ΔΕΗ : Οι σταθμοί στον οικονομικό και ενεργειακό μετασχηματισμό της
Εξαπλάσιες επενδύσεις, εκτόξευση των ανανεώσιμων πηγών, μηδενισμός του λιγνίτη και καθαρά κέρδη της τάξης των 800 εκατ. ευρώ από ζημιές ύψους 1,7 δισ. είναι η «ακτινογραφία» του μετασχηματισμού της ΔΕΗ σύμφωνα με τις προβλέψεις του νέου επιχειρηματικού σχεδίου της επιχείρησης 2025-2027 σε σύγκριση με το 2019.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις που παρουσίασε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, Γιώργος Στάσσης, οι επενδύσεις κατά την επόμενη τριετία θα ξεπεράσουν τα 10 δισ ευρώ (3,7 δισ, το 2025 - 2026 και 2,8 δισ. το 2027) ενώ το 2019 είχαν περιοριστεί στα 646 εκατ. ευρώ, απόρροια των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε τότε η επιχείρηση.
Βάση του μετασχηματισμού της ΔΕΗ ήταν η στροφή στην πράσινη ενέργεια από την οποία, αν εξαιρεθούν τα μεγάλα υδροηλεκτρικά, η επιχείρηση ήταν απούσα διαθέτοντας μονάδες ισχύος μόλις 165 μεγαβάτ ( μαζί με τα υδροηλεκτρικά ήταν 3,2 γιγαβάτ). Σήμερα (Νοέμβριος 2024) η ΔΕΗ διαθέτει ΑΠΕ συνολικής ισχύος 5,5 γιγαβάτ σε Ελλάδα και Ρουμανία, από τα οποία τα 3,2 γιγαβάτ είναι τα υδροηλεκτρικά και θα φθάσει στα 11,8 γιγαβάτ συνολικά το 2027 .
Οι λιγνιτικές μονάδες περιορίστηκαν σήμερα σε 1,5 γιγαβάτ από 3,4 το 2019 ενώ η πλήρης απολιγνιτοποίηση προβλέπεται να υλοποιηθεί το 2026, δύο χρόνια νωρίτερα σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό.
Σε επίπεδο οικονομικών αποτελεσμάτων, η ΔΕΗ πέτυχε το στόχο για λειτουργική κερδοφορία (EBITDA) ύψους 1,5 δισ. ευρώ ήδη από το 2023 (έφθασε στο 1,6 δισ.), δύο χρόνια νωρίτερα από το στόχο. Εφέτος προβλέπεται να φθάσει στο 1,8 δισ. ευρώ και το 2027 στα 2,7 δισ. ευρώ οπότε τα καθαρά κέρδη θα διαμορφωθούν σε 800 εκατ, ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι το 2019 η ΔΕΗ είχε ζημιές μετά από φόρους ύψους 1,7 δισ. ευρώ.
Κεντρικά στοιχεία του μετασχηματισμού της ΔΕΗ είναι εξάλλου οι νέες δραστηριότητες που περιλαμβάνουν τη λιανική και την παροχή υπηρεσιών προς τους πελάτες μέσω της Κωτσόβολος, τις τηλεπικοινωνίες με το δίκτυο οπτικών ινών που αναπτύσσεται στο δίκτυο διανομής ρεύματος, την ηλεκτροκίνηση και την επέκταση σε γειτονικές αγορές (Ρουμανία, Βουλγαρία, Κροατία, Ιταλία).
Όπως επισημαίνουν πηγές του ομίλου, παρά την αύξηση των επενδύσεων, το χρέος ως προς το EBITDA θα παραμείνει κάτω από το όριο του 3,5x που έχει τεθεί (το 2019 το χρέος ήταν 11 φορές υψηλότερο από το EBITDA) καθώς ο Όμιλος θα χρηματοδοτήσει περίπου το 70% των επενδύσεων από τις αυξημένες ταμειακές ροές.