«Κλείνει» η βεντάλια των διεθνών επενδύσεων του ΟΤΕ
Από εκπρόσωπος της ελληνικής οικονομικής διπλωματίας ο ΟΤΕ ενδέχεται να περιχαρακωθεί εντός των ελληνικών συνόρων, μεταβιβάζοντας σε τρίτο και τις δραστηριότητές του στη Ρουμανία.
Η πώληση της Telekom Albania την προηγούμενη εβδομάδα φαίνεται πως είναι το προτελευταίο βήμα στη διαδικασία της πλήρους απαγκίστρωσης του ΟΤΕ από τις διεθνείς επενδύσεις, που ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του '90, μετά την εισαγωγή του ΟΤΕ στο Χρηματιστήριο και κορυφώθηκαν στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας.
Αναλυτικά, το 1997 και έναν χρόνο μετά την είσοδό του των μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών, ο ΟΤΕ απέκτησε το 20% του σερβικού οργανισμού τηλεπικοινωνιών έναντι 675 εκατ. γερμανικών μάρκων. Η συγκεκριμένη επένδυση γρήγορα συνάντησε τεράστια προβλήματα λόγω των ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών -στο πλαίσιο της συμμαχικής επιχείρησης για το Κόσοβο- το 1999, που βεβαίως έπληξαν σημαντικό μέρος των τηλεπικοινωνιακών υποδομών της Σερβίας.
Το 1998 ο ΟΤΕ απέκτησε το 35% του ρουμανικού οργανισμού τηλεπικοινωνιών έναντι 675 εκατ. δολαρίων με δέσμευση για επενδύσεις 475 εκατ. δολάρια. Αυτή αποτέλεσε τη μεγαλύτερη εκτός συνόρων επένδυση του ΟΤΕ, ενώ την ίδια χρονιά ο οργανισμός απέκτησε το 90% της Armentel στην Αρμενία έναντι 140 εκατ. δολαρίων.
Το 2000 μπήκε στη βουλγαρική αγορά όπου απέκτησε έναντι 135 εκατ. δολαρίων άδεια κινητής τηλεφωνίας. Την ίδια χρονιά προσέφερε 86 εκατ. δολάρια για την απόκτηση από το αλβανικό Δημόσιο της AMC, που αργότερα μετονομάστηκε σε Telekom Albania.
Το 2003 ολοκληρώθηκε το ελεγχόμενο από τον ΟΤΕ τηλεπικοινωνιακό «τόξο» βορείως των ελληνικών συνόρων με την έναρξη λειτουργίας της Cosmofon, της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας στην ΠΓΔΜ, όπου είχε λάβει τη σχετική άδεια δύο χρόνια πριν έναντι 25 εκατ. δολαρίων
Στην περίοδο 1999 - 2003 o OTE απέκτησε επίσης την πλειοψηφία των μετοχών στην κοινοπραξία για τον δορυφόρο HellasSat 2, ο οποίος εκτοξεύτηκε στις 13 Μαϊου 2003.
Η διεθνής επέκταση του ΟΤΕ έγινε πολλές φορές αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης, με τους επικριτές να υποστηρίζουν πως οι εκτός συνόρων επενδύσεις ευνοούσαν τους βασικούς προμηθευτές του οργανισμού - Ιντρακόμ και Siemens.
Ωστόσο η εμφάνιση της Deutsche Telekom στο προσκήνιο το 2008 μετέφερε την αντιπαράθεση από τους «εθνικούς προμηθευτές» στη «γερμανική εισβολή». Για τον ΟΤΕ η είσοδος της Deutsche Telekom και η σχετική συμφωνία μετόχων μεταξύ της γερμανικής εταιρείας και του ελληνικού Δημοσίου, σηματοδότησε το «ξήλωμα» των διεθνών επενδύσεων.
Είχε προηγηθεί, στις 14 Νοεμβρίου 2006,η πώληση της Armentel στη ρωσική έναντι 342 εκατ. ευρώ. Η συγκεκριμένη πώληση είχε αποτελέσει ουσιαστικά μονόδρομο για τον ΟΤΕ, καθώς οι σχέσεις του με το αρμενικό πολιτικό σύστημα είχαν δοκιμαστεί πάρα πολλές φορές με αλληλοκατηγορίες για μη τήρηση των συμφωνηθέντων.
Η ένταξη του ΟΤΕ στον γερμανικό όμιλο, όμως, φαίνεται πως επιτάχυνε τις αποεπενδύσεις. Τον Μάιο του 2009 γράφτηκαν οι τίτλοι τέλους της παρουσίας του ΟΤΕ στην ΠΓΔΜ. Η εταιρεία κινητής τηλεφωνίας Cosmofon και η αλυσίδα καταστημάτων Germanos Skopje μεταβιβάστηκαν στην Telekom Slovenije για 190 εκατ. Η πώληση υπαγορεύτηκε από τις ρυθμιστικές αρχές, καθώς στην ΠΓΔΜ είχαν δραστηριότητα τόσο ο ΟΤΕ όσο και η Deutsche Telekom και είχαν εγερθεί σαφή ζητήματα ανταγωνισμού.
