«Φωτιά» στις τράπεζες βάζουν ξανά τα κόκκινα δάνεια
Οι μεγαλύτερες βρετανικές, ελβετικές και τράπεζες της ευρωζώνης αναμένεται να προβλέψουν τουλάχιστον 23 δισεκατομμύρια ευρώ για το δεύτερο τρίμηνο του έτους για «κόκκινα δάνεια», σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών της Citigroup, που αποκαλύπτουν οι Financial Times. Το ποσό αυτό έρχεται να προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες προβλέψει των 25 δισεκατομμυρίων ευρώ για τον ίδιο σκοπό.
Αν αυτά προστεθούν στα 61 δισεκατομμύρια δολάρια που έχουν προβλέψει οι πέντε μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες για το πρώτο εξάμηνο του έτους, τότε το συνολικό ποσό ξεπερνά τα 117 δισ. δολάρια. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσό που έχει καταγραφεί από το πρώτο εξάμηνο του 2009, στον απόηχο της κατάρρευσης της Lehman Brothers, που προκάλεσε μία άνευ προηγουμένου τραπεζική και οικονομική κρίση.
Κάποιοι αναλυτές προβλέπουν μία ταχεία «ανάκαμψη σε σχήμα V» ενώ δύσκολα θα είναι τα πράγματα και από το Φθινόπωρο όταν ολοκληρωθούν τα προγράμματα στήριξης των πληγέντων που έχουν αποφασίσει οι περισσότερες κυβερνήσεις.
Η εταιρεία συμβούλων, Oliver Wyman, προβλέπει απώλειες 800 δισ. ευρώ για τις ευρωπαϊκές τράπεζες μέσα στην επόμενη τριετία, αν υπάρξει και δεύτερο κύμα της πανδημίας.
Εν τω μεταξύ, ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας ακόμα ταλανίζεται από τα προβλήματα που δημιούργησε η οικονομική κρίση του 2008 – 2009, με αποτέλεσμα να δέχεται ισχυρά πλήγματα και στις χρηματιστηριακές αγορές. Οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών έχουν υποχωρήσει κατά 31% φέτος κατά μέσο όρο, σε σύγκριση με πτώση 10% στο σύνολο των ευρωπαϊκών μετοχών του δείκτη, Stoxx 600.
Κατά μέσο όρο, οι τιμές των μετοχών των τραπεζών διαπραγματεύονται κάτω από το 40% της αξίας του ενεργητικού τους. Η Barclays (με 22 δισ. ευρώ), η Deutsche Bank (με 17 δισ. ευρώ) και η Ιταλική UniCredit (με 20 δισ. ευρώ) έχουν συνδυαστικά μικρότερη χρηματιστηριακή αξία από τη Zoom, την εταιρεία των 74 δισ. δολαρίων (64 δισ. ευρώ) για τηλεδιασκέψεις που άνθησε την περίοδο του κορονοϊού.
Οι προβλέψεις της Deutsche Bank για τα «κόκκινα δάνεια» ήταν μόλις 500 εκατ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο σε σύγκριση με τα 2,1 δις. στερλίνες της Barclays και τα 3 δισ. δολάρια της HSBC. Η γερμανική τράπεζα, όμως, ήδη ανακοίνωσε ότι αυξάνει το ποσό στα 800 εκατ. ευρώ για το δεύτερο τρίμηνο, που αποτελεί το μεγαλύτερο ποσό εδώ και μία δεκαετία.
Από την άλλη, οι ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν ισχυρά τμήματα επενδυτικής τραπεζικής μπορούν να ισοφαρίσουν τις απώλειες από την αύξηση των εσόδων από τις συναλλαγές στα χρηματιστήρια. Οι αμερικανικές τράπεζες, για παράδειγμα, ανακοίνωσαν αύξηση 69% κατά μέσο όρο στον τζίρο από τις αγοραπωλησίες μετοχών, ομολόγων και άλλων περιουσιακών στοιχείων.
Και παρά το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν έχουν τόσο ισχυρά τμήματα, η Barclays, η Deutsche, η Credit Suisse και η BNP Paribas βρίσκονται σε καλή θέση για να επωφεληθούν από αυτό. Αναλυτές εκτιμούν ότι θα ανακοινώσουν αυξήσεις μεταξύ 40% και 50% των εσόδων από αυτές τις λειτουργίες.