Σδούκου: Ενεργειακή γέφυρα για την υπόλοιπη Ευρώπη η Βόρεια Ελλάδα

NEWSROOM
Σδούκου: Ενεργειακή γέφυρα για την υπόλοιπη Ευρώπη η Βόρεια Ελλάδα
Η Αλεξάνδα Σδούκου / Eurokinissi

Ως μια ενεργειακή γέφυρα με την υπόλοιπη Ευρώπη χαρακτήρισε την περιοχή της Βόρειας Ελλάδας η υφυπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Αλεξάνδρα Σδούκου, μιλώντας σήμερα στο συνέδριο της voria. gr στη Θεσσαλονίκη, ενώ πρόσθεσε ότι στον ελληνικό Βορρά λειτουργούν ηδη πάνω από 7000 σταθμοί Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), συνολικής ισχύος 3,5 γιγαβάτ, που αντιστοιχούν στο 30% της εγκατεστημένης ισχύος στη χώρα.

«Για να πιάσουμε τον εθνικό στόχο (για τις ΑΠΕ), η μισή ισχύς αναμένεται να προέρχεται από σταθμούς στη Βόρεια Ελλάδα» επισήμανε και συμπλήρωσε πως είναι σίγουρο ότι η Βόρεια Ελλάδα θα έχει ένα εντελώς διαφορετικά διαμορφωμένο ενεργειακό τοπίο τα επόμενα χρόνια. Ενδεικτικά ανέφερε, μεταξύ αλλων, τα γεωθερμικά πεδία, την απολιγνιτοποίηση της δυτικής Μακεδονίας, το γεωπολιτικό στάτους που προσδίδει στην περιοχή και συνολικά στην Ελλάδα το FSRU στην Αλεξανδρούπολη, τον ελληνοβουλγαρικό αγωγό στην Κομοτηνή, αλλά και τη σημασία των ηλεκτρικών διασυνδέσεων με τη Βουλγαρία, τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία.

Η κα Σδούκου επισήμανε ακόμα ότι η αποθήκευση ενέργειας είναι «το επόμενο μεγάλο πράγμα» για την κυβέρνηση στην επόμενη τετραετία και πρόσθεσε πως χρειάζεται χρόνος για να προσαρμοστούν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας οι βιομηχανικές και κτηριακές εγκαταστάσεις της χώρας.

Αναφέρθηκε δε και στο πανευρωπαϊκό -όπως είπε- πρόβλημα των ηλεκτρικών δικτύων να «σηκώσουν» την ανάπτυξη των ΑΠΕ. «Και εδώ στη Βόρεια Ελλάδα υπάρχει τέτοιο ζήτημα (...) κι αν έχουμε 450 υποσταθμούς (στη χώρα), οι περίπου 150 έχουν πρόβλημα κορεσμού» είπε, εξηγώντας ότι το πρόβλημα που δημιουργήθηκε οφείλεται στην πολύ μεγάλη αύξηση που υπάρχει την τελευταία πενταετία στους σταθμούς ΑΠΕ που συνδέονται με το δίκτυο και στη μεγάλη επενδυτική όρεξη στον κλάδο. Παρόλα αυτά, υπάρχει πρόοδος σε ό,τι αφορά την εγκατεστημένη ισχύ, τόσο στον ΔΕΔΔΗΕ (όπου από το 2019 μέχρι σήμερα έχουν εγκατασταθεί 3 γιγαβάτ «και άλλα τόσα εκτιμούμε ότι θα συνδεθούν μέχρι το 2025»), όσο και στον ΑΔΜΗΕ.

Τη ρητή διαβεβαίωση ότι το Μετρό Θεσσαλονίκης θα παραδοθεί πράγματι τον Νοέμβριο του 2024, έδωσε στην ίδια εκδήλωση o υφυπουργός Υποδομών, Νίκος Ταχιάος, ο οποίος πρόσθεσε ότι αντιλαμβάνεται τη δυσπιστία των Θεσσαλονικέων για την τήρηση του χρονοδιαγράμματος. «Σας διαβεβαιώνω ότι πρέπει να αρχίσετε να πιστεύετε εμάς που έχουμε την πολιτική ευθύνη του έργου, ότι αυτό θα είναι εμπορικά λειτουργικό τον Νοέμβριο. Δεν περιμένω να με πιστέψει κανένας, όμως τον επόμενο Νοέμβριο όντως θα μπαίνετε στο Μετρό» είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι στις αρχές Ιανουαρίου θα ανακοινωθούν περισσότερα για τις επεκτάσεις του Μετρό Θεσσαλονίκης.

