Κίνδυνος για νέο εκτροχιασμό του ΑΕΠ
Όταν καίγεται το σπίτι του γείτονα, προφανώς μπορεί η φωτιά να φτάσει και στο δικό σου σπίτι. Αυτό το αυτονόητο το υπουργείο Οικονομικών είτε άργησε να το καταλάβει είτε θεώρησε ότι θα το αποφύγει. Τελικά, μετά από αλλεπάλληλες αναθεωρήσεις επί τα χείρω των προβλέψεων για την οικονομία της Ευρωζώνης, το οικονομικό επιτελείο με βαριά καρδιά χαμήλωσε τον πήχη και του ελληνικού ΑΕΠ στο 2,3% (από 2,5%). Ωστόσο, είναι πολύ πιθανόν πως ούτε αυτή η αναθεώρηση είναι αρκετή.
Ξεψαχνίζοντας κανείς το Πρόγραμμα Σταθερότητας- το πρώτο που έστειλε η Ελλάδα στις Βρυξέλλες μετά από την περιπέτεια των Μνημονίων- πέρα από τις προβλέψεις για τα υπερπλεονάσματα των 5,5 δις, που θα αποτελέσουν τη βάση για τις σχεδιαζόμενες παροχές, θα βρεθεί αντιμέτωπος με δύο σενάρια, τα οποία αν επιβεβαιωθούν συνδυαστικά, τότε το φετινό ΑΕΠ θα είναι 0,34% χαμηλότερο ήτοι θα «καθίσει» πάλι κάτω από το 2%. Η εικόνα γίνεται πιο ζοφερή αν δει κανείς τι μπορεί να συμβεί σε ορίζοντα 4ετίας, καθώς το ελληνικό ΑΕΠ κινδυνεύει να «ψαλιδιστεί» πάνω από 1 ποσοστιαία μονάδα!
Ποια είναι αυτά τα σενάρια; Το πρώτο και πιο βάσιμο είναι οι επιπτώσεις από την περαιτέρω επιβράδυνση της ζήτησης στην Ευρώπη. Το σενάριο εργασίας του υπουργείου Οικονομικών είναι ότι αυτή η επιβράδυνση θα είναι της τάξης του 1,5% σωρευτικά στην 4ετία, αλλά μόλις 0,5% φέτος. Το «ροκάνισμα» του ελληνικού ΑΕΠ εκτιμάται σε 0,26%, κυρίως λόγω του πλήγματος (- 0,76%) που θα υποστούν οι εξαγωγές, αλλά και οι επενδύσεις (- 0,28%), οι οποίες καταβαραθρώθηκαν την περσινή χρονιά. Μόνο εξ αυτού του λόγου, το ελληνικό ΑΕΠ υπολογίζεται ότι θα χάσει 0,82% ως το 2022. Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι ότι το υπουργείο Οικονομικών εκτιμά πως η επίπτωση στον Προϋπολογισμό θα είναι οριακή, μόλις 0,1%.
Το δεύτερο σενάριο έχει να κάνει με το σοκ από ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων και συγκεκριμένα κατά 150 μονάδες βάσης ως το 2022. Η επίπτωση στο ελληνικό ΑΕΠ θα έρθει κυρίως μέσω της μείωσης των επενδύσεων, λόγω αυξημένου κόστους δανεισμού και δευτερευόντως μέσω πίεσης στην κατανάλωση. Συνολικά, το υπουργείο Οικονομικών «μετρά» αυτή την επίπτωση σε 0,24% ως το 2022, η οποία «διπλώνει» με τη συγκράτηση των επενδύσεων κατά 1,39% και της κατανάλωσης κατά 0,32%.
Υπάρχει, ωστόσο, ένας ακόμα κίνδυνος, που δεν έχει υπολογιστεί από το οικονομικό επιτελείο. Πρόκειται για τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου, που διέψευσαν τις περσινές εκτιμήσεις και όλα δείχνουν ότι θα συμβεί το ίδιο και φέτος. Το βασικό σενάριο εργασίας του Προγράμματος Σταθερότητας προβλέπει ότι η μέση τιμή του Brent θα είναι 65,5 δολάρια το βαρέλι, ωστόσο η τιμή του βρίσκεται στα 70 δολάρια, έχοντας ξεπεράσει τα 75 δολάρια πριν από μια εβδομάδα.