Moody’s: Θετική η πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ
Πιστωτική θετικά κρίνει η Moody’s την απόφαση της Ελλάδας να αποπληρώσει πιο σύντομα τα δάνεια προς το ΔΝΤ. Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, η κίνηση αυτή μειώνει τις δαπάνες σε τόκους της Ελλάδας και επεκτείνει το προφίλ ωρίμανσης του χρέους, στοιχεία που είναι θετικά για τη χώρα.
Τα δάνεια του ΔΝΤ αντιστοιχούν σε μόλις 2,6% του χρέους της Ελλάδας, αλλά οι δαπάνες για τόκους των συγκεκριμένων δανείων είναι σημαντικά υψηλότερες από ό,τι οι άλλες υποχρεώσεις, ιδιαίτερα αυτές από την ευρωζώνη, αλλά είναι επίσης υψηλότερες και από τις πρόσφατες εκδόσεις ομολόγων της Ελλάδας.
Επιπλέον, τα δάνεια του ΔΝΤ έχουν πολύ μικρότερο χρόνο ωρίμανσης από τα δάνεια από τον EFSF και του ESM. Η πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ θα επιμηκύνει το προφίλ ωρίμανσης του ελληνικού χρέους, το οποίο είναι ήδη αρκετά ευρύ λόγω των πολύ μακροπρόθεσμων όρων αποπληρωμής των δανείων της ευρωζώνης.
Η Ελλάδα θα αποπληρώσει τα 3,7 δισ. ευρώ τα οποία οφείλει στο ΔΝΤ, φέτος και στο επόμενο έτος. Το επιτόκιο για τα δάνεια αυτά είναι 5,13%, σε σχέση με το μέσο κόστος των δανείων προς το EFSF και τον ESM, που ανέρχεται στο 1,4%, και τα κουπόνια του 3,45% της πρόσφατης έκδοσης πενταετών ομολόγων και του 3,875% της έκδοσης του 10ετούς ομολόγου.
Με την πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ, η Ελλάδα αναμένει να εξοικονομήσει περίπου 150 εκατ. ευρώ ή περίπου 0,1% του ΑΕΠ και 2,4% των δαπανών για τόκους. Η Ελλάδα θα συνεχίσει να πρέπει να αποπληρώσει τα 1,3-2 δισ. ευρώ του ΔΝΤ για το διάστημα 2021-2023, και 284 εκατ. ευρώ το 2024.
Η χρηματοδότηση για την πρόωρη αποπληρωμή θα έρθει από το «μαξιλάρι» ρευστότητας, το οποίο διαμορφωνόταν στο τέλος του 2018 στα 27 δισ. ευρώ ή 14% του ΑΕΠ, και αυξήθηκαν από τα έσοδα της έκδοσης του ομολόγου των 5 δισ. ευρώ.
Η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, οι οποίες αποπλήρωσαν νωρίτερα το ΔΝΤ όταν βρισκόταν σε αρχικό στάδιο ανάκτησης της πλήρους πρόσβασης στην αγορά, όπως βρίσκεται τώρα η Ελλάδα, δημιούργησαν κλίμα εμπιστοσύνης με τους επενδυτές, χάρη στις πρόωρες αποπληρωμές.
Η πρόωρη αποπληρωμή υπόκειται στην έγκριση συγκεκριμένων χωρών της ευρωζώνης που πρέπει να παράσχουν το waiver.