Κρίση στο γάλα με «βουτιά» πωλήσεων και ελληνοποιήσεις

Φωτο: Shutterstock

Σε μία νέα εποχή εισέρχεται η ελληνική αγορά αγορά γάλακτος η οποία τα τελευταία χρόνια έχει βρεθεί αντιμέτωπη με δύο βασικά προβλήματα, την πτώση των πωλήσεων και την αύξηση των ελληνοποιήσεων.

Η πρακτική των εισαγωγών πρώτης ύλης από άλλες χώρες, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία έχουν πλήξει την αξιοπιστία του κλάδου, προκαλώντας έντονες αναταράξεις στην αγορά.

Προς την κατεύθυνση αυτή, δηλαδή της πάταξης των φαινομένων ελληνοποιήσεων, κινείται ο νέος νόμος που δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ την Πέμπτη, ο οποίος προβλέπει ένα αυστηρότερο πλαίσιο ελέγχου της αλυσίδας παραγωγής, επεξεργασίας και διακίνησης γάλακτος, με υψηλά πρόστιμα σε περίπτωση που διαπιστωθούν παραβάσεις.

Με βάση το σχέδιο προβλέπεται μεταξύ άλλων να αυστηροποιηθούν οι κυρώσεις για τους παραβάτες και να φτάσουν μέχρι και την αναστολή λειτουργίας της επιχείρησης, ενώ θεσπίζεται η υποχρεωτική μηνιαία δήλωση των ποσοτήτων του εισκομιζόμενου γάλακτος από τους παραγωγούς και τους αγοραστές γάλακτος.

Σύμφωνα με τις καταγγελίες των παραγωγών της χώρας μεγάλες ποσότητες γάλακτος εισάγονται από γειτονικές χώρες, ενώ όπως καταγγέλλουν οι κτηνοτροφικές ενώσεις της χώρας «εκμεταλλευόμενοι τους πλημμελείς ελέγχους των αρμόδιων υπηρεσιών της Πολιτείας, ορισμένοι εισαγωγείς με αθέμιτες και παράνομες πρακτικές και μεθοδεύσεις επιχειρούν να ελληνοποιήσουν μεγάλες ποσότητες του γάλακτος που εισάγουν. Προκαλούν έτσι ολοένα και περισσότερα φαινόμενα νόθευσης της αγοράς και στρέβλωσης του υγιούς ανταγωνισμού, που λειτουργούν καταστροφικά και παραπλανητικά εις βάρος των παραγωγών και των καταναλωτών αντίστοιχα».

Σημαντική πτώση καταγράφει η αγορά γάλακτος τα τελευταία χρόνια στην χώρα μας, η οποία από το 2013 μέχρι σήμερα έχει απωλέσει περί το 30% της αξίας της, ήτοι περί τα 80 εκατ ευρώ.

Η πτωτική πορεία που ακολουθεί η αγορά του γάλακτος στη χώρα μας ήταν και ο λόγος που δύο μεγάλες εταιρείες του κλάδου, η ΦΑΓΕ αλλά και η Friesland - Campina, γνωστή στους περισσότερους από το γάλα ΝΟΥΝΟΥ, αποχώρησαν από τον κλάδο του «φρέσκου», χαρακτηρίζοντας την εν λόγω δραστηριότητα ασύμφορη.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το 2018 η αγορά γάλακτος κατέγραψε και νέα υποχώρηση περί το 10%, η οποία προκαλεί εκ νέου προβληματισμό στους παραγωγούς, που βλέπουν τα περιθώρια κέρδους τους να μειώνονται σημαντικά και τις τιμές να καταγράφουν πτωτική τροχιά.

Σε θέση μάχης για την ενίσχυση των μεριδίων αγοράς τους ρίχνονται οι γαλακτοβιομηχανίες, με κάποιες εξ αυτών να βλέπουν τα μερίδια τους να συρρικνώνονται, άλλες να μετατρέπονται σε υπολογίσιμες δυνάμεις και άλλες να επανεξετάζουν την παρουσία τους στον κλάδο.

Σε αναδιάθρωση με στόχο την εξοικονόμηση κόστους και την ενίσχυση της ρευστότητας της, προχώρησε πρόσφατα η Δέλτα, η οποία έχει περισσότερα από 60 χρόνια παρουσίας στην ελληνική αγορά.

Η κίνηση αυτή κρίθηκε απαραίτητη καθώς την τελευταία εξαετία οι πωλήσεις της ΔΕΛΤΑ συνεχίζουν να καταγράφουν πτωτική πορεία, χάνοντας τζίρο πάνω από 61 εκατ. ευρώ.

Eιδικότερα, στην αγορά του λευκού γάλακτος, η εταιρεία κινήθηκε πτωτικά το 2017, καταγράφοντας ωστόσο μικρότερη πτώση σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, -5% σε όγκο (-12,1% το 2016) και -7,2% σε αξία (-12,2% το 2016), την ίδια στιγμή που οι ανταγωνιστές της κατέγραψαν μικρότερες απώλειες.

