Χαλκός: Απαραίτητος για την ενεργειακή μετάβαση – Η τιμή του έχει ανέβει στα ύψη
Η μετάβαση από μια οικονομία βασισμένη σε ορυκτά καύσιμα σε μια που στηρίζεται στον ηλεκτρισμό απαιτεί πάνω απ' όλα ένα πράγμα: τον χαλκό.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα η τιμή του χαλκού παρουσίαζε οριακές διακυμάνσεις στις αγορές και για τους επενδυτές δεν έπαιζε σημαντικό ρόλο. Τώρα όμως αυτό φαίνεται να αλλάζει. Από τον Απρίλιο το κόκκινο μέταλλο προσεγγίζει το όριο των 10.000 δολαρίων ανά τόνο. Μέχρι τώρα υπήρχε συσχετισμός ανάμεσα στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη και τη ζήτηση χαλκού. Ωστόσο τώρα η ζήτηση αυξάνεται σημαντικά παρά τα στοιχεία για εξασθένηση της παγκόσμιας ανάπτυξης.
Η τιμή αυτού του σημαντικού μετάλλου στο Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου αυξήθηκε έως και 1,7% στα 10.033,50 δολάρια ανά τόνο την 1η Μαΐου. Πρόκειται για την υψηλότερη τιμή που είχε σημειώσει από τον Απρίλιο του 2022. «Τα αμοιβαία κεφάλαια δεικτών και τα διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια ωθούν τα χρήματα των ιδιωτών στην αγορά μετάλλων», εξήγησε στο πρακτορείο Reuters ο Ζάντιπ Ντάγκα από την εταιρεία ανάλυσης Metal Intelligence Centre.
Σε τι χρειάζεται ο χαλκός
Εάν θέλουμε την αποδεσμεύσουμε την παραγωγή ενέργειας από την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων,αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την έξυπνη ηλεκτροδότηση της οικονομίας. Και ο χαλκός είναι απαραίτητος γι' αυτό. «Λόγω των φυσικών ιδιοτήτων του - κυρίως της ηλεκτρικής αγωγιμότητάς του - ο χαλκός είναι η σημαντικότερη πρώτη ύλη για την ενεργειακή μετάβαση» δήλωσε στη DW ο Γιόαχιμ Μπέρλεμπαχ από την Earth Resource Investments στη Ζυρίχη.
«Αν θέλουμε πραγματικά να ξεφύγουμε από τα ορυκτά καύσιμα, θα χρειαστούμε περίπου την ίδια ποσότητα χαλκού τις επόμενες τρεις δεκαετίες, όπως σε όλη τη μέχρι σήμερα ιστορία της ανθρωπότητας». Ο Μίχαελ Βίντμερ, στρατηγικός αναλυτής εμπορευμάτων στην Bank of America (BofA), επισήμανε επίσης, μιλώντας στην Handelsblatt, την απεξάρτηση της οικονομίας από τον άνθρακα ως τον κύριο λόγο για την άνοδο των τιμών. «Ο χαλκός χρησιμοποιείται σχεδόν σε κάθε βιομηχανία και ως εκ τούτου θεωρείται οικονομικός δείκτης».
Αλλά από τη μια αυξάνεται η ζήτηση και από την άλλη η προσφορά παραμένει στάσιμη ή και μειώνεται, γεγονός που επίσης ανεβάζει τις τιμές. Ο ειδικός σε θέματα εμπορευμάτων Μπέρλεμπαχ δεν εκπλήσσεται: «Εξαιτίας της έλλειψης επενδύσεων σε νέα ορυχεία τα τελευταία 10 χρόνια δεν υπάρχουν αρκετά ορυχεία χαλκού». Εκείνο που επισημαίνει επίσης είναι έλλειψη επενδύσεων. «Με βάση τα στοιχεία που συλλέγει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας», λέει ο Βίντμερ, «μπορούμε να υπολογίσουμε πόσο υψηλή θα είναι η ετήσια ζήτηση χαλκού μέχρι το 2050. Στη συνέχεια μπορούμε να υπολογίσουμε τι ποσό πρέπει να επενδύσουμε σε νέα ορυχεία, τουλάχιστον 127 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Πέρυσι ωστόσο ήταν μόνο 104 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι επενδύσεις συνεχίζουν να μειώνονται από το 2012».
