Δωρεάν από τις εταιρείες ένα στα τρία φάρμακα

Economista
ECONOMISTA
Φαρμακοποιοί
Φωτό: Shutterstock

Μεγάλο αποτύπωμα στην εθνική οικονομία και ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική έχει ο κλάδος φαρμάκου, σύμφωνα με νέα μελέτη του ΙΟΒΕ, παρότι επιβαρύνεται σοβαρά από τη μεγάλη μείωση της δημόσιας δαπάνης, που έχει οδηγήσει στο αποτέλεσμα να παρέχονται δωρεάν από τις επιχειρήσεις ένα στα τρία φάρμακα που λαμβάνουν οι Έλληνες ασθενείς, ενώ η συνολική επιβάρυνση των επιχειρήσεων από εκπτώσεις και επιστροφές τα τελευταία χρόνια έχει φθάσει στα 5,3 δισ. ευρώ.

Η ετήσια έκδοση του ΙΟΒΕ «Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2018», καθώς και τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης «Η συμβολή του κλάδου φαρμάκου στην ελληνική οικονομία» επιβεβαιώνουν, όπως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά, ότι «βγήκαμε από τα μνημόνια, αλλά όχι και από την κρίση», καθώς η φαρμακευτική δαπάνη έχει καθηλωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα, την ώρα που οι δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις αυξάνουν τη ζήτηση φαρμάκων.

Ειδικότερα,

  • Η συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας υποχώρησε κατά 30.9% την περίοδο 2010 - 2017, με τη μεγαλύτερη υποχώρηση να σημειώνει η δημόσια χρηματοδότηση η οποία μειώθηκε κατά 38.2%.
  • Η σημαντική μείωση της συμβολής του δημόσιου τομέα στη φαρμακευτική δαπάνη είχε ως αποτέλεσμα την μετατόπιση στον ιδιωτικό και δη στη φαρμακοβιομηχανία. Η φαρμακοβιομηχανία μέσα από το clawback και τα rebates καλύπτει τις ανάγκες των ασθενών για φαρμακευτική κάλυψη παρέχοντας δωρεάν 1 στα 3 φάρμακα σε εξωνοσοκομειακό και 1 στα 2 φάρμακα σε νοσοκομειακό επίπεδο.
  • Το 2018 η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη διαμορφώθηκε στα 3,6 δισεκ. ευρώ το 2018 (εκ των οποίων μόλις το 1,945 δισ. ευρώ αποτελεί δημόσια χρηματοδότηση). Ενώ η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη παραμένει σχετικά σταθερή την περίοδο 2012-2018, η δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη υπέστη σημαντική μείωση κατά 62% την περίοδο 2009-2018.
  • Το βάρος μετατοπίστηκε στον ιδιωτικό τομέα, με το μεγαλύτερο μέρος να επωμίζεται ο φαρμακευτικός κλάδος, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων που καταβάλει. Η δημόσια νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, την περίοδο 2012-2015, έφτανε περίπου στα 760 εκατ. ευρώ. Από το 2016 και ύστερα με την επιβολή κλειστού προϋπολογισμού, μειώθηκε σημαντικά κατά -30%, με αποτέλεσμα να συμμετέχει η φαρμακοβιομηχανία με 436 εκατ. ευρώ το 2018.
  • Η σημαντική μείωση της συμβολής του δημοσίου τομέα στη φαρμακευτική δαπάνη είχε ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση στον ιδιωτικό, όπου για το 2018 η συμμετοχή των ασθενών στην εξωνοσοκομειακή  φαρμακευτική δαπάνη φτάνει περίπου στα 625 εκατ. ευρώ και της βιομηχανίας στα 990 εκατ. ευρώ, ενώ στη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη η συμμετοχή της βιομηχανίας φτάνει στα 436 εκατ. ευρώ.
  • Το ΙΟΒΕ αναδεικνύει τη μεγάλη σημασία του δημογραφικού προβλήματος, καθώς διαχρονικά σημειώνεται μείωση των γεννήσεων (κατά 36 χιλ. άτομα το 2017) και αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού (άνω των 65 ετών), από 21,9% του συνολικού πληθυσμού το 2017 στο 36,5% το 2050. Αυτό οδηγεί σε αυξανόμενη ανάγκη για φαρμακευτική και υγειονομική περίθαλψη, κάτι που συνεπάγεται και αυξημένη ανάγκη για δημόσια χρηματοδότηση σε δαπάνες υγείας και φαρμακευτική κάλυψη. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα (ασθενείς και βιομηχανίες) έχει ενισχυθεί σημαντικά, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι αυτή μπορεί να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα σε ένα περιβάλλον μακροχρόνιας ανεργίας και μείωσης του εισοδήματος των Ελλήνων.

