Ελαιόλαδο: H κρίση της τιμής του «υγρού χρυσού» στην Ελλάδα κρύβει και ευκαιρίες, λένε οι FT

NEWSROOM
Ελαιόλαδο: H κρίση της τιμής του «υγρού χρυσού» στην Ελλάδα κρύβει και ευκαιρίες, λένε οι FT
Φώτο: Shutterstock

Tις προκλήσεις από την αλματώδη αύξηση της τιμής του ελαιόλαδου για τους παραγωγούς στη χώρα μας, αλλά και τις ευκαιρίες που αυτή κρύβει παρουσιάζουν σε άρθρο τους οι Financial Times.

Ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής στο ελαιόλαδο, που αποτελεί βασικό συστατικό της ελληνικής ζωής από την αρχαιότητα, είναι εμφανής σε ολόκληρη την περιοχή της Μεσογείου, όπου την τελευταία διετία έχουν περιοριστεί οι σοδειές, ενώ στη Ρόδο οι αγρότες επλήγησαν το καλοκαίρι από την καταστροφή περίπου 50.000 ελαιόδεντρων από τις δασικές πυρκαγιές.

Το αποτέλεσμα ήταν να εκτοξευτούν οι τιμές του χύμα ελαιόλαδου, του «υγρού χρυσού», όπως το περιγράφει ο Όμηρος, και να διπλασιαστούν μέσα σε ένα χρόνο στα περίπου 9.000 ευρώ ανά τόνο.

Η αύξηση αυτή συμπαρέσυρε προς τα πάνω τόσο τις τιμές λιανικής όσο και τις κλοπές ελαιών και ελαιόλαδου καθώς και τα περιστατικά νόθευσης με φθηνότερα προϊόντα.

Τα ελαιόδεντρα έχουν βαθιές ρίζες στην ελληνική μυθολογία και ιστορία με τη θεά Αθηνά να επικρατεί στη μάχη με τον Ποσειδώνα για την ονοματοδοσία της πόλεως των Αθηνών προσφέροντας ένα ελαιόδεντρο στην Ακρόπολη, έναντι της πηγής αλμυρού νερού που πρόσφερε ο θεός της θάλασσας.

Η αύξηση της τιμής του ελαιόλαδου, ωστόσο, διαταράσσει το εμπόριο της ελιάς στην Ελλάδα. Ο 78χρονος ιδιοκτήτης ελαιοτριβείου στη Μεσσήνη, Παναγιώτης Μητσέας, είπε στη βρετανική οικονομική εφημερίδα ότι για πρώτη φορά αφότου έστησε την επιχείρησή του, του έκλεψαν εκατό λίτρα ελαιόλαδο αξίας εκατοντάδων ευρώ.

Ορισμένοι αγρότες τοποθέτησαν συσκευές GPS σε πλαστικές ελιές για να παρακολουθούν κλοπές της σοδειάς τους, ενώ σούπερ μάρκετ -όπως και στην Ισπανία - βάζουν αντικλεπτικά συστήματα σε φιάλες και δοχεία ελαιόλαδου, λες και είναι μπουκάλια ουίσκι ή ακριβού κρασιού. Κι από εκεί που μέχρι πέρυσι οι Αρχές δεν τηρούσαν ξεχωριστά αρχεία για τις σπάνιες κλοπές ελαιόλαδου, τώρα καταγράφονται τρία με τέσσερα κρούσματα εβδομαδιαίως, σύμφωνα με την Κωνσταντίνα Δημογλίδου, εκπρόσωπο της Ελληνικής Αστυνομίας.

Αλλά η κρίση αυτή της αύξησης της τιμής του λαδιού λόγω της κλιματικής αλλαγής έχει και μια θετική πλευρά για την Ελλάδα με την αύξηση της αξίας του ελαιόλαδου να ωθεί επιχειρηματίες να το διαθέτουν στις ξένες αγορές ως προϊόν πολυτελείας, αντί να αφήνουν γνωστότερες ισπανικές και ιταλικές μάρκες να επωφελούνται από τις αγορές μεγάλων ποσοτήτων του υψηλής ποιότητας ελληνικού ελαιόλαδου.

Η Ελλάδα είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο και παραδοσιακά πουλάει χύμα ελαιόλαδο υψηλής ποιότητας στους μεγαλύτερους ανταγωνιστές της, την Ισπανία και την Ιταλία, οι οποίες το εμφιαλώνουν και το πωλούν στους καταναλωτές ανά την υφήλιο. Και στο εσωτερικό, οι Έλληνες αποκτούν μέσω μιας αφορολόγητης, άτυπης αγοράς αξίας μισού δις. ευρώ τη μεγαλύτερη ποσότητα του δικού τους οικιακού ελαιολάδου, που υποβάλλεται συνήθως σε περιορισμένο ποιοτικό έλεγχο και διατίθεται σε φιάλες χωρίς ετικέτα, τενεκέδες ή πλαστικά δοχεία από συγγενείς ή φίλους που διαθέτουν κάποιον ελαιώνα. Τέτοιες πωλήσεις αποτελούν πλέον αντικείμενο διαπραγμάτευσης μέσω πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης.

