Νίκες ελληνικών σημάτων στον πόλεμο... αναψυκτικών

Απώλειες που ξεπερνούν τα 300 εκατ. ευρώ καταγράφει τα τελευταία χρόνια η ελληνική αγορά αναψυκτικών, καθώς αποδείχτηκε ότι ήταν ένα προϊόν που έκοψαν εύκολα οι Έλληνες λόγω κρίσης και μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος, αλλά και λόγω της υιοθέτησης πιο υγιεινών διατροφικών προτύπων.

Με τις απώλειες του τζίρου του κλάδου να φτάνουν το 50%, οι κυριότεροι παίχτες της αγοράς, αναδιαμορφώνουν την τακτική τους και δίνουν μάχη για την κατάκτηση μεγαλύτερου μεριδίου της πίτας, η οποία χαρακτηρίζεται από την ενίσχυση των ελληνικών εταιρειών, έναντι των πολυεθνικών.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Infobank Hellastat o κλάδος των αναψυκτικών χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό συγκέντρωσης και έντονο ανταγωνισμό.

Τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς κατέχουν οι δύο πολυεθνικές Coca Cola και Pepsico, καθώς και η ελληνική εταιρεία Λουξ.

Τα τελευταία χρόνια οι εγχώριες επιχειρήσεις έχουν ενισχύσει τα μερίδιά τους, σε αντίθεση με τις πολυεθνικές, ενώ παρατηρείται και η είσοδος παικτών από άλλους κλάδους (όπως για παράδειγμα η ΒΙΚΟΣ, η οποία μέχρι πρώτινος είχε κύρια δραστηριότητα την εμφιάλωση μεταλλικού νερού).

Αντιθέτως, παρατηρείται κάμψη των μεριδίων των δύο πολυεθνικών Coca-Cola και Pepsico, με την πρώτη να διατηρεί ακόμα με διαφορά την πρώτη θέση, έχοντας όμως υποστεί απώλειες, ενώ η δεύτερη έχει υποχωρήσει στην τρίτη θέση, με μονοψήφιο ποσοστό. Πλέον, οι δύο εταιρείες κατέχουν αθροιστικά περίπου το 70%-75% της αγοράς, έναντι 85% πριν την εκδήλωση της ύφεσης.

Αναφορικά με την κατανάλωση στα ράφια των super market, τα αναψυκτικά τύπου cola καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος με περίπου 60%, ενώ έπεται η κατηγορία flavor (πορτοκαλάδες, λεμονάδες κ.λπ.), τα αναψυκτικά lemon lime (τύπου sprite κ.λπ.) και τα mixers (όπου περιλαμβάνονται οι σόδες).

Επίσης, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας καταλαμβάνουν λιγότερο από το 4% του όγκου στα super market, μερίδιο που θεωρείται αρκετά χαμηλό.

Leader του κλάδου αναψυκτικών παραμένει η Coca Cola, τα καθαρά έσοδα της οποίας το 2018 ανήλθαν σε 2,47 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 1,4%. Στην Ελλάδα ο όγκος πωλήσεων αυξήθηκε κατά 4,5%, υποβοηθούμενος από την αύξηση του τουρισμού και το σταδιακά βελτιούμενο οικονομικό περιβάλλον. Η ανάπτυξη στα ανθρακούχα αναψυκτικά προήλθε κυρίως από την Coca - Cola Zero, ενώ οι πωλήσεις της Sprite ανέκαμψαν ύστερα από επτά χρόνια.

Πριν από περίπου 1,5 χρόνο η Coca Cola παρουσίασε στην ελληνική αγορά την η Coca-Cola στέβια, που όπως υποστηριζει η διοίκηση του Ομιλου έχει καταφέρει να προσελκύσει νέους καταναλωτές στην κατηγορία των αναψυκτικών. Για του λόγου το αληθές το 30% του όγκου πωλήσεων προέρχεται από καταναλωτές που προηγουμένως δεν έπιναν αναψυκτικά.

Ισχυρό πλήγμα έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια η Pepsico, τα μερίδια αγοράς της οποίας έχουν πλέον υποχωρήσει σε μονοψήφια νούμερα, αναγκάζοντας την να κλείσει το εργοστάσιο της στα Οινόφυτα και να μεταφέρει την παραγωγή της στη Ρουμανία.

Πρόσφατα η Pepsico HBH προχώρησε σε διαγραφή των συσσωρευμένων της ζημιών ύψους 70 εκατ. ευρώ μετά την από 12 χρόνια ζημιογόνων χρήσεων.

