Enron: Η ιστορία μιας αδιανόητης εταιρικής απάτης
Οι οιωνοί ήταν από την αρχή αρνητικοί. Το 1985 λίγες ημέρες πριν την ανακοίνωση της νέας επωνυμίας του ομίλου, Enteron, την οποία είχε προτείνει η Lippincott & Margulies μια πανάκριβη εταιρία συμβούλων της Νέας Υόρκης και η οποία είχε αφιερώσει τρεις μήνες εργασίας και πολλά εκατομμύρια δολάρια, σχεδόν από τύχη ανακάλυψαν ότι ο όρος enteron στα ελληνικά σημαίνει τον πεπτικό σωλήνα που ξεκινά από το στόμα και καταλήγει στον πρωκτό!
Δεδομένου ότι ο όμιλος δραστηριοποιούταν στο τομέα του φυσικού αερίου η επιλογή της επωνυμίας ήταν τουλάχιστον ατυχής. Έτσι μέσα σε λίγες ώρες και με τη βοήθεια της …κοπτοραπτικής γεννήθηκε η Enron, που οδήγησε σε ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά σκάνδαλα, στην πραγματικότητα μια χοντροκομμένη απάτη, που ταρακούνησε συθέμελα την αμερικανική κεφαλαιαγορά και τις εποπτικές αρχές.
Η Enron δεν αποτέλεσε ένα σκάνδαλο αλλά το άθροισμα πολλών επιμέρους σκανδάλων και λογιστικής απάτης που στο τέλος οδήγησαν σε μια θεαματική κατάρρευση. Η κατάρρευση του οικοδομήματος ξεκίνησε μετά από την αποκάλυψη ότι πολλά από τα κέρδη και τα έσοδα ήταν αποτέλεσμα εικονικών συμφωνιών και τριγωνικών συναλλαγών με αφανείς εταιρίες του ομίλου. Η Enron δημιουργήθηκε το 1985 με την συγχώνευση της Houston Natural Gas και της Internorth και στις δόξες της ήταν μια εταιρία θρύλος.
Ο Τζέφρι Σκιλινγκ, ο άλλοτε πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνων σύμβουλος της Enron που αποφυλακίστηκε την προηγουέμενη εβδομάδα μετά την έκτιση ποινής 12 ετών, ήταν το μεγάλο αστέρι της Enron που με τις «καινοτομίες» που εφάρμοσε εκτόξευσε στα ύψη τον όμιλο για να ακολουθήσει πολύ γρήγορα η κατάρρευση.
Το Ελ Ντοράντο της ενέργειας
Η Enron δραστηριοποιούνταν στην ενεργειακή αγορά και η απελευθέρωσή της από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 δημιούργησε πολλές ευκαιρίες για κέρδη και ακόμα περισσότερες προσδοκίες.
Όντας μια από τις μεγαλύτερες εταιρίες των ΗΠΑ με πρόσβαση στον τότε πρόεδρο της χώρας, Τζορτζ Μπούς, η Enron μπόρεσε σταδιακά να υιοθετήσει στρατηγικές και τεχνικές του χρηματοπιστωτικού τομέα ενώ παράλληλα έπεισε την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της χώρας να αποδεχθεί ορισμένες τουλάχιστον αμφιλεγόμενες λογιστικές πρακτικές.
Εν πολλοίς η Enron πέτυχε να εμφανίζει στον ισολογισμό της από τον πρώτο χρόνο το σύνολο των εσόδων που θα προέκυπταν από εικοσαετή συμβόλαια φυσικού αερίου.
Όσο και αν ακούγετε περίεργο σήμερα, τότε η Enron κατάφερε να πείσει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να αλλάξει το λογιστικό σχέδιο ανοίγοντας το δρόμο για το εγκληματικό σκάνδαλο που ακολούθησε.
Το δεύτερο θανάσιμο λάθος της εταιρίας ήταν οι διεθνείς δραστηριότητες με την κατασκευή και εκμετάλλευση μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε διάφορα μέρη του κόσμου. Εν πολλοίς τα επιτελικά στελέχη της εταιρίας ανέλαβαν την δέσμευση να κατασκευάσουν μονάδες αξίας δισεκατομμυρίων αδιαφορώντας για τα πενιχρά μελλοντικά έσοδα αλλά και τις αβεβαιότητες και τους κινδύνους που συνεπάγονταν οι επενδύσεις σε χώρες με μεγάλη πολιτική αστάθεια. Γιατί το έκαναν; Διότι όσο μεγαλύτερο ήταν το έργο που αναλάμβανε ο όμιλος τόσο μεγαλύτερα θα ήταν τα μπόνους για τα στελέχη!
