Eurostat: Παραγωγή πετρελαϊκού στην Ευρωπαϊκή Ένωση μειώθηκε κατά 62% την τελευταία εικοσαετία
H παραγωγή πετρελαϊκού καυσίμου (μαζούτ) στην ΕΕ μειώθηκε κατά 62% την τελευταία εικοσαετία, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα. Συγκεκριμένα, το 2020 στην ΕΕ παρήχθησαν 48.500 kt μαζούτ, έναντι 127.000 kt το 1990.
Μεταξύ 1990 και 2020, και τα 21 κράτη-μέλη της ΕΕ που εξακολουθούν να παράγουν μαζούτ κατέγραψαν μείωση της παραγωγής. Οι πιο σημαντικές μειώσεις στην παραγωγή παρατηρήθηκαν στην Ιταλία (από 23.700 kt το 1990 σε 5.400 kt το 2020) και στην Ισπανία (από 15.000 kt το 1990 σε 2.400 kt το 2020).
Το 2020, δεκατρία κράτη-μέλη παρήγαγαν πάνω από 1.000 kt πετρελαϊκού καυσίμου. Από αυτές τις χώρες, πέντε αντιπροσώπευαν περίπου το 60% της συνολικής παραγωγής στην ΕΕ: η Ολλανδία (19% με 9.000 kt), Γερμανία (13% με 6.200 kt), η Ιταλία (11% με 5.400 kt), η Γαλλία (9% με 4 300 kt) και η Σουηδία (8% με 3.900 kt).
Την ίδια χρονιά, έξι κράτη-μέλη της ΕΕ δεν παρήγαγαν καθόλου πετρελαϊκό καύσιμο: το Λουξεμβούργο, η Λετονία, η Μάλτα και η Εσθονία δεν είχαν ποτέ διυλιστήρια, ενώ η Κύπρος και η Σλοβενία σταμάτησαν την παραγωγή πετρελαίου το 2004 και 2000, αντίστοιχα.
Στην Ελλάδα η παραγωγή μαζούτ μειώθηκε από περίπου 5.500 kt το 1990 σε περίπου 3.000 kt το 2020, σύμφωνα με τη Eurostat.
Το πετρελαϊκό καύσιμο, που αναφέρεται και ως βαρύ καύσιμο λόγω του βάρους του, είναι ένα συγκεκριμένο προϊόν πετρελαίου που παράγεται σε διυλιστήρια και χρησιμοποιείται από τα περισσότερα πλοία. Υπάρχουν ανησυχίες για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της χρήσης του, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του θείου που περιέχει καταλήγει στην ατμόσφαιρα όταν καίγεται σε κινητήρα πλοίου. Υπό το φως αυτών των ανησυχιών, οι προσπάθειες περιορισμού της ρύπανσης από τις μεταφορές πλοίων τέθηκαν σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2020, σύμφωνα με τις οποίες τα πλοία μπορούν πλέον να χρησιμοποιούν μόνο μαζούτ με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο.