Σε επιφυλακή για την τιμή του φυσικού αερίου

Φώτο: Associated Press

“Θα δούμε” ήταν η λακωνική απάντηση αρμόδιας πηγής, στο αν και πότε θα πρέπει να ανησυχούμε για την τιμή του φυσικού αερίου, ειδικά σε συνάρτηση με το πώς επηρεάζει την τιμή του ρεύματος.    

Στη διάρκεια του Οκτωβρίου, χωρίς να υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος, η τιμή του φυσικού αερίου ανέβηκε 9,5% και πριν καλά- καλά το αντιληφθούμε, βρέθηκε πάνω από τα 40 ευρώ, δοκιμάζοντας, μάλιστα και το όριο των 45 ευρώ στη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας.    

Η... αισιόδοξη ματιά μάς λέει ότι ακόμα κι έτσι, το φυσικό αέριο κινείται περίπου 16,5% χαμηλότερα από τα περσινά επίπεδα, οι ευρωπαϊκές αποθήκες έχουν μέση πληρότητα 95% κι από τη στιγμή που η Γηραιά Ήπειρος δεν αναμένεται να δοκιμαστεί από χαμηλές θερμοκρασίες τουλάχιστον μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, δεν συντρέχει ιδιαίτερος λόγος ανησυχίας. Υπάρχει, όμως και η άλλη ματιά.    

Κατ’ αρχάς, η τιμή του φυσικού αερίου κινείται περίπου 10 ευρώ πάνω από το βασικό σενάριο έτους κι αυτό σίγουρα δεν είναι καλό για τα μακροοικονομικά σενάρια, που έχουν εκπονήσει οι ευρωπαϊκές και οι εθνικές Αρχές. Επιπλέον, οι βραχυχρόνιες προβλέψεις μόνο εφησυχασμό δεν επιτρέπουν. Σύμφωνα με το μοντέλο της Trading Economics, η τιμή του φυσικού αερίου αναμένεται να “παίξει” στα 42,84 ευρώ στο τέλος του τριμήνου, για να ανέβει ως τα 47,02 ευρώ σε ορίζοντα 12μήνου.    

Το ντόμινο στο ρεύμα  

Σε μια συγκυρία, όπου η ελληνική κυβέρνηση πριμοδοτεί την κατανάλωση ρεύματος για θέρμανση, είναι προφανές ότι κάθε αλλαγή στις παραμέτρους της εξίσωσης, δεν είναι ευπρόσδεκτη.    

Οι ανακοινώσεις των παρόχων για τις καταναλώσεις του Νοεμβρίου αναμένεται να δώσουν ελαφρώς χαμηλότερη μέση τιμή (κάτω από τα 15 λεπτά) σε σχέση με τα τιμολόγια του Οκτωβρίου. Άλλωστε, η μέση χονδρική τιμή στη διάρκεια αυτού του μήνα, διαμορφώνεται οριακά πάνω από τα 90 ευρώ, δηλαδή περίπου 12 ευρώ χαμηλότερα από τον Σεπτέμβριο. Από την άλλη, το γεγονός ότι όταν “φεύγουν” οι ΑΠΕ τις απογευματινές ώρες, η χονδρική εκτινάσσεται ακόμα και πάνω από τα 300 ευρώ λόγω φυσικού αερίου, δεν μπορεί να μην προβληματίζει ειδικά αν σκεφτεί κανείς τι θα γίνει στο τρίμηνο Δεκεμβρίου- Φεβρουαρίου, δηλαδή στην “καρδιά” του χειμώνα.    

Επιπλέον, όταν συζητά κανείς για φυσικό αέριο και ρεύμα, θα πρέπει να έχει κατά νου και το επιπλέον κόστος για μικρές και μεγαλύτερες επιχειρήσεις, δηλαδή για τις επιπτώσεις σε όλη την παραγωγική- εφοδιαστική αλυσίδα. Η ειδική αναφορά του προέδρου του ΣΕΒ στην πρόσφατη Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου, ενώπιον του Πρωθυπουργού, μόνο τυχαία δεν ήταν.    

Crash test στις τιμές του ρεύματος    

Το πρόβλημα σαφώς και δεν είναι μόνο ελληνικό. Οι μετρήσεις της Eurostat για το πρώτο εξάμηνο του 2024 έδειξαν ότι παρά τις μειώσεις στο κόστος της ενέργειας, του εφοδιασμού και των υπηρεσιών δικτύου (-2% σε σύγκριση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023), οι συνολικές τιμές αυξήθηκαν ελαφρώς (+2%), καθώς οι κυβερνήσεις μείωσαν τις επιδοτήσεις, τα επιδόματα και τις μειώσεις φόρων για τους καταναλωτές (οι συνολικοί φόροι αυξήθηκαν κατά 16%, από το δεύτερο εξάμηνο του 2023).    

Οι υψηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των φόρων, για τους οικιακούς καταναλωτές το πρώτο εξάμηνο του 2024 εντοπίζονται στη Γερμανία (39,5 ευρώ ανά 100 kWh), ακολουθούμενη από την Ιρλανδία (37,4 ευρώ) και τη Δανία (37,1 ευρώ).    

Στο άλλο άκρο της κλίμακας, τα ουγγρικά νοικοκυριά είχαν τις χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας (10,9 ευρώ ανά 100 kWh), ακολουθούμενα από τη Βουλγαρία (11,9 ευρώ) και τη Μάλτα (12,6 ευρώ).   

Όσον αφορά στην Ελλάδα, με τιμή 21,7 ευρώ ανά 100 kWh ή 0,217 ευρώ ανά κιλοβατώρα, κινήθηκε πολύ κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και 2-3 λεπτά χαμηλότερα από Πορτογαλία και Ισπανία. Ακόμα κι έτσι, η σύγκριση με τις τιμές προ κρίσης, δεν είναι ιδιαιτέρως ευχάριστη. Στο δεύτερο εξάμηνο του 2019, η μέση τιμή της κιλοβατώρας ήταν στα 0,155 ευρώ, κάνοντας άλμα γύρω στα 4 λεπτά το δεύτερο εξάμηνο του 2021, όταν δηλαδή η Ευρώπη έμπαινε στο τούνελ της ενεργειακής κρίσης.    

ΣΧΕΤΙΚΑ