Η Δέλτα, η οποία κατά καιρούς έχει ακουστεί ότι θα τεθεί προς πώληση, διαθέτει 7 υπερσύγχρονες μονάδες παραγωγής εντός και εκτός Ελλάδας, 4 σταθμούς συγκέντρωσης γάλακτος, ένα πανελλαδικό δίκτυο πωλήσεων και διανομής και απασχολεί συνολικά 1.400 άτομα.

Σημαντική θέση στην αγορά του φρέσκου γάλακτος , διατηρεί ο Όλυμπος. Στη διάρκεια του 2017 οι πωλήσεις του ομίλου Τυράς, των αδελφών Δημήτρη και Μιχάλη Σαράντη, που περιλαμβάνει πέντε παραγωγικές μονάδες, τρείς στην Ελλάδα (την Τυράς στα Τρίκαλα, τον Όλυμπο στη Λάρισα και την Ροδόπη), μία στη Βουλγαρία και μία στη Ρουμανία, είχε πωλήσεις ύψους 312 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 10% έναντι του 2016, ενώ για το 2018 εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 330 εκατ. ευρώ με 340 εκατ. ευρώ.

Κατάφερε να ξεπεράσει τις δυσκολίες του παρελθόντος και να «νοικοκυρέψει τα οικονομικά της καθώς η οικονομική κρίση δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη την εταιρία.

Κατάφερε μέσα σε δύο δεκαετίες να εξελιχτεί από μία μικρή οικογενειακή κτηνοτροφική μονάδα σε δυναμική γαλακτοβιομηχανία του σήμερα με έδρα τους Κάτω Αποστόλους του Κιλκίς.

Με επενδύσεις πάνω από 16 εκατ. ευρώ μέσα στην οικονομική κρίση και ένα νέο πλάνο επιπλέον επενδύσεων περίπου 9 εκατ. ευρώ που θα ολοκληρωθεί το 2022, η εταιρεία Φάρμα Κουκάκη, παραμένει προσηλωμένη στο όραμά της που είναι «εμμονή στην υψηλή ποιότητα των προϊόντων διατηρώντας την παράδοση, την ευαισθησία για την επόμενη γενιά και την προσοχή στο ελληνικό περιβάλλον που τη φιλοξενεί».

Το 2017 η γαλακτοβιομηχανία έκλεισε με υπερδιπλάσιο τζίρο, ύψους 25,87 εκατ. ευρώ, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) από 1,19 εκατ. ευρώ το 2008 έφτασαν το 2017 σε 3,98 εκατ. ευρώ, ενώ η αξία των εξαγωγών από μόλις 150.000 ευρώ το 2008 έφτασε τα 2 εκατ. ευρώ. Για το 2018 εκτιμάται ότι οι πωλήσεις κινήθηκαν με ρυθμό αύξησης της τάξης του 10%.

Για την πενταετία 2018-2022 προγραμματίζει νέες επενδύσεις ύψους 8,5 εκατ. ευρώ για τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό του μηχανολογικού εξοπλισμού και την επέκταση της παραγωγικής δομής του εργοστασίου. Τα σχέδια της εταιρείας περιλαμβάνουν επέκταση των υφιστάμενων κατηγοριών στις οποίες δραστηριοποιείται σε νέα προϊόντα, προσανατολισμένα στις σύγχρονες απαιτήσεις του καταναλωτή.

Προσηλωμένη στην ανάκτηση μέρους του χαμένου τζίρου της περιόδου της κρίσης, που ξεπέρασε τα 70 εκατ. ευρώ, η ΜΕΒΓΑΛ, με προσεκτικά βήματα και σε συνεργασία με τις πιστώτριες τράπεζες, επιχειρεί την ενδυνάμωση της με νέες επενδύσεις. Αν και δεν πέτυχε το στόχο για πωλήσεις πάνω από 115 εκατ. ευρώ κατά την περσινή χρονιά, η εταιρεία στοχεύει σε υψηλότερο κύκλο εργασιών με αιχμή του δόρατος την παραγωγή γιαουρτιού, ενώ θα επενδύσει επιπλέον 4 εκατ. ευρώ μέχρι το 2020.

Σήμερα η ΜΕΒΓΑΛ είναι μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής φρέσκων γαλακτοκομικών προϊόντων στην Ελλάδα και η πρώτη στη Βόρεια Ελλάδα.

Δραστηριοποιείται στην καρδιά της παραγωγής του αγελαδινού γάλακτος, στη Μακεδονία, όπου παράγεται το 67% του φρέσκου γάλακτος της Ελλάδας και εισκομίζει σταθερά πρώτη ύλη από 700 φάρμες της ευρύτερης περιοχής.