Το πρώτο βήμα προς την άβυσσο είχε πραγματοποιηθεί. Ο όμιλος Enron ακολουθούσε δυο αντικρουόμενες στρατηγικές: η μια, στον τομέα του εμπορίου, απέφερε τεράστια λογιστικά κέρδη, αλλά περιορισμένα μετρητά στα ταμεία της εταιρίας. Η δεύτερη επιχειρηματική στρατηγική απαιτούσε τεράστια κεφάλαια, για την ανάπτυξη των διεθνών δραστηριοτήτων του ομίλου, με την κατασκευή μονάδων ενέργειας σε διάφορες χώρες, τα έσοδα των οποίων θα ήταν χαμηλά και σε πολλές περιπτώσεις οι μονάδες ήταν εξ αρχής ζημιογόνες. Κλειδί για την επιβίωση του ομίλου, τουλάχιστον για ορισμένα χρόνια, ήταν η φερεγγυότητα, η ικανότητα δηλαδή να δανείζεται νέα κεφάλαια από τις τράπεζες και να εκδίδει νέες μετοχές για τη χρηματοδότηση των επενδυτικών της σχεδίων. Όλα αυτά εμπεριείχαν τεράστιους κινδύνους.
Ωστόσο η ανορθόδοξη επιχειρηματική τακτική δεν αποτελούσε παρά μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Ο πυρήνας του προβλήματος ήταν οι άνθρωποι: αδίστακτα και άπληστα επιτελικά στελέχη που εφάρμοσαν τακτικές τις οποίες δεν κατανοούσαν ή αδιαφορούσαν για τις μελλοντικές επιπτώσεις προσβλέποντας στο άμεσο όφελος. Και μια διοίκηση ανίκανη να δημιουργήσει δομές αποτελεσματικής λειτουργίας και να κατανοήσει τη φύση των δραστηριοτήτων και των πρακτικών που ακολουθούνταν από ορισμένα επιτελικά στελέχη.
Οι εκτός ισολογισμού εταιρίες
Με εφαλτήριο την ενέργεια η εταιρία μετατράπηκε σε μια ανεξέλεγκτη επενδυτική τράπεζα παραβιάζοντας κάθε κανόνα εταιρικής διακυβέρνησης.
Η εταιρία επένδυε δισεκατομμύρια, στην ενέργεια, τον τομέα του νερού, σε εξαγορές επιχειρήσεων και αναλάμβανε κινδύνους τους οποίους σκορπούσε σε εταιρίες - οχήματα και δεν εμφάνιζε στους ισολογισμό της. Η δημιουργία των εταιριών αυτών ήταν ιδέα του οικονομικού διευθυντή Άντυ Φάστοου, ο οποίος ήταν και βασικός μέτοχός τους. Στην πραγματικότητα ο Φάστοου «αξιοποιούσε» τις εταιρίες αυτές για να αποκομίζει εκατομμύρια δολάρια προσωπικό κέρδος σε βάρος της Enron.
Οι εκτός ισολογισμού συνεταιριστικές επιχειρήσεις του Φάστοου συσσώρευαν σταθερά κινδύνους, που πολλά επιτελικά στελέχη της Enron, δεν είχαν διανοηθεί ότι μπορεί να υπάρχουν.
Τι έκανε ο Φάστοου; Δημιουργούσε μια «ανεξάρτητη» εταιρία, η οποία δεν εμφανιζόταν ως θυγατρική της Enron. Στην εταιρία αυτή έδινε το 97% του κεφαλαίου της η Enron, υπο μορφή δανείου, το υπόλοιπο 3% κάποιος τρίτος (ο Φάστοου προθυμοποιήθηκε να είναι ο ίδιος). Εν συνεχεία η Enron πουλούσε κάποιο περιουσιακό της στοιχείο, υπερτιμημένο, (συμβόλαια εκμετάλλευσης) στην «ανεξάρτητη» εταιρία. Έτσι η Enron λογιστικοποιούσε ως έσοδο την συναλλαγή αν και στην ουσία η ίδια αγόραζε από τον εαυτό της. Με άλλα λόγια ανακύκλωνε χρήματα από «ανεξάρτητη» εταιρία σε «ανεξάρτητη» εταιρία λογιστικοποιώντας από το πουθενά κέρδη δισεκατομμυρίων, κέρδη που στην πραγματικότητα ήταν αέραςκοπανιστός. Η «ανεξάρτητη» JEDI για επενδύσεις στη βιομηχανία αερίου, η JEDI II στον ενεργειακό τομέα (από αιολικά πάρκα μέχρι πετρέλαιο), Chewco Investments κ.ο.κ. Το Chewco προέρχονταν από το Chewcobacca, το όνομα του πολεμιστή στην ταινία ο Πόλεμος των Άστρων, που φορούσε ένα τομάρι ζώου.
Για όσους έχουν δει τον Πόλεμο των Άστρων ασφαλώς θυμούνται τους Jedi: τους πολεμιστές – φρουρούς της ειρήνης και της δικαιοσύνης στο γαλαξία. Ο οικονομικός διευθυντής της Enron είχε εμμονή με την ταινία! LJM, LJM 2, Raptor I, II, III ήταν επίσης επενδυτικά σχήματα που αγόραζαν περιουσιακά στοιχεία της Enron προκειμένου να επιτύχει η Enron τα κέρδη – στόχους της, να αυξήσει την κεφαλαιοποίησή της και τα στελέχη της να μοιραστούν μπόνους πολλών εκατοντάδων δολαρίων!
