ΤτΕ: Τα ομόλογα και οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών «οι κερδισμένοι» από την αναβάθμιση της Ελλάδας
Τα ομόλογα και μετοχές των ελληνικών τραπεζών είναι από τα περιουσιακά στοιχεία που έχουν επωφεληθεί από την επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την έκθεση της νομισματικής πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος, την οποία δημοσιοποίησε στα μέσα της τρέχουσας εβδομάδας.
Στην ανάλυση της ΤτΕ επισημαίνεται ότι στην αγορά των εταιρικών ομολόγων, οι ελληνικές τράπεζες πρωταγωνιστούν, καθώς σε όλη τη διάρκεια του 2023 υπήρξαν μόλις δύο εκδόσεις ομολόγων από μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με τα αντληθέντα κεφάλαια να ανέρχονται στα 600 εκατ. ευρώ, ενώ ακόμη δύο πραγματοποιήθηκαν το α΄ τρίμηνο του 2024 με το συνολικό ποσό να φθάνει τα 330 εκατ. ευρώ.
Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι ενώ οι αποδόσεις των εκδόσεων των μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών δεν παρουσιάζουν καμία αισθητή μεταβολή, το αντίθετο συμβαίνει με τις αποδόσεις των ομολόγων των τραπεζών οι οποίες υποχωρούν. Αυτό είναι ιδιαίτερα επωφελές για τις τράπεζες, καθώς όπως τονίζεται «επιτρέπει την έκδοση νέων ομολόγων από τις ελληνικές τράπεζες με χαμηλότερο κόστος δανεισμού».
Ίδια είναι η εικόνα που παρουσιάζουν οι τραπεζικές μετοχές έναντι της συνολικής απόδοσης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, καθώς ο τραπεζικός σε σχέση με τον Γενικό Δείκτη παρουσιάζει σχεδόν υπερδιπλάσιο ποσοστό ενίσχυσης από τις αρχές του 2024.
Τα ομόλογα
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν ενεργή εκδοτική δραστηριότητα στις διεθνείς αγορές ομολόγων, με σκοπό την κάλυψη της Ελάχιστης Απαίτησης Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων (MREL). Μετά την ανακοίνωση των θετικών προοπτικών από τον οίκο S&P τον Απρίλιο του 2023 για την κρατική πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδος, ο μέσος όρος των αποδόσεων των τραπεζικών ομολόγων υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, σταθμισμένος ως προς την αξία των υποκείμενων ομολόγων, έχει μειωθεί κατά περίπου 290 μ.β.
Η μείωση των αποδόσεων στη δευτερογενή αγορά για τα ομόλογα που έχουν εκδώσει οι ελληνικές τράπεζες είναι θετική εξέλιξη, καθώς επιτρέπει την έκδοση νέων ομολόγων από τις ελληνικές τράπεζες με χαμηλότερο κόστος δανεισμού. Συγκεκριμένα, μετά την αναβάθμιση του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία, οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες έχουν εκδώσει ομόλογα υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας με μεσοσταθμική απόδοση 5,3% και διάρκεια 6 έτη έως τη λήξη, ενώ πριν από την αναβάθμιση η μεσοσταθμική απόδοση στην έκδοση για ομόλογα υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας και ίδιας διάρκειας από τις ίδιες τράπεζες ήταν 7%.
Έτσι, παρατηρείται η αποπληρωμή ομολόγων που έχουν εκδοθεί με υψηλότερο κόστος μέσω έκδοσης νέων τίτλων με χαμηλότερο κόστος δανεισμού, γεγονός που συμβάλλει στη διαρθρωτική βελτίωση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων των τραπεζών, χωρίς να επιβαρύνεται το κόστος δανεισμού της πραγματικής οικονομίας. Οι αναβαθμίσεις της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία έχουν ήδη οδηγήσει σε αναβαθμίσεις των πιστοληπτικών αξιολογήσεων των ελληνικών τραπεζών. Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί ήδη στα τέλη Απριλίου 2024 πραγματοποιήθηκε η πρώτη, μετά την κρίση, αξιολόγηση ελληνικής τράπεζας, συγκεκριμένα της Εθνικής Τράπεζας, στην επενδυτική κατηγορία και ακολούθησε αυτή των ομολόγων της Eurobank στα μέσα Ιουνίου και μόλις χθες της Alpha Bank.
Αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλες αναβαθμίσεις, καθώς οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης έχουν μεταβάλει σε θετικές τις προοπτικές των ελληνικών συστημικών τραπεζών. Οι εξελίξεις αυτές είναι πολύ σημαντικές καθώς επιδρούν μειωτικά στο κόστος χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Έτσι επιβεβαιώνονται οι προσδοκίες ότι η πρόσφατη αναβάθμιση της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία συμβάλλει σημαντικά και θετικά τόσο στην κερδοφορία όσο και στην ανθεκτικότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Οι μετοχές
Από τις αρχές του 2024 έως τα μέσα Ιουνίου οι τιμές στις αγορές μετοχών διεθνώς συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, έπειτα από σημαντικές αυξήσεις το προηγούμενο έτος, ωθούμενες μεταξύ άλλων από τις προσδοκίες των επενδυτών για μειώσεις των βασικών επιτοκίων. Σε αυτό το περιβάλλον, οι τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών (ΧΑ) σημείωσαν ισχυρή άνοδο έως τα μέσα Ιουνίου (μεταβολή γενικού δείκτη: +8,8%, βλ. Διάγραμμα VII.11), καταγράφοντας σημαντικά καλύτερη επίδοση από ό,τι οι μετοχές στην ευρωζώνη, καθώς παρατηρείται αυξημένη ζήτηση ελληνικών μετοχών εκ μέρους διεθνών επενδυτών.
Οι τραπεζικές μετοχές παρουσίασαν υψηλότερες αποδόσεις σε σχέση με το γενικό δείκτη του ΧΑ (FTSE/Athex Banks: 16,9%), σε συνάφεια κυρίως με την αναβάθμιση της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία, την αυξημένη κερδοφορία και τις αναβαθμίσεις των πιστοληπτικών αξιολογήσεων των τραπεζών. Ταυτόχρονα, η σημαντική ενίσχυση της ζήτησης ελληνικών μετοχών από διεθνείς επενδυτές διευκόλυνε σημαντικά τη διάθεση της συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Η συναλλακτική δραστηριότητα (μέσος ημερήσιος όγκος συναλλαγών) το υπό εξέταση διάστημα του 2024 ανήλθε σε 142,4 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση περίπου 30% σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2023. Σημειώνεται ότι από την αρχή του έτους δύο εταιρίες εισήχθησαν στην κύρια αγορά, προσελκύοντας σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον, ενώ δεν υπήρχαν διαγραφές. Τέλος, πραγματοποιήθηκαν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου από εισηγμένες εταιρίες του μη χρηματοπιστωτικού τομέα, συνολικού ύψους περίπου 290 εκατ. ευρώ, έναντι περίπου 209 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2023.
Οι τραπεζικές μετοχές παρουσίασαν υψηλότερες αποδόσεις σε σχέση με το γενικό δείκτη του ΧΑ (FTSE/Athex Banks: 16,9%), σε συνάφεια κυρίως με την αναβάθμιση της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία, την αυξημένη κερδοφορία και τις αναβαθμίσεις των πιστοληπτικών αξιολογήσεων των τραπεζών. Ταυτόχρονα, η σημαντική ενίσχυση της ζήτησης ελληνικών μετοχών από διεθνείς επενδυτές διευκόλυνε σημαντικά τη διάθεση της συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Η συναλλακτική δραστηριότητα (μέσος ημερήσιος όγκος συναλλαγών) το υπό εξέταση διάστημα του 2024 ανήλθε σε 142,4 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση περίπου 30% σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2023. Σημειώνεται ότι από την αρχή του έτους δύο εταιρίες εισήχθησαν στην κύρια αγορά, προσελκύοντας σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον, ενώ δεν υπήρχαν διαγραφές. Τέλος, πραγματοποιήθηκαν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου από εισηγμένες εταιρίες του μη χρηματοπιστωτικού τομέα, συνολικού ύψους περίπου 290 εκατ. ευρώ, έναντι περίπου 209 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2023.