Η αλήθεια για τα σχέδια εξυγίανσης των τραπεζών
Μεγάλη συμβολή στη γρήγορη εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών, με παράλληλη αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούν τα προβληματικά ανοίγματα, αλλά και οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις, μπορούν να έχουν τα δύο σχέδια που έχουν εκπονήσει η Τράπεζα της Ελλάδος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), τα οποία μπορούν να εφαρμοσθούν συνδυαστικά, με πολύ θετικά αποτελέσματα.
Αυτό τονίζουν έμπειρα τραπεζικά στελέχη, επισημαίνοντας ότι τον τελευταίο καιρό γίνονται αναλύσεις των δύο σχεδίων και προσπάθειες ποσοτικοποίησης των επιπτώσεων στους τραπεζικούς ισολογισμούς στη βάση αυθαίρετων παραδοχών και ανάδειξης «καλών» και «κακών» λύσεων, για ένα πρόβλημα σύνθετο και ιδιαίτερα τεχνικό.
Τέτοιες αναλύσεις τείνουν να δημιουργήσουν σύγχυση για τα αποτελέσματα που θα έχει η εφαρμογή των δύο σχεδίων. Οι ίδιες πηγές παραθέτουν ένα δεκάλογο, μέσα από τον οποίο μπορεί να γίνει ορθή ερμηνεία των προτάσεων της ΤτΕ και του ΤΧΣ:
- Όλες ανεξαιρέτως οι προτάσεις αφορούν τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετουέμων πισωτικών ανοιγμάτων (NPEs) που θα πραγματοποιήσουν οι τράπεζες καθαρά σε εθελοντική βάση. Πρόκειται για ένα εργαλείο που έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον σε άλλες χώρες και έχει επικροτηθεί από τις αγορές και τις εποπτικές αρχές. Ειδικά οχήματα (SPVs – Special Purpose Vehicles) που συστήνονται από τις τράπεζες εκδίδουν τίτλους με υποκείμενες αξίες τα NPEs και στη συνέχεια οι εν λόγω τίτλοι διατίθενται σε θεσμικούς επενδυτές. Μέρος των εκδιδόμενων τίτλων (αυτών με την υψηλότερη διαβάθμιση, δηλ. των senior notes) διακρατούνται από τις τράπεζες ενώ στην αγορά διατίθενται οι υπόλοιποι. Έτσι οι τράπεζες επιτυγχάνουν τη μείωση των NPEs, εισπράττουν τίμημα από την πώληση τίτλων και αναμένουν την αποπληρωμή των senior notes τα οποία αποφέρουν έσοδα τόκων.
- Οι εν λόγω τιτλοποιήσεις κινητοποιούν ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια που έχουν εξοικείωση με αυτές τις δομές και έχουν δοκιμασθεί επιτυχώς. Δεδομένου του θετικού momentum στη δευτερογενή αγορά των NPEs, τη βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών και τη σταθεροποίηση της αγοράς των ακινήτων, υπάρχει διάθεση για ανάληψη κινδύνου σε μεγάλες συναλλαγές που θα φέρουν οικονομίες κλίμακας. Η διάθεση ανάληψης κινδύνου προέρχεται από μεγάλους διεθνείς θεσμικούς επενδυτές, με εμπειρία και τεχνογνωσία στη διαχείριση χαρτοφυλακίων NPEs. Η επερχόμενη ζήτηση από τα ξένα funds αποτελεί μία μεγάλη ευκαιρία για τον τραπεζικό κλάδο να επιταχύνει την εξυγίανση των ισολογισμών. Πρόκειται για ευκαιρία και όχι για «δυσβάσταχτη υποχρέωση» έναντι των εποπτικών αρχών οι οποίες δήθεν δημιουργούν συνθήκες ασφυξίας στις τράπεζες για «εμπροσθοβαρείς λύσεις».
- Η χρηματοοικονομική επίπτωση όλων, ανεξαιρέτως, των υπό εξέταση δομών, είναι συνάρτηση των εξής παραγόντων: α) της αποτίμησης από τους επενδυτές των χαρτοφυλακίων που θα τιτλοποιηθούν, β) της εσωτερικής δομής της τιτλοποίησης, γ) της αποδέσμευσης εποπτικών κεφαλαίων λόγω μείωσης σταθμισμένων στοιχείων ενεργητικού, δ) της μείωσης του λειτουργικών εξόδων που σχετίζονται με τη διαχείριση των NPEs. Πρόσφατες και υπό διαμόρφωση συναλλαγές σε χαρτοφυλάκια με και χωρίς εμπράγματες εξασφαλίσεις υποδηλώνουν αποτιμήσεις πολύ υψηλότερες από αυτές που ανεύθυνα αναφέρονται σε ένα κλίμα περιρρέουσας (και πολλές φορές σκόπιμης) καταστροφολογίας. Σε κάθε περίπτωση οι αποτιμήσεις των χαρτοφυλακίων κρίνονται «στον στίβο των αγορών» και δεν διαφέρουν μεταξύ του ενός η του άλλου σχήματος, ανάλογα με το ποιος έχει συλλάβει την ιδέα για τη δομή της τιτλοποίησης.
- Όλα τα υπό διαμόρφωση σχήματα προσπαθούν να βελτιστοποιήσουν το εργαλείο της τιτλοποίησης, αντιμετωπίζοντας συγκεκριμένα προβλήματα που πάντα αναφύονται σε συναλλαγές μεγάλης αξίας. Τα σχήματα είναι απολύτως συμπληρωματικά, καθώς αντιμετωπίζουν συνδυαστικά διαφορετικά προβλήματα.
