ΕΥ: Αναγκαία η επαναξιολόγηση των λειτουργιών του εσωτερικού ελέγχου των επιχειρήσεων

NEWSROOM
Ernst & Young / EY
Φωτό: Shutterstock

Οι αλλαγές που επιφέρουν στη λειτουργία του εσωτερικού ελέγχου των επιχειρήσεων τα νέα δεδομένα που δημιουργεί η πανδημία του COVID-19 αποτέλεσαν αντικείμενο webcast που διοργάνωσε πρόσφατα η ΕΥ Ελλάδος.

Όπως σημειώνεται σε σχετική ανακοίνωση, τις προκλήσεις και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι διευθύνσεις εσωτερικού ελέγχου διεθνώς, καθώς αντιδρούν και προσαρμόζονται στη νέα πραγματικότητα, ανέλυσαν οι κ.κ. Μιχάλης Πετροδασκαλάκης, Associate Partner στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της EY Ελλάδος και Επικεφαλής Υπηρεσιών Εσωτερικού Ελέγχου για την περιοχή της Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA), και Κωνσταντίνα Γράμμα, Director στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της ΕΥ Ελλάδος και Συμβουλευτικών Υπηρεσιών Εσωτερικού Ελέγχου, Συμμόρφωσης και Ελέγχου Ποιότητας της περιοχής CESA.

Οι ομιλητές τόνισαν ότι, «σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία, ο εσωτερικός έλεγχος οφείλει να δώσει το παρόν, βοηθώντας τις επιχειρήσεις να οργανώσουν την άμυνά τους απέναντι στις επιπτώσεις της κρίσης, διατηρώντας πάντα αδιαπραγμάτευτη την ανεξαρτησία του».

Ο κ. Πετροδασκαλάκης ανέλυσε τα κυρίαρχα ζητήματα για τους εσωτερικούς ελεγκτές στη σημερινή συγκυρία. Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε ότι βασικές προτεραιότητες για τις διευθύνσεις εσωτερικού ελέγχου αποτελούν η παρακολούθηση των μέτρων για την υγεία και την ασφάλεια του ανθρώπινου δυναμικού, οι τεχνολογικές υποδομές για την υποστήριξη διαφόρων διεργασιών από απόσταση, η επαναξιολόγηση των κινδύνων και - κατ' επέκταση - η αναδιαμόρφωση του ετήσιου πλάνου ελέγχων, η προσαρμογή της ελεγκτικής μεθοδολογίας, καθώς και η χρήση και ανάπτυξη μεθόδων συνεχούς παρακολούθησης και ελέγχου.

Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες, οι δύο σημαντικότερες ενέργειες στις οποίες έχουν προχωρήσει λόγω του COVID-19, είναι η αναπροσαρμογή των προτεραιοτήτων του πλάνου εσωτερικού ελέγχου, εστιάζοντας στην κάλυψη των αναδυόμενων κινδύνων εξαιτίας της πανδημίας (60%), και η συνέχιση της πλήρους υλοποίησης του πλάνου ελέγχου, με προσαρμογή της ελεγκτικής προσέγγισης (55%). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εύρημα αποτελεί το γεγονός ότι ένα 20% δηλώνουν πως αξιοποιούν τον χρόνο διακοπής των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, υπέρ του μετασχηματισμού της λειτουργίας του εσωτερικού ελέγχου. Οι απαντήσεις αυτές, ευθυγραμμίζονται με αντίστοιχες διαπιστώσεις της ΕΥ στο εξωτερικό.

Στη συνέχεια, η κ. Γράμμα αναφέρθηκε στις παραμέτρους του ανθρώπινου δυναμικού και των τεχνολογικών υποδομών, τονίζοντας ότι οι διευθύνσεις εσωτερικού ελέγχου προχωρούν, μεταξύ άλλων, σε μία ευέλικτη προσέγγιση στελέχωσης, λαμβάνοντας υπόψιν και τις δυσκολίες ψυχολογικής φύσεως που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, στον σχεδιασμό έκτακτων μέτρων και σε αξιολόγηση των ελεγκτικών εργαλείων και των τεχνολογικών υποδομών.

