Πώς ρυθμίζονται οι οφειλές στην εφορία
Στη Βουλή έχει κατατεθεί από το απόγευμα της Δευτέρας η ρύθμιση για τις 120 προς την εφορία με όλες τις εξαγγελθείσες από το υπουργείο Οικονομικών διατάξεις. Συγκεκριμένα, προβλέπονται τα εξής:
Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα με συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως 120 δόσεις, με την κάθε δόση να μην μπορεί όμως να είναι μικρότερη από 30 ευρώ.
Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) του οφειλέτη κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, με την εφαρμογή προοδευτικά κλιμακωτών συντελεστών.
Συγκεκριμένα ορίζονται συντελεστές για τμήμα εισοδήματος:
· από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),
· από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),
· από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),
· από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
· από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),
· από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
· από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),
· πάνω από 100.000 με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
Οι παραπάνω συντελεστές μειώνονται κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, κατά μία μονάδα για ένα παιδί, κατά δύο μονάδες για δύο παιδιά και κατά τρεις μονάδες για τρία παιδιά και πάνω.
Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης των 30 ευρώ.
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης των 30 ευρώ. Στην αίτηση υπαγωγής αναγράφονται το έτος ή τα έτη εντός της ανωτέρω πενταετίας για τα οποία ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης.
Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από τον φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα, ως εξής:
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 20% χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 15%,
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 30% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 25%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 40% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 35%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 50% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά45%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 60% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 55%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 70% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 75%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 80% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά85%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 90% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 90%
· σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 100%.
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.
Η μη καταβολή δύο συνεχόμενων δόσεων της ρύθμισης ή καθυστέρηση καταβολής των δύο τελευταίων δόσεών της για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα συνεπάγεται απώλεια της ρύθμισης με αποτέλεσμα την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής. Το ίδιο αποτέλεσμα παράγεται και στην περίπτωση όπου οι φορολογούμενοι δεν υποβάλλουν τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ' όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός 3 μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
Απώλεια της ρύθμισης προκύπτει επίσης εάν ο φορολογούμενος :
· δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος μέρους, εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
· υποπέσει σε παραβάσεις των περ. ι', ια', ιβ', ιε' ή ιστ' της παρ. 1 του άρθρου 54 ή της παρ. 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 καθ' υποτροπή. Ως υποτροπή νοείται η διαπίστωση με την έκδοση πράξης επιβολής προστίμου εκ νέου διάπραξης οποιοσδήποτε παράβασης εκ των ως άνω αναφερομένων από την ένταξη του φορολογούμενου στη ρύθμιση και εφεξής.