Πάντως, όπως επισήμανε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας, ο κλάδος ως τώρα αντέχει στις πιέσεις, κυρίως χάρη στην εξωστρέφειά του και παρότι συνεχίζεται η καθυστέρηση στη διαμόρφωση του κατάλληλου πλαισίου για την αύξηση της συμμετοχής των γενοσήμων στη συνολική κατανάλωση φαρμάκων.

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η φαρμακοβιομηχανία εξακολουθεί να δαπανά σημαντικά ποσά για Έρευνα και Ανάπτυξη, καθώς αντιπροσωπεύει το 8% της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης για Ε&Α στην Ελλάδα (2015), ενώ μέχρι το 2018 διεξήχθησαν 2.506 κλινικές μελέτες ανεξαρτήτου τύπου και φάσης (1.434 ολοκληρωμένες).

Η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων σε αξία το 2017 ανήλθε στα 954 εκατ. ευρώ, ενώ η προστιθέμενη αξία στα 668 εκατ. ευρώ (3,0% μερίδιο στον κλάδο της μεταποίησης). Οι απασχολούμενοι στην παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων άγγιξαν τα 14,4 χιλ. άτομα το 2017, με το 60,5% των απασχολούμενων να είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.

Σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2018 σε 1,4 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 4,3% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών όλων των αγαθών για το 2018.

Η συνολική συνεισφορά του κλάδου του φαρμάκου σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε 6,1 δισ. ευρώ (3,4% του ΑΕΠ) το 2017. Για κάθε €1 προστιθέμενης αξίας των εταιριών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται άλλα €2,9 στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας.

Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 122 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 3,0% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει άλλες 4,7 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα 1,7 δισ. ευρώ.

Μιλώντας στην παρουσίαση της μελέτης, ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, κ. Ολύμπιος Παπαδημητρίου, σημείωσε ότι, παρά την έξοδο από τα μνημόνια, η λιτότητα στον χώρο της υγείας συνεχίζεται με τη λογική της κλειστής φαρμακευτικής δαπάνης να επεκτείνεται μέχρι το 2022 με νομοθετική ρύθμιση, γεγονός που επιδεινώνει ακόμη περισσότερο τις συνθήκες λειτουργίας και τις προοπτικές του κλάδου στη χώρα.

Στη συνέχεια, εξέφρασε τον έντονο προβληματισμό των εταιριών του κλάδου για την χρονιά που διανύουμε: «Και ενώ μέχρι τώρα οι δυσβάστακτες υποχρεωτικές επιστροφές της φαρμακοβιομηχανίας προς το κράτος (για τα έτη 2012-2018 πληρώσαμε σε υποχρεωτικές επιστροφές κι εκπτώσεις € 5,3 δισεκ.!) δεν φαίνεται να επηρέασαν την πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες τους, κάτι τέτοιο φαίνεται δύσκολο να συνεχιστεί στο μέλλον, αφού οι προβλέψεις για τη φετινή χρονιά, αλλά και για τις επόμενες, φαντάζουν εξαιρετικά δυσοίωνες.

Ήδη για το πρώτο δίμηνο (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2019) το clawback του ΕΟΠΥΥ είναι αυξημένο κατά 16% συγκριτικά με το πρώτο δίμηνο του 2018! Η είσοδος νέων καινοτόμων θεραπειών στη χώρα καθίσταται προβληματική, ενώ δεν αποκλείεται να κινδυνεύσουν να λείψουν από την αγορά και καθιερωμένες θεραπείες που ήδη χρησιμοποιούνται από σημαντικό αριθμό ασθενών».

Κλείνοντας ανέφερε: «Με την παρούσα κατάσταση καθίσταται ανύπαρκτη κάθε δυνατότητα μελλοντικού σχεδιασμού και απομακρύνεται το τρένο της ανάπτυξης. Βγήκαμε από τα μνημόνια, αλλά όχι από την κρίση».

ΣΧΕΤΙΚΑ