H ΔΩΔΩΝΗ, διαθέτει σήμερα τη μεγαλύτερη Ζώνη Γάλακτος στην Ελλάδα αυξάνοντας τον αριθμό των συνεργαζόμενων παραγωγών της σε ποσοστό 4%.

Η συνολική προμήθεια ποσοτήτων γάλακτος αυξήθηκε κατά 3,5%, ενώ την τελευταία εξαετία ξεπέρασε το 20%.

Συγκεκριμένα το αιγοπρόβειο γάλα αυξήθηκε κατά 20% μεσοσταθμικά ανά παραγωγό, ενώ το αγελαδινό αυξήθηκε κατά 7%.

Η συμβολή της εταιρίας στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας καταδεικνύεται από το γεγονός ότι ετησίως το 60% του τζίρου της παραμένει στην ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου. Μόνο για την προμήθεια του γάλακτος το συνολικό ποσό που κατεβλήθη και αντιστοιχεί την τελευταία εξαετία έφτασε τα 390 εκατ. ευρώ.

Το 2018 έκλεισε με ενοποιημένες πωλήσεις στα 125 εκατ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές από Ελλάδα –χωρίς δηλαδή να συμπεριλαμβάνεται ο κύκλος εργασιών της Dodoni Cyprus Ltd– αντιστοιχούν πλέον στο 40% του συνολικού τζίρου της γαλακτοβιομηχανίας, από 37% το 2017.

Εισήλθε πρόσφατα στην αγορά του γάλακτος των 18 ημερών, με τις πωλήσεις να κινούνται σε ικανοποιητικά επίπεδα. Ο λόγος για την ΕΒΟΛ η οποία για την κυκλοφορία του νέου προϊόντος, προχώρησε σε επένδυση ύψους 1 εκατ. και σχεδιάζει την επέκταση του δικτύου διανομής των γαλακτοκομικών προϊόντων της, τον εμπλουτισμό της γκάμας της με νέους κωδικούς αλλά και την εξαγωγική δραστηριότητα ιδίως των βιολογικών προϊόντων της.

Για το 2018 ο τζίρος της ΕΒΟΛ ανήλθε στα 18 εκατ. ευρώ καταγράφοντας αύξηση της τάξης του 10% σε σχέση με το 2017. Τα κέρδη έφτασαν τα 2,2 εκατ. ευρώ, ήτοι αύξηση 15%, ενώ σημαντική ήταν και η αύξηση του όγκου πωλήσεων.

Στην αγορά του φρέσκου γάλακτος εισήλθε η Γιώτης προχωρώντας στην εξαγοράς της γαλακτοβιομηχανίας Στάμου.

Η βιομηχανία Στάμου δραστηριοποιείται στην παραγωγή και εμπορία γαλακτοκομικών προϊόντων από το 1964. Η εταιρεία παράγει μια σειρά προϊόντων όπως: Φρέσκο Παστεριωμένο Γάλα, Γιαούρτι Πρόβειο Πλήρες Και Ελαφρύ (2%) , Γιαούρτι Αγελαδινό Πλήρες Και Ελαφρύ(2%) , Γιαούρτι Στραγγιστό Πλήρες Και Με Λιγότερα Λιπαρά, Επιδόρπια Γάλακτος (Ρυζόγαλα, Κρέμα Κλπ) Και Επιδόρπια Χωρίς Γάλα ( Μουσταλευριά ,Ζελέδες ), βούτυρο λιωμένο, βούτυρο (τύπου Κερκύρας) Αριανι .

Επίσης διαθέτει και δικά της γαλακτοπωλεία σε διάφορα σημεία της Αττικής.

Πρωτοπόρησε στην ελληνική αγορά δημιουργώντας τα λεγόμενα ΑΤΜ's γάλακτος.

Η συνεταιριστική γαλακτοβιομηχανία ξεκίνησε το 2012 με τον πρώτο αυτόματο πωλητή συσκευασμένου γάλακτος στην έδρα της, στην Λάρισα και εν συνεχεία έκανε το επόμενο βήμα στην Θεσσαλονίκη και την Αθήνα φθάνοντας στις τρεις πόλεις να έχει πάνω από 60 καταστήματα.

Επιπλέον, το 2017 αποτέλεσε την χρονιά όπου αναπτύχθηκαν οι συνεργασίες μέσω της μεθόδου franchise, διαδικασία που συνεχίζεται έως και σήμερα.

Αν και σήμερα η ΘΕΣγάλα ετοιμάζεται να υποβάλλει αίτημα υπαγωγής στο άρθρο 106Β, εντούτοις αντιμετωπίζει το μέλλον με αισιοδοξία, αφού εκτιμά ότι το business plan που έχει εκπονηθεί σε συνεργασία με τις πιστώτριες τράπεζες, θα εξασφαλίσει τόσο την βιωσιμότητα, όσο και την περαιτέρω ανάπτυξη της.

ΣΧΕΤΙΚΑ