Στην ανάγκη επαναξιολόγησης των κινδύνων ενόψει των επιπτώσεων της πανδημίας αναφέρθηκε, στη συνέχεια, ο κος Πετροδασκαλάκης, τονίζοντας ότι η επαναξιολόγηση θα πρέπει να είναι γρήγορη και στοχευμένη, ενώ η προσθήκη θεματικών ελέγχων (thematic audits) στο πλάνο ελέγχων αποτελεί μια καλή προσέγγιση. Υπογράμμισε, επίσης, την αυξημένη σημασία της συνεχούς και διάφανης επικοινωνίας με την Επιτροπή Ελέγχου, καθ' όλη τη διάρκεια της κρίσης. Σε αυτό το πλαίσιο, το 44% των συμμετεχόντων απάντησε ότι η συχνότητα της επικοινωνίας τους με την Επιτροπή Ελέγχου έχει αυξηθεί, είτε διατηρώντας τους επίσημους διαύλους επικοινωνίας, είτε μέσω συνεχούς, άμεσης και κατά περίπτωση (ad hoc) επικοινωνίας. Αντίστοιχα, το 41% δεν παρατηρούν αλλαγές στην επικοινωνία, με μόλις ένα 15% να δηλώνουν πώς έχει μειωθεί η συχνότητά της.

Κατά την επόμενη ενότητα, η κ. Γράμμα σημείωσε ότι η ελεγκτική μεθοδολογία γίνεται προσωρινά πιο ευέλικτη για να υποστηρίξει τον οργανισμό κατά τη διάρκεια της πανδημίας, κυρίως μέσω χαλάρωσης των προθεσμιών για την έκδοση εκθέσεων και την υλοποίηση επανελέγχου (follow-up). Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων φαίνεται να έχει κινηθεί ήδη προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς το 85% απαντούν ότι, είτε έχουν εντάξει στοιχεία ευελιξίας στην ελεγκτική τους μεθοδολογία, είτε σχεδιάζουν να το πράξουν.

Ο κ. Πετροδασκαλάκης υπερθεμάτισε την ανάγκη αξιοποίησης των μεθόδων συνεχούς παρακολούθησης και ελέγχου με τη βοήθεια των data analytics, καθώς και τη διενέργεια στοχευμένων επιβεβαιωτικών ελέγχων εξ' αποστάσεως (desktop reviews). Ο ομιλητής, σημείωσε ότι η κρίση «αποτελεί την κατάλληλη συγκυρία για την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη των δυνατοτήτων αυτών», για όσους βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο αξιοποίησής τους.

Σε σχετική ερώτηση, για το ποιους κινδύνους θεωρούν ως πιο σημαντικούς, οι συμμετέχοντες, ευλόγως, ανέφεραν την υγεία και ευημερία των εργαζομένων (90%) ως κυριότερο κίνδυνο, με τη διαχείριση κινδύνων και συνέχιση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης (81%) και τα ζητήματα τεχνολογίας και κυβερνοασφάλειας (69%), να κρίνονται επίσης σημαντικά.

Κλείνοντας το webcast, οι ομιλητές σημείωσαν ότι ο εσωτερικός έλεγχος, δε καλείται μονάχα να υποστηρίξει τον οργανισμό στο «εδώ και τώρα» της κρίσης, αλλά και να εξασφαλίσει τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του - όπως αυτές διαμορφώνονται από τη νέα αξιολόγηση κινδύνων - κατά το «εγγύς μέλλον», καθώς και να πρωτοστατήσει στο μετασχηματισμό, με αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, την «επόμενη μέρα».

ΣΧΕΤΙΚΑ