Τι κερδίζει η Ελλάδα από την καθοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για φυσικό αέριο και ρεύμα - Τι προβληματίζει τις Βρυξέλλες
Το… κερασάκι στην τούρτα είναι η αναθεώρηση προς τα κάτω και των εκτιμήσεων για το πετρέλαιο.
«Αέρα» από 0,2 ως 0,4 ποσοστιαίες μονάδες θα πάρει το ΑΕΠ, αν επιβεβαιωθούν οι νέες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την τιμή του φυσικού αερίου. Και τα στοιχεία της αγοράς μαρτυρούν ότι δεν συντρέχει λόγος αυτήν τη στιγμή, να μη «βγουν» αυτές οι εκτιμήσεις.
Οι Χειμερινές Προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβεβαίωσαν τα στοιχεία και τους πρόδρομους δείκτες, που «φωτογράφιζαν« την οικονομία της Ευρωζώνης «κολλημένη» γύρω στο «0» για όλο το 2024. Από την άλλη, συμπεριλαμβάνουν και καλά νέα, που φτάνουν μέχρι τη δική μας πόρτα.
Σύμφωνα με τους τεχνοκράτες της Κομισιόν, η μέση τιμή του φυσικού αερίου αυτήν τη χρονιά θα είναι οριακά χαμηλότερη από τα 30 ευρώ (29,8 ευρώ για την ακρίβεια) κι αυτή η πρόβλεψη είναι πολύ καλύτερη από την προ ολίγων μηνών εκτίμηση για μέση τιμή φυσικού αερίου στα 55,1 ευρώ, δηλαδή 25 ευρώ παραπάνω. Αυτή η αναθεώρηση προς τα κάτω συμπαρασύρει και τις εκτιμήσεις για τη μέση χονδρική τιμή του ρεύματος, που υπολογίζεται, πλέον, στα 74,7 ευρώ έναντι 113,5 ευρώ.
Τι κερδίζει η Ελλάδα
Ο ελληνικός Προϋπολογισμός έχει «χτιστεί» με βάση την παραδοχή ότι η μέση τιμή του φυσικού αερίου φέτος θα είναι 45 ευρώ. Αν επιβεβαιωθούν οι νέες εκτιμήσεις της Κομισιόν, τότε προκύπτει μια διαφορά 15 ευρώ, από την οποία μόνο ωφελημένη θα είναι η ελληνική οικονομία, όπως αποδείχθηκε άλλωστε και την περυσινή χρονιά, μετά τη «βουτιά» του φυσικού αερίου.
Όσο κι αν δεν υπάρχει ειδικός αλγόριθμος για να υπολογίσει κανείς το άμεσο όφελος στο ΑΕΠ, μπορεί να καταλήξει διά της πλαγίας και σύμφωνα με αρμόδια πηγή το όφελος αυτό είναι περίπου 500 εκατ. ευρώ, δηλαδή γύρω στις 0,2 ποσοστιαίες μονάδες. Αν στην παραπάνω ενεργειακή εξίσωση συνυπολογιστεί το όφελος από την ανακούφιση νοικοκυριών- επιχειρήσεων από τα υψηλά ενεργειακά κόστη, άρα και τη δυνατότητα μεγαλύτερης κατανάλωσης και επενδύσεων, όπως επίσης την «ανακούφιση» του εμπορικού ισοζυγίου, γίνεται αντιληπτό ότι ενισχύεται ακόμα περισσότερο ο ενάρετος κύκλο της οικονομίας.
Η εξίσωση γίνεται ακόμα πιο θετική αν μπει κανείς στον πειρασμό να συνυπολογίσει τα οφέλη και στον Κρατικό Προϋπολογισμό. Μικρότερες ενεργειακές δαπάνες για υπουργεία, ΟΤΑ και φορείς Γενικής Κυβέρνησης είναι το προφανές κέρδος για το ΓΛΚ, το οποίο την περασμένη διετία έξυσε το βαρέλι για να χρηματοδοτήσει μέτρα στήριξης 10 δισ. ευρώ, ενώ η τόνωση της κατανάλωσης μόνο καλά νέα φέρνει για τα φορολογικά έσοδα.
Το… κερασάκι στην τούρτα είναι η αναθεώρηση προς τα κάτω και των εκτιμήσεων για το πετρέλαιο. Αν και ο μαύρος χρυσός μας έχει συνηθίσει σε δυσάρεστες εκπλήξεις, η Κομισιόν εκτιμά ότι η τιμή του φέτος θα «παίζει» περίπου 6 δολάρια χαμηλότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις, δηλαδή στα 78,5 δολάρια. Αυτονόητο είναι το όφελος και για την ελληνική οικονομία, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι το μακροοικονομικό σενάριο έχει ως σενάριο βάσης τα 84,5 δολάρια. Υπολογισμοί έχουν δείξει ότι κάθε διαφορά 10 δολαρίων- προς τα κάτω ή προς τα πάνω- έχει επίπτωση περίπου 0,2 ποσοστιαίες μονάδες στο ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Κομισιόν, οι ενεργειακές τιμές spot το δ' 3μηνο του 2023 αποδείχθηκαν χαμηλότερες από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως (κατά 15% τόσο για το φυσικό αέριο όσο και για την ηλεκτρική ενέργεια TTF). Οι τιμές του φυσικού αερίου ήταν λίγο κάτω από 30 EUR/MWh και η καμπύλη των προθεσμιακών συμβολαίων παραμένει επίπεδη γύρω από αυτό το σημείο αναφοράς μέχρι το δ’ 3μηνο του 2025, το οποίο θα υποδηλώνει μείωση 46% το 2024 και 32% το 2025, σε σύγκριση με τις Φθινοπωρινές Προβλέψεις.
Τι προβληματίζει τις Βρυξέλλες
Στις Βρυξέλλες θεωρούν ότι η έκθεση της Ε.Ε. στη μεταβλητότητα των τιμών της ενέργειας έχει περιοριστεί. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν υπάρχουν κίνδυνοι. Η απειλή διακοπής των παραδόσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου λόγω της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή αποτελεί ένα νέο ρίσκο.
Όπως σημειώνει σε ειδική ανάλυση η Κομισιόν, ο αντίκτυπος από τις επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα είναι επί του παρόντος περιορισμένος. Ωστόσο, η περαιτέρω κλιμάκωση αποτελεί σαφή κίνδυνο για τις οικονομικές προοπτικές, ιδίως εάν η σύγκρουση διαταράξει τις προμήθειες ενέργειας, προκαλώντας εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.