Όσον αφορά το έργο της υπερυψωμένης ταχείας οδού (fly over), ο κ.Ταχιάος τόνισε ότι το πρότζεκτ θα παραδοθεί βάσει χρονοδιαγράμματος, κι αυτό διότι ο εργολάβος θα αρχίσει να λαμβάνει πληρωμές διαθεσιμότητας μετά το πέρας του έργου, άρα έχει έννομο συμφέρον να το ολοκληρώσει στην ώρα του. Αντίστοιχα, είπε, και οι τράπεζες προσβλέπουν στην on track παράδοση του έργου, γεγονός που επίσης συνηγορεί υπέρ της έγκαιρης ολοκλήρωσής του.

Σχετικά με την κυκλοφοριακή συμφόρηση που έχει προκύψει, επισήμανε ότι δεν γίνεται ομελέτα χωρίς να σπάσουν αβγά και ότι θα ήταν αφελές αν θεωρούσε κάποιος ότι ένα οδικό έργο αυτού του μεγέθους θα μπορούσε να γίνει χωρίς όχληση και αναστάτωση για την πόλη. Συμπλήρωσε δε, ότι ουσιαστικά δεν έχει ληφθεί κανένα μέτρο κυκλοφοριακής ρύθμισης για το flyover, παρά μόνο άρχισαν να εφαρμόζονται οι νόμοι, με την Τροχαία να ελέγχει την παράνομη στάθμευση και την κανονιστική του δήμου Θεσσαλονίκης για τις φορτοεκφορτώσεις να τίθεται σε εφαρμογή.

«Ακόμα και σήμερα, που το έργο του flyover υλοποιείται, δεν υπάρχει control room, ούτε συντονισμός μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων» σημείωσε από την πλευρά της η βουλευτής Α' Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Κατερίνα Νοτοπούλου, η οποία επισήμανε ακόμα την ανάγκη συνέχειας σε ό,τι αφορά τα μεγάλα έργα της Θεσσαλονίκης: «Τι φταίει και δεν προχωράμε και τα έργα δεν τελειώνουν ποτέ; Πέρα από την ανάγκη να βρούμε εργαλεία για κοινή συμφωνία (πάνω στα έργα), πρέπει να βρούμε και εκείνα που θα εξασφαλίζουν συνέχεια. Είναι κοινή εκτίμηση των πολιτών πως κάθε κυβέρνηση έχει τον δικό της σχεδιασμό και τα έργα ξεκινούν, σταματούν και δεν βλέπουμε κανένα έργο επί της ουσίας να παραδίδεται» είπε και πρόσθεσε: «στα 50 χρόνια της μεταπολίτευσης, τα 45 κυβέρνησαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και 4,5 ο ΣΥΡΙΖΑ. Τότε μια σειρά από έργα ξεκίνησαν και κάποια ολοκληρώθηκαν, τα περισσότερα πέρασαν στη νέα κυβέρνηση και σήμερα είναι παγωμένα» υπογράμμισε.

Οσον αφορά ειδικά το έργο του flyover σημείωσε «πρόκειται για ένα έργο που δεν συζητήθηκε ποτέ και πουθενά, δεν είχε επικαιροποιημένη τότε συγκοινωνιακή μελέτη και υπήρχαν προβλήματα στην περιβαλλοντική του αδειοδότηση. Παράλληλα, υπήρχε άλλος σχεδιασμός για την ολοκλήρωση της εξωτερικής περιφερειακής, ένα έργο ήδη αδειοδοτημένο». Επισήμανε ακόμα ότι το πραγματικό κόστος του έργου είναι άγνωστο κι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε επερώτηση στη Βουλή, ώστε να λάβει τη σύμβαση του έργου και να μάθει ποιο είναι το τελικό κόστος και ποιες είναι οι ρήτρες. Αναφερόμενη στο Μουσείο Ολοκαυτώματος είπε πως χωρίς επαρκή αιτιολόγηση μετατέθηκε η έναρξή του, ενώ σε ό,τι αφορά την ανάπλαση του εκθεσιακού κέντρου της ΔΕΘ υπενθύμισε ότι το όλο εγχείρημα άρχισε επί ΣΥΡΙΖΑ και ότι η ίδια έχει ήδη δηλώσει την απόλυτη και σθεναρή στήριξή της σε αυτό και πρόσθεσε: «Ξέρουμε πως (το έργο) δεν προχωρά, αντίθετα αλλάζει ο σχεδιασμός και προχωρά ιδιωτικοποίηση και παράδοση του μάνατζμεντ» και αξιοποίηση ως real estate.