- Η πρόταση της ΤτΕ που προϋποθέτει νομοθετική παρέμβαση «λύνει» ως προς το πρόβλημα των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, αποτρέποντας νέες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που θα κληθεί να καλύψει το Κράτος λόγω της υποχρέωσης (ύψους €16 δισ.) που έχει αναλάβει στο πλαίσιο του σχετικού νόμου. Εάν και εφόσον το Κράτος κληθεί να καταβάλει χρήματα για την υλοποίηση τιτλοποιήσεων υπό το σχήμα της ΤτΕ, θα αξιώσει την επιστροφή τους μέσω των χρηματοροών από τις τιτλοποιήσεις, σε αντίθεση με το υφιστάμενο καθεστώς που σε περίπτωση ενεργοποίησης του νόμου θα λάβει μετοχές και θα προσδοκά ανάκτηση των χρημάτων του σε ακαθόριστο χρονικό διάστημα, ανάλογα με τις ευμετάβλητες συνθήκες στις αγορές.
- Η πρόταση του ΤΧΣ επιχειρεί να βελτιστοποιήσει τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών, μετά την υλοποίηση των τιτλοποιήσεων. Η εγγύηση του Δημοσίου θα επιτρέψει τη στάθμιση των διακρατούμενων από τις τράπεζες τίτλων (senior notes) με χαμηλό συντελεστή, άρα θα επιτρέψει την απελευθέρωση εποπτικών κεφαλαίων με αντίστοιχη ενίσχυση των εποπτικών δεικτών. Το κόστος της εγγύησης που θα κληθούν να καταβάλουν ο τράπεζες θα πρέπει να είναι εύλογο και ανάλογο της πιστοληπτικής διαβάθμισης του Ελληνικού Δημοσίου. Είναι προφανές ότι η πρόταση του ΤΧΣ μπορεί να εφαρμοσθεί συνδυαστικά με τις ανωτέρω προτάσεις καθώς αντιμετωπίζει διαφορετικό πρόβλημα.
- Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις των σχημάτων στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και στις απαιτήσεις των εποπτικών αρχών θα πρέπει να ληφθούν υπόψη δυναμικά στοιχεία που πάντα λαμβάνονται υπόψη στην εποπτική αξιολόγηση και εν προκειμένω θα αντισταθμίσουν σε σημαντικό βαθμό τις όποιες ζημίες αποτιμήσεως: α) την εσωτερική αναπλήρωση κεφαλαίων μέσω οργανικής κερδοφορίας η οποία θα αυξηθεί σημαντικά μετά τη μεταβίβαση των καταγγελμένων δανείων λόγω αποκλιμάκωσης των προβλέψεων για πιστωτικό κίνδυνο αλλά και λόγω της μείωσης των λειτουργικών εξόδων β) την αποδέσμευση κεφαλαίων λόγω απελευθέρωσης στοιχείων ενεργητικού ειδικά για τις τράπεζες που ακολουθούν τη συντηρητική μέθοδο υπολογισμού του σταθμισμένου ενεργητικού RWAs γ) την πολύ πιθανή μείωση των εποπτικών κεφαλαιακών απαιτήσεων (SREP ratio) σε συνέχεια σημαντικών κινήσεων εξυγίανσης της εκάστοτε τράπεζας.
- Δεν θα πρέπει να υποβαθμισθεί η σημασία της δυνατότητας έκδοσης ομολογιών που προσμετρώνται στα εποπτικά κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Ο δείκτης συνολικών κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών αποτελείται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου από μετοχικό κεφάλαιο CET1 (Common Equity Tier 1), σε αντιδιαστολή με τον ευρωπαϊκό κλάδο, όπου ο αντίστοιχος δείκτης περιλαμβάνει κατά μέσο όρο 4% πρόσθετα ίδια κεφάλαια (AT1, Tier 2 κτλ), μη καταβληθέντα από τους μετόχους, αλλά από επενδυτές που τοποθετούνται σε ομολογιακές εκδόσεις, υβριδικών και μειωμένης εξασφάλισης τίτλων. Τέτοιες ομολογιακές εκδόσεις μπορούν να καταστούν εφικτές σε βάθος χρόνου εφόσον οι τράπεζες παρουσιάσουν σημαντική πρόοδο στα σχέδια μείωσης των NPEs, κάτι που θα καταστεί εφικτό με σημαντικές συναλλαγές τιτλοποιήσεων.
- Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο SSM και το IMF βλέπουν πολύ θετικά όλα τα προτεινόμενα σχήματα καθώς δημιουργούν προϋποθέσεις εξυγίανσης των ισολογισμών. Η εγκριτική διαδικασία θα ακολουθήσει διάφορα στάδια που απαιτούν τεχνική υποστήριξη και συνήθως διαρκούν κάποιους μήνες. Ο ενδιάμεσος χρόνος δεν είναι χαμένος για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς συναλλαγές τιτλοποιήσεων απαιτούν ούτως ή άλλως προετοιμασία μηνών από τις τράπεζες. Εν τω μεταξύ, υλοποιούν τα σχέδια που έχουν υποβάλει στον SSM με έμφαση στους στόχους του 2019 που είναι κρίσιμο έτος στον προγραμματισμό όλων των τραπεζών.
- Είναι η πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια που γίνεται ουσιαστική συζήτηση σε τεχνικό επίπεδο από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για σημαντικές κινήσεις εξυγίανσης των ισολογισμών. Τα εν λόγω θέματα δεν προσφέρονται για επιφανειακές συζητήσεις και μικροσκοπιμότητες. Απαιτείται η δέουσα σοβαρότητα και συνεργασία όλων αυτών που μπορούν να συμβάλουν με θετικό τρόπο στην επίλυση των προβλημάτων προς το συμφέρον του τραπεζικού τομέα και της εθνικής οικονομίας.