Μετρητά 16 δισ. ευρώ από τα στρώματα στις τράπεζες
Οι Έλληνες καταθέτες ανακτούν την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα, όσο εξασθενούν οι φόβοι για άτακτη έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη. Το φαινόμενο της αποθησαύρισης μετρητών σε στρώματα και άλλες... κρυψώνες περνά στο (κακό) παρελθόν και τα μετρητά βρίσκουν πλέον το δρόμο τους προς τα τραπεζικά καταστήματα, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Ο σταδιακός περιορισμός του χρήματος που κυκλοφορεί εκτός τραπεζικού συστήματος δεν είναι μόνο ένας στόχος τεχνικού/νομισματικού χαρακτήρα που ενδιαφέρει την κεντρική τράπεζα, για να λειτουργήσει καλύτερα το τραπεζικό σύστημα, αλλά έμμεσα επηρεάζει την καθημερινότητα όλων των συναλλασσόμενων στην ελληνική αγορά.
Όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, όσο παραμένει η νομισματική κυκλοφορία σε πολύ υψηλό ποσοστό του προϊόντος της οικονομίας, τόσο πιο δύσκολη (και δυνητικά επικίνδυνη) θα είναι η πλήρης κατάργηση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls), οι οποίοι δεν είναι τυχαίο ότι διατηρούνται στις συναλλαγές που αφορούν εξαγωγή χρήματος από τη χώρα.
Και τούτο διότι, όσο περισσότερα μετρητά κυκλοφορούν «ελεύθερα», εκτός τραπεζικού συστήματος, τόσο μεγαλύτεροι είναι και οι κίνδυνοι εκροής κεφαλαίων στο εξωτερικό, σε ενδεχόμενη, νέα αναταραχή στην ελληνική οικονομία.
Ενθαρρυντικό είναι, πάντως, ότι τη διετία 2017 – 2018, όσο εξασθενούσαν οι φόβοι για μια άτακτη έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, που ήταν ο βασικός λόγος για να αποθησαυρίζουν μετρητά τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, τόσο μειωνόταν και η νομισματική κυκλοφορία, ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Ενώ το 2016, στον απόηχο και των δραματικών γεγονότων του 2015, η νομισματική κυκλοφορία είχε φθάσει σχεδόν στο ένα τέταρτο του ΑΕΠ (24%), το 2017 το ποσοστό έπεσε στο 19% και το 2018 μειώθηκε σε 15%. Δηλαδή, η μείωση ξεπέρασε, σε απόλυτα μεγέθη, τα 16 δισ. ευρώ μέσα σε δύο χρόνια. Όμως, ακόμη και το ποσοστό του 15% θεωρείται υπερβολικά υψηλό, καθώς σε κανονικές συνθήκες η νομισματική κυκλοφορία που είναι απαραίτητη για τη λειτουργία της οικονομίας είναι γύρω στο 6% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (έκθεση διοικητή για το 2018),
- Στη διάρκεια του 2018 καταγράφηκαν σημαντικές εισροές τραπεζογραμματίων στο τραπεζικό σύστημα, όπως παρατηρήθηκε ανελλιπώς σχεδόν από το δεύτερο εξάμηνο του 2015 και μετά.
- Ειδικότερα, η μέση μηνιαία εισροή τραπεζογραμματίων στο τραπεζικό σύστημα διαμορφώθηκε σε 634 εκατ. ευρώ, έναντι 608 εκατ. ευρώ το 2017 και 427 εκατ. ευρώ το 2016.
- Κατά συνέπεια, η εγχώρια εκτιμώμενη νομισματική κυκλοφορία, ως ποσοστό του ΑΕΠ, έχει υποχωρήσει σημαντικά τα τελευταία τριάμισι έτη (2018: 15%, 2017: 19%, 2016: 24%), αλλά διατηρείται ακόμη σημαντικά υψηλότερη έναντι της περιόδου πριν από την εκδήλωση της ελληνικής κρίσης (2003-2008: 6%).
- Ειδικότερα κατά το 2018, οι μηνιαίες/τριμηνιαίες εισροές τραπεζογραμματίων στο τραπεζικό σύστημα ήταν κατά κανόνα υψηλότερες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ροές το 2017 στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του έτους, αλλά ελαφρά χαμηλότερες κατά το δεύτερο εξάμηνο.
Όπως εξηγεί η Τράπεζα της Ελλάδος, «η ζήτηση χρήματος σε φυσική μορφή έχει υποχωρήσει τα τελευταία έτη στην Ελλάδα παράλληλα με τον περιορισμό της αβεβαιότητας, η οποία ενίσχυε το κίνητρο για αποθησαυρισμό.
Ωστόσο, στην αυξημένη επιστροφή τραπεζογραμματίων και στην υποχώρηση της νομισματικής κυκλοφορίας εκτιμάται ότι έχουν συμβάλει σημαντικά και άλλοι παράγοντες, όπως η εξοικείωση με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών στις καθημερινές συναλλαγές (και αυτή μία συνέπεια της επιβολής περιορισμών στις τράπεζες στα μέσα του 2015) και η εισροή τραπεζογραμματίων από ξένους επισκέπτες στην Ελλάδα.
Στο προσεχές διάστημα η διασφάλιση της εμπιστοσύνης όσον αφορά τις προοπτικές της οικονομίας και τη φερεγγυότητα των ελληνικών τραπεζών είναι δυνατόν να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για μεγαλύτερης κλίμακας επιστροφή τραπεζογραμματίων και κεφαλαίων από το εξωτερικό στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα. Εξάλλου, η άνοδος του ΑΕΠ θα στηρίξει περαιτέρω αύξηση της ζήτησης καταθέσεων».