Αξιόλογη και συνεχώς ανοδική πορεία συνεχίζουν να καταγράφουν οι ελληνικές εταιρείες αναψυκτικών όπως η Green Cola, η Λουξ, ο Βίκος αλλά και η ΕΨΑ.

Η Green Cola έχει καταφέρει να ενισχύσει σημαντικά τα μερίδια αγοράς της στην ελληνική αγορά, ενώ αξιοσημείωτη είναι η πορεία της και στο εξωτερικό.

Η εταιρεία διατηρεί σταθερά τη δεύτερη θέση στην κατηγορία αναψυκτικών τύπου cola καταγράφοντας υψηλό μερίδιο αγοράς , ενώ είναι πρώτη σε προτιμήσεις στην κατηγορία των αναψυκτικών με στέβια με ποσοστό που ξεπερνά το 70%.

H εταιρεία έχει σήμερα παρουσία σε 25 αγορές με εξαγωγές που πραγματοποιούνται σε αυτές καθώς και παρουσία σε 10 αγορές με τοπική παραγωγή, μέσω συνεργασίας με εμφιαλωτές.

Παράλληλα έχει ενισχύσει περαιτέρω την παρουσία και τις δραστηριότητες της σε περιοχές όπως αυτές της Ιβηρικής, της Γερμανίας, της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων, ενώ στην παρούσα φάση εστιάζει το ενδιαφέρον της στις Αραβικές χώρες, την Αμερική και την Αυστραλία.

Η Green Cola έχει καταφέρει μέσα στην τελευταία 10ετία να διπλασιάσει τον τζίρο της και να κατακτήσει τη 2η θέση σε μερίδιο αγοράς των αναψυκτικών συνολικά, σημειώνοντας ενδεικτικά άνοδο της τάξεως του 5% του κύκλου εργασιών της το 2017 σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Έσοδα πάνω από 33 εκατ ευρώ κατέγραψε το 2017 η πατρινή εταιρεία αναψυκτικών Λουξ το 2017, ενώ την τελευταία 10ετία έχει καταφέρει όχι μόνο έχει επιτύχει να διατηρήσει τις θέσεις εργασίας της, αλλά και να τις αυξήσει κατά 102% επενδύοντας στις τοπικές κοινωνίες στις οποίες δραστηριοποιείται.

Εκτός συνόρων, η Λουξ έχει αναπτύξει έντονη εξαγωγική δραστηριότητα, επιτυγχάνοντας πωλήσεις σε 25 χώρες διεθνώς, από την Αμερική έως την Αυστραλία, με τις εξαγωγές να αυξάνονται διαρκώς, ξεπερνώντας το 5% του όγκου πωλήσεων.

Στην παρούσα περίοδο η Λουξ έχει στρέψει το ενδιαφέρον της προς την αγορά της ευρύτερης περιοχής της Μέσης Ανατολής, της Κεντρικής Ευρώπης και των Σκανδιναβικών χωρών.

Αξιοσημείωτη είναι και η πορεία της Βίκος στον κλάδο των αναψυκτικών, στον οποίο εισήλθε μόλις το 2015.

Η Βίκος από το 1990 έως σήμερα έχει επενδύσει συνολικά κεφάλαια ύψους 110 εκατ. ευρώ στα εργοστάσια εμφιάλωσης νερών, αναψυκτικών και πλαστικών φιαλών και πωμάτων που διαθέτει. Μόνο την τελευταία διετία πραγματοποιεί επενδύσεις συνολικού προϋπολογισμού 21 εκατ. ευρώ, σε νέο τεχνικό και μηχανολογικό εξοπλισμό, καθώς και σε κτιριακές εγκαταστάσεις.

Τέλος, αισθητή έχει κάνει την παρουσία της ελληνική αγορά και η ΕΨΑ, η οποία στοχεύει σε αύξηση των σημείων πώλησης λιανικής, ενώ σημαντικά οφέλη εκτιμά ότι θα αποκομίσει από την εκ νέου ενεργοποίηση της συνεργασίας με τη Lidl.

Όσον αφορά την εξαγωγική της δραστηριότητα, ήδη τα πρoϊόντα ΕΨΑ ταξιδεύουν σε 25 αγορές, με το 10% του τζίρου της να πραγματοποιείται εκεί.

Στο στόχαστρο της εταιρείας έχει μπει η αγορά της Σαουδικής Αραβίας, ενώ ήδη έχει παρουσία σε άλλες χώρες του Αραβικού Κόσμου, όπως το Κουβεϊτ και το Κατάρ.

ΣΧΕΤΙΚΑ