήρησης, έχει ήδη σχηματίσει την πεποίθηση ότι:

  1. Οι αλλαγές στο μείγμα της οικονομικής πολιτικής για τα έτη 2019 – 2020, που περιλαμβάνουν την ακύρωση της μείωσης του αφορολόγητου ορίου και σειρά παροχών και ελαφρύνσεων, θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την επίτευξη του στόχου για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2021, ένα στόχο που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του μεταμνημονιακού προγράμματος της Ελλάδας, στη βάση του οποίου έγινε δεκτή από τους Ευρωπαίους και η ελάφρυνση του χρέους. Η απόκλιση από τον ετήσιο στόχο υπολογίζεται ότι δεν θα είναι μικρή, αλλά θα φθάνει ή και θα ξεπερνά το 1% του ΑΕΠ ετησίως, χωρίς μάλιστα να υπολογίζονται οι πρόσθετοι κίνδυνοι που επισημάνθηκαν και στην εαρινή οικονομική έκθεση της Επιτροπής (επίπτωση από δικαστικές αποφάσεις κ.α.).
  2. Από την άλλη πλευρά, η Κομισιόν κρίνει ως εντελώς ασύμβατη με το πλαίσιο του προγράμματος τη «διορθωτική» λύση που προτείνεται από την κυβέρνηση. Δηλαδή, να «μπουν στην άκρη», σε ένα καταπιστευματικό λογαριασμό (escrow account), μακριά από τον έλεγχο της ελληνικής κυβέρνησης, συνολικά 5,55 δισ. ευρώ από το απόθεμα ρευστότητας του Ελληνικού Δημοσίου, ώστε να αποτελέσουν μια εγγύηση ότι η Ελλάδα θα μπορεί να εξυπηρετεί κανονικά το χρέος της. Σύμφωνα με τους κανόνες, όπως αυτοί ερμηνεύονται από την Κομισιόν, η ρευστότητα του Δημοσίου πρέπει να είναι εντελώς ανεξάρτητη από το αποτέλεσμα της ετήσιας δημοσιονομικής διαχείρισης, δηλαδή δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για να καλύπτονται δημοσιονομικά κενά, με τον τρόπο που προτείνει η Αθήνα. Άλλωστε, αν ανοίξει τέτοιο «παράθυρο», όλα τα κράτη – μέλη θα μπορούν να θέτουν δημοσιονομικούς στόχους και να τους αναιρούν κατά το δοκούν, στο βαθμό που έχουν επαρκή ρευστότητα στα ταμεία τους, κάτι που θα γελοιοποιούσε τις αυστηρές διαδικασίες ελέγχου των προϋπολογισμών από τις Βρυξέλλες και θα μείωνε την αξιοπιστία της ευρωζώνης έναντι των αγορών.

Αν υποτεθεί ότι, μπαίνοντας στην τελική ευθεία για τις εκλογές, η κυβέρνηση είναι πολιτικά δύσκολο να αναθεωρήσει όσα ανακοίνωσε, ή, ακόμη χειρότερα, να συμφωνήσει για διορθωτικά μέτρα που θα επαναφέρουν το πρωτογενές πλεόνασμα στο στόχο, η μόνη δυνατότητα που υπάρχει για να αποφευχθεί μια σύγκρουση είναι να αποδεχθεί το Eurogroup να ανοίξει τώρα τη συζήτηση που όλοι (και πρωτίστως οι Βόρειοι…) θέλουν να αποφύγουν: δηλαδή, μια διαπραγμάτευση για αλλαγή των στόχων της περιόδου ως και το 2021, που θα συνοδευθεί απαραιτήτως και από μια αναθεώρηση των υπολογισμών για τη βιωσιμότητα του χρέους προς το χειρότερο, κάτι που θα δημιουργούσε και την αναγκαιότητα να παρασχεθούν στην Ελλάδα νέα μέτρα ελάφρυνσης.

Οι πολιτικοί παρατηρητές στις Βρυξέλλες εκτιμούν ότι δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να ανοίξει τέτοια συζήτηση το Eurogroup σε αυτή την φάση, αλλά θα προτιμήσει να το κάνει όταν και αν θέσει το ζήτημα η επόμενη ελληνική κυβέρνηση. Ακόμη και τότε, όπως αναγνωρίζεται ακόμη και από την Νέα Δημοκρατία, που έχει θέσει το ζήτημα της αλλαγής των στόχων, δεν θα είναι μια εύκολη συζήτηση και, πιθανότατα, η νέα κυβέρνηση θα χρειασθεί να δώσει πρώτα δείγματα γραφής στην άσκηση σοβαρής οικονομικής πολιτικής.

Με αυτά τα δεδομένα, το πιθανότερο σενάριο για την εξέλιξη του Eurogroup, τον Ιούνιο, είναι ότι θα αφεθεί ανοικτή η τρίτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση και θα κληθεί η Ελλάδα να διορθώσει την πορεία της. Μέχρι να το κάνει, το Eurogroup θα σταματήσει την εφαρμογή των μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, από τα οποία λάβαμε ελαφρύνσεις αξίας 1 δισ. ευρώ μετά το πέρας της δεύτερης αξιολόγησης.

Το μήνυμα που θα λάβουν οι αγορές από τέτοιες εξελίξεις αναμφίβολα θα είναι αρνητικό και θα επηρεάσει σοβαρά τη διαπραγμάτευση των ελληνικών ομολόγων, δημιουργώντας μια αρκετά πιεστική κατάσταση για την κυβέρνηση. Δεν είναι τυχαίο, σε αυτό το πλαίσιο, ότι στους πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους της Αθήνας διακινούνται τα τελευταία 24ωρα σενάρια επιτάχυνσης των πολιτικών εξελίξεων με πρόωρες εθνικές εκλογές τον Ιούνιο…

ΣΧΕΤΙΚΑ