Γιατί το Facebook και το Twitter δεν ανησυχούν για τις αγωγές του Τραμπ
Ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, χθες κατέθεσε αγωγές προς το Facebook και το Διευθύνοντα Σύμβουλο, Μαρκ Ζούκεμπεργκ, και το Twitter και το Διευθύνοντα Σύμβουλο, Τζακ Ντόρσεϊ, καθώς και το YouTube και το Διευθύνοντα Σύμβουλο της μητρικής εταιρείας, Σαντάρ Πισάι, επειδή τον αφαιρέσαν από τις πλατφόρμες τους.
Ωστόσο, όπως εκτιμούν ειδικοί, τέτοιου είδους αγωγές συνήθως απορρίπτονται από τα δικαστήρια και, όπως όλα δείχνουν, οι αγωγές του Ντόναλντ Τραμπ δε φαίνεται να έχουν μέλλον.
Οι εταιρείες που διαχειρίζονται τα κοινωνικά δίκτυα απαγόρευσαν την πρόσβαση στον πρώην Πλανητάρχη στον απόηχο της εξέγερσης της 6ης Απριλίου στο Καπιτώλιο. Το Twitter απαγόρευσε οριστικά την πρόσβαση του Τραμπ στην πλατφόρμα του, ενώ το Facebook τον έχει εξορίσει για τουλάχιστον δύο χρόνια. Το YouTube απαγόρευσε στον Τραμπ την πρόσβαση τον περασμένο Ιανουάριο, όμως το Μάρτιο ανακοίνωσε ότι θα του επιτρέψει ξανά την πρόσβαση ότι η εταιρεία διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για νέα βίαια επεισόδια.
Το Twitter, το Facebook και η Google, στην οποία ανήκει το YouTube αρνήθηκαν να σχολιάσουν τις αγωγές του Τραμπ, ωστόσο σε παλαιότερες ανακοινώσεις τους έχουν απορρίψει τους ισχυρισμούς ότι ήταν πολιτικά υποκινούμενη η αποβολή του Τραμπ.
Οι χθεσινές αγωγές είναι ουσιαστικά η συνέχεια μία τάσης που ξεκίνησε με την Προεδρία του Τραμπ: Να κατηγορεί τις εταιρείες που θεωρεί ότι απειλούν την πολιτική του ύπαρξη. Την περασμένη Άνοιξη, πριν αποχωρήσει από το Οβάλ Γραφείο, υπέγραψε διάταγμα που «απαγορεύει τη διαδικτυακή λογοκρισία» και προσπαθεί να ενισχύσει τις νομικές ευθύνες των τεχνολογικών εταιρειών.
Ωστόσο, οι τεχνολογικές εταιρείες έχουν το δικαίωμα να διοικούν τις πλατφόρμες τους με όποιον τρόπο θεωρούν καλύτερο, γι’ αυτό το λόγο τα δικαστήρια απορρίπτουν τέτοιου είδους αγωγές. Άλλωστε, το Facebook, το Twitter και το YouTube απέδωσαν την απόφασή τους στο ενδεχόμενο περαιτέρω υποκίνησης βίας ή στους κινδύνους για τη δημόσια ασφάλεια, μετά την εξέγερση στο Καπιτώλιο, για να σβήσουν τους λογαριασμούς του πρώην Προέδρου.
Ο ίδιος ο Τραμπ δήλωσε ότι ζήτησε από δικαστήριο της Φλόριντα «να σταματήσει αμέσως την παράνομη, ντροπιαστική λογοκρισία του Αμερικανικού λαού από τις εταιρείες κοινωνικών δικτύων».
Τον περασμένο Μάιο, η Φλόριντα πέρασε ένα νόμο που δίνει τη δυνατότητα σε πολιτικούς που αποβλήθηκαν από κοινωνικά δίκτυα να μηνύουν τις εταιρείες που τα διαχειρίζονται. Όμως, ο νόμος προσκρούει στο Σύνταγμα. Την περασμένη εβδομάδα, Ομοσπονδιακός δικαστής μπλοκάρισε την εφαρμογή του νόμου, με την αιτιολογία ότι οι προσπάθειες της κυβέρνησης να αναγκάσουν τις εταιρείες κοινωνικών δικτύων να φιλοξενούν πολιτικό λόγο παραβιάζει την Πρώτη Τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος, που αναφέρεται στην «Ελευθερία του Λόγου».
Και καθώς οι προσπάθειες του Τραμπ όσο ήταν Πρόεδρος να αλλάξει κάποιους σχετικούς νόμους απέτυχαν, το πιθανότερο είναι να αποτύχει και τώρα.