Θεωρούμενοι μια από τις μεγαλύτερες και ισχυρότερες εταιρίες των ΗΠΑ ελάχιστοι αντιδρούσαν στις καινοφανείς ιδέες του Φάστοου. Όσοι το τόλμησαν να τον αμφισβητήσουν είτε περιθωριοποιήθηκαν είτε βρέθηκαν εκτός εταιρίας. Μάλιστα η Enron είχε τόση δύναμη που επέβαλε την απομάκρυνση και στελεχών των ανεξάρτητων εκλεκτικών εταιριών που αντιδρούσαν στις λογιστικές αλχημείες του ομίλου. Συναλλαγές –παράνομες- που διπλασίαζαν τα ετήσια καθαρά κέρδη της Enron- μετά από πολλές συζητήσεις και γκρίνιες περνούσαν στα ψιλά γράμματα του ισολογισμού (ή και πουθενά) καθώς η Andersen εν τέλει συμφωνούσε ότι οι συναλλαγές αυτές δεν ήταν σημαντικές για τους επενδυτές.
Το ενδιαφέρον είναι ότι κάποιες αμφιλεγόμενες λογιστικές πρακτικές όπως η προεξόφληση κερδών από μακροπρόθεσμα συμβόλαια πώλησης φυσικού αερίου έγιναν αποδεκτά από την Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Η αρχή του τέλους
Την αρχή του τέλους πυροδότησε ένα δημοσίευμα στο ένθετο της Wall Street Journal που αφορούσε την περιοχή του Τέξας και στο οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ, ανέφερε ότι η Enron και ορισμένες άλλες εταιρίες εκμετάλλευσης ενέργειας χρησιμοποιούσαν μια αμφιλεγόμενη λογιστική αρχή για να μαγειρεύουν τα κέρδη τους.
Το άρθρο αυτό το διάβασε με μεγάλο ενδιαφέρον ο Τζιμ Τσέινος, πρόεδρος της Kynikos Associates επενδυτικής εταιρίες που αναζητούσε εταιρίες με αφανή προβλήματα : ο Τσέινος αποκάλυπτε τις δυσάρεστες πλευρές υπερτιμημένων μετοχών.
Τον Οκτώβριο του 2000 ο ελληνικής καταγωγής Τσέινος άρχισε μια αναλυτική έρευνα για την αποτίμηση και την πραγματική κατάσταση της Enron. Ακολούθησε μια πολύμηνη δραματική περίοδος. Αρχικά στελέχη της Enron άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι μέσα στην εταιρία υπήρχε μια αόρατη Enron φορτωμένη με μεγάλες ζημιές, ασύλληπτους κινδύνους και «άλλα» στελέχη που είχαν επιδοθεί σε μια άνευ προηγουμένου εγκληματική εταιρική δράση. Τα ευρήματα αυτά με τη βοήθεια των αναλυτών αλλά και της δημοσιογραφικής έρευνας γίνονταν γνωστά σε ολοένα και περισσότερους. Η πτώση ήταν ταχύτατη.
Τον Αύγουστο του 2000 η μετοχή της Enron διαπραγματεύονταν στα 90 δολάρια και σε διάστημα 16 μηνών γκρεμίστηκε κάτω από το 1 δολάριο! Έγιναν ορισμένες προσπάθειες διάσωσης της εταιρίας, μέσω εξαγοράς της από άλλη εταιρία, ωστόσο η ζημιές της εταιρίας ήταν τεράστιες. Όταν η εταιρία κήρυξε πτώχευση στις 2 Δεκεμβρίου του 2001, η μετοχή της βρίσκονταν κάτω από 0,5 δολάρια! Η Enron απασχολούσε 29.000 υπαλλήλους η οποίοι σε μια νύχτα έχασαν τη δουλειά τους. Ο οικονομικός διευθυντής Φάστου καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλακή ενώ στη φυλακή οδηγήθηκαν και πολλά άλλα στελέχη.
Μαζί της στην άβυσσο η Enron συμπαρέσυρε την Arthour Andersen, η οποία αποτελούσε τότε μία εκ των πέντε κορυφαίων ελεγκτικών εταιριών των ΗΠΑ, απασχολώντας 85.000 υπαλλήλους. Το αντίκτυπο της πτώσης της Enron δεν έχει προηγούμενο στη σύγχρονη αμερικανική επιχειρηματική ιστορία και έπαιξε μεγάλο ρόλο στη δημιουργία της νομοθετικής πράξης Sarbanes-Oxly Act του 2002 που θεωρείται μία από τις σημαντικότερες ρυθμίσεις στους ομοσπονδιακούς νόμους.