Η ακραία ζέστη έχει στοιχίσει στην ανθρωπότητα 16 τρισεκατομμύρια δολάρια
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η ακραία ζέστη που έχει πλήξει τον πλανήτη έχει κόστος για τις οικονομίες, καθώς οι επικίνδυνες καιρικές συνθήκες αναγκάζουν κάποιους εργαζόμενους να μένουν σπίτι ή να εργάζονται λιγότερες ώρες, ενώ κάποιες επιχειρήσεις μένουν κλειστές.
Παρόλα αυτά, ο πραγματικός λογαριασμός έχει αρχίσει να συζητάται το τελευταίο διάστημα, καθώς βλέπουν το φως της δημοσιότητας σχετικές έρευνες με στοιχεία που παλαιότερα ίσως δεν ήταν κατανοητά.
Όπως επισημαίνουν ειδικοί, πολλές μελέτες έχουν επικεντρωθεί στις συνέπειες της ακραίας ζέστης στην υγεία, στους κινδύνους για τη ζωή, καθώς και στην παραγωγικότητα των εργατών σε τομείς όπως η γεωργία και οι κατασκευές. Ωστόσο τα νέα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας διευκολύνουν τις εκτιμήσεις για το κόστος που έχει η ακραία ζέστη στην παγκόσμια οικονομία.
Μεταξύ του 1992 και του 2013, η παγκόσμια οικονομία έχασε, περίπου, 16 τρισεκατομμύρια δολάρια εξ αιτίας της ακραίας ζέστης που προκάλεσε η κλιματική κρίση, όπως προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία.
Μάλιστα, οι απώλειες ήταν πολύ μεγαλύτερες για τις φτωχές τροπικές χώρες όπου χάθηκε κατά μέσο όρο έως και το 6,7% του ΑΕΠ ανά κάτοικο. Οι πλουσιότερες χώρες είδαν απώλειες κοντά στο 1,5% του ΑΕΠ ανά κάτοικο.
Τα ευρήματα, βέβαια, καταδεικνύουν και το άνισο βάρος της κλιματικής κρίσης, ειδικά εφόσον οι πλούσιες χώρες είναι και αυτές που επιβαρύνουν περισσότερο το περιβάλλον.
Από την άλλη, οι πιο φτωχές χώρες είναι πιο ευάλωτες στην ακραία ζέστη και άλλες καταστροφές, επειδή εξαρτώνται περισσότερο από τη γεωργία, ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων δουλεύουν εκτεθειμένοι στις καιρικές συνθήκες, ενώ οι ενεργειακές τους υποδομές δεν είναι ιδιαιτέρως ανθεκτικές.
Τα δημοσιεύματα των τελευταίων εβδομάδων – μετά και τους καύσωνες του περασμένου Ιουλίου σε ολόκληρο το Βόρειο ημισφαίριο – έχουν καταδείξει το πόσο ευαίσθητος είναι πλέον ο πλανήτης, που βίωσε το θερμότερο μήνα όλων των εποχών.
Ειδικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες, έρευνες δείχνουν ότι η μειωμένη παραγωγικότητα λόγω της ζέστης κοστίζει στη χώρα 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Το νούμερο αυτό αναμένεται να έχει διπλασιαστεί ως το 2030 και να φτάσει έως και το 0,5% του ΑΕΠ της μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν τα κόστη από τη μειωμένη αγροτική παραγωγή, αλλά και από τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των πολιτών.
Πέραν των ΗΠΑ, οι καύσωνες φέτος χτύπησαν τη Νότια Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική και, ιδιαίτερα χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Ελλάδα και η Τυνησία. Η ακραία ζέστη πλήττει τον τουρισμό και σε αρκετές πόλεις οι εργαζόμενοι χάνουν μέρες δουλειάς.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχασε πάνω από 600 δισεκατομμύρια δολάρια από το 1980 έως το 2021 εξ αιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων, σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, ενώ το 13% εξ αυτών οφείλονται στους καύσωνες.