Όπως ανέφερε στους FT ο Εμμανουήλ Γιαννούλης, πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου, ορισμένες ποσότητες ελαιολάδου νοθεύτηκαν με άλλα προϊόντα - πρόβλημα που πιθανώς θα επιδεινωθεί καθώς αυξάνονται οι τιμές - και περισσότερα από τα δύο τρίτα του τυχαίου δείγματος ελαιόλαδου δεν πληρούν τα ελληνικά πρότυπα ποιότητας.

Ενα μπουκάλι με ελαιόλαδο

Ωστόσο, περίπου το 82% των 300.000 τόνων που παράγονται κατά μέσο όρο ετησίως στην Ελλάδα, είναι υψηλής ποιότητας εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, το οποίο σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιείται όχι για επώνυμες ελληνικές εξαγωγές, αλλά από Ιταλούς και Ισπανούς παραγωγούς, προκειμένου να δώσουν γεύση στο δικό τους λάδι, σύμφωνα με τον Γιώργο Οικονόμου, γενικό διευθυντής του Sevitel, ενός ομίλου εταιρειών ελαιόλαδου, που εδρεύει στην Αθήνα.

«Ας μην κατηγορούμε τους "κακούς" Ισπανούς και Ιταλούς, αλλά τη δική μας αδυναμία να προσθέσουμε αξία στο ελληνικό ελαιόλαδο και να το πουλήσουμε», είπε στη βρετανική εφημερίδα.

Ο Γιάννης Βαρδής, δικηγόρος ακινήτων που εδρεύει στη Νέα Υόρκη, είναι μεταξύ εκείνων που παρατήρησαν τις αναξιοποίητες εμπορικές δυνατότητες του ελληνικού ελαιόλαδου, λόγος για τον οποίο άρχισε να το εισάγει στις ΗΠΑ.

«Ήθελα να δώσω στο ελληνικό ελαιόλαδο την αξία που του αναλογεί, επειδή είδα με ποιο τρόπο άλλοι εκμεταλλεύονταν αυτό το μοναδικό προϊόν», είπε.

Προ πενταετίας ο κ. Βαρδής επέστρεψε στη γενέτειρά του, τη Σπάρτη, για να στήσει το μεγαλύτερο εργοστάσιο της περιοχής εξάγοντας το ελαιόλαδο Sparta Gourmet ενώ επεξεργάζεται και ελιές Καλαμών προς κατανάλωση.

«Όταν εκτινάχθηκαν πέρυσι οι τιμές στα ύψη, οι Ιταλοί ομόλογοί μου με παρακαλούσαν τους πουλήσω χύμα [ελαιόλαδο] για να αυξήσω τα κέρδη μου. Αλλά προτίμησα να διατηρήσω ανταγωνιστικές τις τιμές μου και να βγω σε νέες αγορές για να διατηρήσω το Λακωνικό ελαιόλαδο ως εμφιαλωμένο προϊόν», δήλωσε.

Η επιχειρηματίας Χριστίνα Στριμπάκου, ιδιοκτήτρια του LIÁ, ενός βραβευμένου ελαιόλαδου υψηλής ποιότητας από τα Φιλιατρά, θέλει και αυτή να δει ελληνικά προϊόντα σε καταστήματα τροφίμων στο εξωτερικό, αλλά δυσφορεί εξίσου για την ελληνική τάση εξαγωγής χύμα ελαιολάδου, ειδικά την περασμένη χρονιά, όταν η ισπανική και η ιταλική παραγωγή μειώθηκε κατά 40% λόγω ακραίων ξηρασιών, ενώ η Ελλάδα είχε μια καλή χρονιά με 350.000 τόνους παραγωγής.

«Αντί να εκμεταλλευτούμε την έλλειψη ιταλικών και ισπανικών προϊόντων και να τοποθετήσουμε το ελληνικό μας ελαιόλαδο στα ράφια διεθνών σούπερ μάρκετ, απλώς τους βοηθούμε να διατηρήσουν τη θέση τους πουλώντας τους χύμα», είπε η κ. Στριμπάκου. Μετά από χρόνια σκληρής δουλειάς με μια οικογενειακή επιχείρηση 2.500 ελαιόδεντρων, κατάφερε να τοποθετήσει το λάδι της ως επώνυμο προϊόν στα ράφια κορυφαίων καταστημάτων όπως το Waitrose του Ηνωμένου Βασιλείου. «Οι Έλληνες παραγωγοί δίνουν προτεραιότητα στα άμεσα κέρδη χωρίς να επενδύσουν στο μέλλον», παραπονέθηκε.

Παρά την εξέχουσα θέση του στην καθημερινή ζωή, οι Έλληνες δεν δίνουν στο ελαιόλαδο την προσοχή που του αξίζει, προσθέτει ο κ. Οικονόμου. «Είναι λυπηρό, γιατί συζητούσαμε επί δεκαετίες τα ίδια προβλήματα και τώρα επιδεινώνονται από τον αυξανόμενο αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής».

Πηγή: iefimerida.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