Tη διαβεβαίωση ότι το ΠΑΣΟΚ δεν τίθεται κατά του flyover και ότι δεν επιθυμεί το έργο να διαιρέσει την πόλη έδωσε ο γραμματέας Υποδομών του ΠΑΣΟΚ και διευθυντής του Γραφείου Προέδρου του κόμματος στη Θεσσαλονίκη, Δημήτρης Σαρηγιάννης, ο οποίος υπενθύμισε ωστόσο ότι πριν από την πρόκριση αυτού του έργου είχε γίνει προεργασία για εναλλακτικά έργα, τα οποία μάλιστα είχαν ωριμάσει.

Εν έτει 2010, υπενθύμισε, είχε εκπονηθεί master plan για το κυκλοφοριακό, το οποίο κατέληξε σε ΦΕΚ και επέβαλε στην εταιρεία «Εγνατία Οδός ΑΕ» δύο βασικές υποχρεώσεις: την αναβάθμιση της υφιστάμενης Περιφερειακής Οδού, έργο που -μεταξύ άλλων- περιελάμβανε ως υποτμήμα το Flyοver και την κατασκευή ενός εξωτερικού δακτυλίου, πίσω από το Σέιχ Σου, για τις μελέτες του οποίου (του εξωτερικού δακτυλίου) είχαν μάλιστα επενδυθεί από διάφορες κυβερνησεις περί τα 11 εκατ. (6 εκατ. με τις εκπτώσεις) για μελέτες, με χρήματα που προήλθαν από κοινοτικούς πόρους.

Τελικά, είπε, η σημερινή κυβέρνηση επέλεξε ένα έργο -το flyover- που ήταν υποτμήμα του master plan, δεν είχε μελετητική ωριμότητα και ήταν και πολύ ακριβό, ενώ αποφάσισε να παραμερίσει ένα έργο ώριμο, τον εξωτερικό δακτύλιο, που ήταν το βασικό πρότζεκτ του master plan, εξέτρεπε από την πόλη την εμπορευματική και τουριστική κίνηση, συνέδεε το αεροδρόμιο και τα νοσοκομειακά κέντρα της Ευκαρπίας και του Φιλύρου με την πόλη και αναβάθμιζε τον περιαστικό ιστό.

Πληθώρα μεγάλων έργων, τόσο στη Θεσσαλονίκη, όσο και γενικά στη Βόρεια Ελλάδα, από τα Γρεβενά μέχρι τον Έβρο, βρίσκονται σε εξέλιξη, όπως επισήμανε στον χαιρετισμό του ο υφυπουργός Εσωτερικών (Μακεδονίας-Θράκης), Στάθης Κωνσταντινίδης.

Υπενθύμισε πως το Μετρό βρίσκεται σε φάση ολοκλήρωσης και εξέφρασε την πεποίθηση ότι το 2024 το μέσο σταθερής τροχιάς θα έχει πλέον διατεθεί στους πολίτες της Θεσσαλονίκης, ενώ πρόσθεσε πως το επόμενο έτος θα έχει μπει στην αφετηρία το Μουσείο Ολοκαυτώματος και θα έχει συμβασιοποιηθεί, αν όλα πάνε καλά, η 6η προβλήτα στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Αναφέρθηκε ακόμα στις εξελίξεις ως προς το FSRU στην Αλεξανδρούπολη.

«Η Θεσσαλονίκη δεν μπορεί να περιμένει άλλο στην αίθουσα αναμονής»: με το μήνυμα αυτό ο νεοεκλεγείς δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Στέλιος Αγγελούδης, υπογράμμισε την ανάγκη υλοποίησης των αναγκαίων έργων και πρόσθεσε ότι οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των μεγάλων πρότζεκτ υποδομής θέτουν διαρκή εμπόδια στην αναπτυξιακή προοπτική της πόλης και της Βόρειας Ελλάδας.

Οσον αφορά την έναρξη του flyover σημείωσε ότι είναι προφανές ότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η χρησιμότητα και αξία του έργου, το οποίο όμως θα έπρεπε να ξεκινήσει μετά την έναρξη λειτουργίας του Μετρό, με πλήρη κυκλοφοριακή μελέτη που να καθορίζει όλες τις λεπτομέρειες και με απόκριση λεωφορείων ΟΑΣΘ._

ΣΧΕΤΙΚΑ