Η ανάπτυξη σε... αργή κίνηση και το καμπανάκι κινδύνου
Μακριά από τις προβλέψεις της κυβέρνησης, της Τράπεζας της Ελλάδος και των διεθνών οργανισμών κινείται ο ρυθμός ανάκαμψης της οικονομίας, με τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο να αποκαλύπτουν ένα πρόβλημα που θα απασχολήσει όσους θα χαράζουν την οικονομική πολιτική τα επόμενα χρόνια: η παραγωγική/εξαγωγική αδυναμία της οικονομίας άρχισε να αποκαλύπτεται, καθώς οι υποτονικοί ρυθμοί αύξησης των εξαγωγών αγαθών δεν παρακολουθούν την πολύ γρήγορη αύξηση των εισαγωγών.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το πρώτο τρίμηνο του 2019 επιβεβαιώνουν ότι η οικονομία δυσκολεύεται να ανοίξει το βηματισμό της, καθώς το ποσοστό μεγέθυνσης του ΑΕΠ ήταν μόλις 1,3%. Το αν θα κερδηθεί τελικά το στοίχημα για ένα ρυθμό ανάπτυξης υψηλότερο του 2% φέτος θα εξαρτηθεί από το αν θα καταφέρει ο τουρισμός να... σώσει την παρτίδα, με ένα ακόμη ρεκόρ στις ταξιδιωτικές εισπράξεις, που όμως φέτος, για πολλούς λόγους, δεν φαίνεται ότι θα είναι εύκολο να επιτευχθεί.
Όπως φαίνεται από τα στοιχεία, οι επενδύσεις αρχίζουν να ανακάμπτουν από χαμηλή βάση, υποστηρίζοντας την οικονομική μεγέθυνση, ενώ η κατανάλωση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα δεν είναι έκπληξη ότι παραμένει συμπιεσμένη, κυρίως λόγω της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής, που θα μπορούσε να είναι πιο χαλαρή, αν η κυβέρνηση δεν έθετε συνεχώς ως κεντρικό της στόχο την επίτευξη πλεονασμάτων πάνω από το συμφωνημένο στόχο με τους Ευρωπαίους δανειστές. Σε δωδεκάμηνη βάση, οι επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 7,9%, ενώ η συνολική καταναλωτική δαπάνη ήταν μειωμένη οριακά (-0,1%).
Όμως, σε μια οικονομία που έφθασε το 2010 σε ένα... παγκόσμιο ρεκόρ εξωτερικής ανισορροπίας, με το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών να ξεπερνά το 15% του ΑΕΠ, το πλέον ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι, αμέσως μόλις η οικονομία σταθεροποιήθηκε και ανέκτησε θετικό πρόσημο μεταβολής του ΑΕΠ, άρχισαν να εντείνονται οι εξωτερικές ανισορροπίες, καθώς οι εισαγωγές αγαθών πλησιάζουν σε διψήφιο ρυθμό αύξησης ενώ οι εξαγωγές εμφανίζουν σημεία κόπωσης, ύστερα από μια περίοδο μέτριας ανάκαμψης.
Ειδικότερα, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν μείωση των εξαγωγών αγαθών σε 12μηνη βάση κατά 0,7%. Ναυτιλία και τουρισμός (εξαγωγές υπηρεσιών) κράτησαν σε θετικό πρόσημο (αύξηση 4%) τη συνολική μεταβολή των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών. Όμως, δεν παύει να προκαλεί έντονο προβληματισμό το γεγονός ότι οι εξαγωγές αγαθών έπεσαν σε οριακά αρνητικό ρυθμό μεταβολής και δεν λειτούργησαν υποστηρικτικά στην οικονομική ανάκαμψη, την ώρα μάλιστα που η επιβράδυνση της ανάπτυξης και του εμπορίου διεθνώς, αλλά και στην Ευρώπη, δημιουργούν αρνητικό περιβάλλον για τους Έλληνες εξαγωγείς.
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι οι εισαγωγές αγαθών «έτρεξαν» με ρυθμό αύξησης σχεδόν διψήφιο (9,9%). Συνολικά, οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 9,5%. Οι οικονομικοί αναλυτές θεωρούν φυσιολογικό φαινόμενο την αύξηση των εισαγωγών σε μια οικονομία που επανέρχεται στην ανάπτυξη, καθώς για την επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητας χρειάζονται περισσότερα κεφαλαιουχικά αγαθά που εισάγονται από τρίτες χώρες. Όμως, στην ελληνική περίπτωση, η ως τώρα «καχεκτική» επενδυτική δραστηριότητα δεν φαίνεται να δικαιολογεί την καταγραφόμενη μεγάλη αύξηση των εισαγωγών, που σε συνδυασμό με το «φρενάρισμα» των εξαγωγών αγαθών φαίνεται να αντανακλά την παραγωγική αδυναμία της οικονομίας, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει «βαρίδι» στην προσπάθεια για ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για την εξέλιξη του ελλείμματος στο ισοζύγιο αγαθών (χωρίς καύσιμα και πλοία) δείχνουν ότι αυτό έφθασε σε τιμή - ρεκόρ το 2007, λίγο πριν την οικονομική κατάρρευση, όταν εκτινάχθηκε σε 30,5 δισ. ευρώ. Η κρίση, που συμπίεσε σε υπερβολικό βαθμό τις εισαγωες και υποχρέωσε τον επιχειρηματικό τομέα να κάνει εξαγωγικό άνοιγμα, μείωσε το έλλειμμα δραστικά, στα 11,7 δισ. ευρώ το 2012. Έκτοτε, όμως, ακολουθεί σταθερά αυξητική πορεία και έχει φθάσει τα 17,2 δισ. ευρώ, στο τέλος του 2018. Το ευτύχημα για την οικονομία ήταν ότι, παράλληλα με τη διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο αγαθών, ο τουρισμός παρουσίασε εκρηκτική πορεία μεγέθυνσης και, μαζί με τη ναυτιλία, έφεραν το 2018 συνολικά έσοδα 32,6 δισ. ευρώ, συγκαλύπτοντας το πρόβλημα του ισοζυγίου αγαθών.
Όμως, όλοι οι οικονομικοί αναλυτές αναγνωρίζουν ότι αυτή η ανισορροπία στον εξωτερικό τομέα της οικονομίας, με τις «υδροκέφαλες» υπηρεσίες και τα σοβαρά προβλήματα στο ισοζύγιο των αγαθών δεν θα επιτρέψει στην Ελλάδα να κατακτήσει με βιώσιμο τρόπο υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ η οικονομία θα είναι εξαιρετικά ευάλωτη σε διεθνείς αναταράξεις, που θα μπορούσαν να μειώσουν τις τουριστικές ροές ή τα έσοδα της ναυτιλίας. Το μεγάλο στοίχημα των επόμενων ετών φαίνεται ότι θα είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και η τοποθέτηση ποιοτικών και ανταγωνιστικών ελληνικών προϊόντων στην παγκόσμια αγορά.