Τον Ιανουάριο του 2012 ο ΟΤΕ αποδεσμεύτηκε από μία επένδυση που δεν οδηγούσε πουθενά. Με τη μεταβίβαση στο σερβικό Δημόσιο του 20% του σερβικού οργανισμού τηλεπικοινωνιών, έναντι 380 εκατ. ευρώ και ενώ στο παρελθόν είχαν εξεταστεί διάφορα σενάρια, ανάμεσά τους και η ενίσχυση του ποσοστού του ΟΤΕ, ο ελληνικός όμιλος αναχώρησε και από το Βελιγράδι.
Σχεδόν έναν χρόνο μετά, τον Φεβρουάριο του 2013 μεταβιβάστηκε στην ArabSat η εταιρεία διαχείρισης του HellasSat 2 για 208 εκατ. ευρώ.
Επίσης το 2013, τον Ιούλιο, μεταβιβάστηκε η βουλγαρική εταιρεία κινητής τηλεφωνίας, η Globul, στη νορβηγική Telenor έναντι 717 εκατ. ευρώ.
Μγάλο μέρος των εσόδων από αυτές τις μεταβιβάσεις χρησιμοποιήθηκε για την αναχρηματοδότηση του ΟΤΕ. Μετά την πώληση της Globul
ο Γενικός Διευθυντής Χρηματοοικονομικών Θεμάτων Ομίλου ΟΤΕ, κ. Μπάμπης Μαζαράκης, είχε σχολιάσει πως «με την εισροή του τιμήματος της πώλησης στα ταμεία του ΟΤΕ, επιτυγχάνουμε τη μείωση του δανεισμού μας κάτω από τα 2 δισ. ευρώ, δηλαδή περισσότερο από 50% από τις αρχές του 2011». Από το 2011, άλλωστε, η διοίκηση του ΟΤΕ είχε αναφερθεί σε συναντήσεις της με αναλυτές στη μείωση του δανεισμού του μέσω της πώλησης επενδύσεων.
Η πώληση της Telekom Albania την περασμένη εβδομάδα έναντι 50 εκατ. ευρώ σε βουλγαρική επενδυτική εταιρεία που ελέγχεται από τον Σπας Ρούσεφ, βασικό μέτοχο του βουλγαρικού οργανισμού τηλεπικοινωνιών και τον επιχειρηματία Έλβιν Γκούρι, αποτελεί κίνηση που δεν εντάσσεται σε κάποιο πρόγραμμα μείωσης του δανεισμού. Αλλωστε, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΟΤΕ, ο καθαρός δανεισμός στο τρίτο τρίμηνο του 2018 διαμορφώθηκε σε 812,9 εκατ. ευρώ έναντι 4,115 δισ. κατά το αντίστοιχο τρίμηνο του 2011, πριν δηλαδή ξεκινήσει η πώληση των περισσότερων θυγατρικών.
Ο ίδιος ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΤΕ Μιχάλης Τσαμάζ αιτιολόγησε την ενέργεια αυτή ως «μια στρατηγική απόφαση, στο πλαίσιο του επαναπροσδιορισμού των προτεραιοτήτων και των αναπτυξιακών πλάνων του Ομίλου ΟΤΕ, με γνώμονα τη δημιουργία αξίας για τους μετόχους και τη βιώσιμη ανάπτυξη».
Οι δύο νέοι ιδιοκτήτες εκδηλώνουν ενδιαφέρον και για τις ρουμανικές δραστηριότητες του ΟΤΕ και όπως φαίνεται, η πλευρά της Deutsche Telekom δεν μένει ασυγκίνητη. Σύμφωνα με βουλγαρικά ΜΜΕ, η Deutsche Telekom εξετάζει το ενδεχόμενο πώλησης των δραστηριοτήτων του ομίλου στη Ρουμανία, πράγμα που δείχνει πως στο προσεχές διάστημα είναι πάρα πολύ πιθανό να υπάρξουν εξελίξεις.
Η δήλωση εκπροσώπου του Ομίλου ΟΤΕ, όπου σημειώνεται μεταξύ άλλων πως εξετάζονται διάφορες εναλλακτικές, αφήνει ανοικτό κάθε ενδεχόμενο. Ο ΟΤΕ δεν βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε συζήτηση για την πώληση των επενδύσεών του στη Ρουμανία, ωστόσο ο Όμιλος συνεχώς επαναξιολογεί τα περιουσιακά του στοιχεία με γνώμονα την προώθηση των συμφερόντων του, αναφέρεται σε γραπτή δήλωση που διοχετεύτηκε στα ρουμανικά μέσα. Μία αποχώρηση από τη Ρουμανία θα σήμαινε αυτομάτως πως ο ΟΤΕ ρίχνει όλο το βάρος του στην Ελλάδα, όπου αυτή τη στιγμή βρίσκονται υπό υλοποίηση σχέδια για τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα νέας γενιάς.