Ασύμφορη η εξόρυξη χαλκού
Και σαν να μην έφταναν όλα τα άλλα, το συγκεκριμένο πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί γρήγορα. «Ακόμη και αν η τιμή του χαλκού συνέχιζε να αυξάνεται, η παραγωγή δεν θα μπορούσε να αυξηθεί γρήγορα γιατί χρειάζονται έως και 15 χρόνια από την πρώτη γεώτρηση έως την παραγωγή» λέει ο Μπέρλεμπαχ. «Λόγω της μείωσης περιεκτικότητας του μεταλλεύματος, τα νέα ορυχεία πρέπει επίσης να σχεδιαστούν μεγαλύτερα». Ωστόσο, σύμφωνα με τον Μίχαελ Βίντμερ, τα νέα ορυχεία συναντούν συχνά αντιδράσεις επειδή «η εξόρυξη χαλκού μολύνει το περιβάλλον».
Και επισημαίνει στην Handelsblatt ένα παράδειγμα από την Κεντρική Αμερική. Πέρυσι, η μεταλλευτική εταιρεία First Quantum αναγκάστηκε να κλείσει το μεγαλύτερο ορυχείο χαλκού της χώρας. «Αρχικά, υπήρχε μόνο μια σύγκρουση μεταξύ της κυβέρνησης και της First Quantum. Στη συνέχεια ήρθαν οι διαμαρτυρίες του τοπικού πληθυσμού. Στο τέλος, η κυβέρνηση έκλεισε το ορυχείο και δήλωσε ότι δεν θα είναι πλέον διαθέσιμο στην αγορά».
Όταν πρόκειται για ορυκτά ή μέταλλα, συχνά λέγεται ότι η μία ή άλλη πρώτη ύλη είναι διαθέσιμη και εδώ, απλώς πρέπει να γίνουν εξορύξεις. Ο Γιόαχιμ Μπέρλεμπαχ δεν το βλέπει έτσι. «Η εξόρυξη χαλκού στη Γερμανία είναι ασύμφορη, σχετικά μη παραγωγική και μόνο θεωρητικά δυνατή» λέει. «Κατά την άποψή μου η εξόρυξη σε μεγάλη κλίμακα δεν είναι δυνατή στη Γερμανία λόγω της έλλειψης μεγάλων κοιτασμάτων και των χρονοβόρων γραφειοκρατικών διαδικασιών. Είμαστε εξαρτημένοι από τα κοιτάσματα στη Νότια Αμερική ή στο Κονγκό».
Η απάντησή του στο ερώτημά μας, εάν η Γερμανία θα μπορούσε να λύσει το πρόβλημα εξάρτησης από τις εισαγωγές χαλκού, είναι σύντομη και σαφής: «Όχι!». Και δεν μπορείς να κάνεις χωρίς χαλκό από όπου κι αν προέρχεται. «Μπορείς να χρησιμοποιήσεις αλουμίνιο για εναέριες γραμμές, αλλά μόλις χρειαστείς ένα πηνίο, όπως σε μια ανεμογεννήτρια ή ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο, δεν μπορείς να αποφύγεις τον χαλκό. Το αλουμίνιο έχει μόνο περίπου το 65% της αγωγιμότητας του χαλκού και τα καλώδια γίνονται πολύ χοντρά».
Τιμές στα ύψη και στο μέλλον
Ο αναλυτής της Bank of America Μίχαελ Βίντμερ πιστεύει ότι οι τιμές θα παραμείνουν υψηλές. «Φυσικά», παραδέχεται στην Handelsblatt, «μπορεί να υπάρξουν βραχυπρόθεσμες διορθώσεις αλλά βλέπω τις τιμές να αυξάνονται μακροπρόθεσμα». Τα νέα από το Όσλο μοιάζουν σαν να παραγνωρίζουν την πραγματική κατάσταση.
Η νορβηγική κυβέρνηση ετοιμάζει εξορύξεις σε μεγάλο βάθος στη θάλασσα, στα ανοικτά των ακτών της χώρας. Στις αρχές του 2023, η αρμόδια υπεράκτια αρχή ανέφερε ότι υπάρχουν «σημαντικές ποσότητες ορυκτών πόρων» στα νορβηγικά ύδατα. Όχι μόνο ψευδάργυρος και κοβάλτιο αλλά και χαλκός. Ωστόσο, φαίνεται απίθανο ότι αυτό θα ικανοποιήσει τη σημερινή «πείνα» για κόκκινο χρυσό.
Πηγή: DW