Βενεζουέλα: Το μεγάλο κόλπο με τα πετροδολάρια!
Με τον υπερπληθωρισμό να μετριέται με εξαψήφιους αριθμούς, η οικονομία της Βενεζουέλας έχει καταστραφεί και οι πολίτες δεν μπορούν να πλησιάσουν βασικά αγαθά για την επιβίωσή τους. Πίσω από την καταστροφή του εθνικού νομίσματος, μπολιβάρ, κρύβεται η καταλήστευση των πετροδολαρίων της Βενεζουέλας από το καθεστώς Μαδούρο.
Το κακό άρχισε ήδη από το 2003, όταν η κυβέρνηση Τσάβεζ καθιέρωσε ένα σύστημα διπλής συναλλαγματικής ισοτιμίας (στην πραγματικότητα, τριπλής, αν μετρήσουμε και τη "μαύρη" αγορά).
Πέραν της επίσημης ισοτιμίας του μπολιβάρ με το δολάριο, καθιερώθηκε και μια ειδική συναλλαγματική ισοτιμία, η οποία εφαρμοζόταν στις εισαγωγές τροφίμων και άλλων βασικών αγαθών, που γίνονταν με κρατική επιδότηση δολαρίων. Στόχος αυτού του συστήματος, πριν εξελιχθεί σε εργαλείο πλουτισμού της κλεπτοκρατίας, ήταν να διατηρηθούν υπό έλεγχο οι τιμές βασικών αγαθών, για να τα προμηθεύονται τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού.
Όμως, ειδικά επί ημερών του διαδόχου του Τσάβες, Νικολάς Μαδούρο, οι επιδοτήσεις συναλλάγματος για εισαγωγές βασικών αγαθών έδωσαν στους "εκλεκτούς" του καθεστώτος έναν απλούστατο τρόπο για να λεηλατήσουν το συνάλλαγμα της Βενεζουέλας, με υπερτιμολογήσεις των εισαγωγών, ή, σε πολλές περιπτώσεις, με ανύπαρκτες, αλλά επιδοτούμενες εισαγωγές.
Στην ουσία, οι άνθρωποι του καθεστώτος έπαιρναν δολάρια με μια ευνοϊκή ισοτιμία, με κρατική επιδότηση. Όσο περισσότερο λεηλατούσαν, με αυτή τη μέθοδο, τα συναλλαγματικά αποθέματα, τόσο εξασθενούσε το μπολιβάρ και αυξανόταν ο πληθωρισμός, ενώ οι ίδιοι κέρδιζαν ακόμη περισσότερο από την πτώση του εθνικού νομίσματος.
Η αποκάλυψη του ξεπλύματος 1,2 δισ. δολαρίων στο Μαϊάμι έφερε στο φως το σκοτεινό παιχνίδι που παίζει εδώ και χρόνια η ελίτ της Βενεζουέλας, εις βάρος του λαού της. Όπως σημείωνε η Miami Herald σε παλαιότερο δημοσίευμα, ένα δίκτυο επιχειρηματιών και αξιωματούχων της εθνικής πετρελαϊκής εταιρείας PDVSA «ξέπλυναν» μέσω δανείου στην κρατική εταιρεία 600 εκατ. δολάρια, με τα χρήματα μετά να κρύβονται σε ευρωπαϊκούς και αμερικανικούς λογαριασμούς και σε αγορές πολυτελών σπιτιών.
Ο Αμερικανός επιχειρηματίας Ράσελ Ντάλεν κατηγόρησε τότε την κυβέρνηση Μαδούρο πως δεν άλλαζε το σύστημα των διπλών ισοτιμιών, καθώς εξυπηρετεί την συντήρηση του παρακράτους της χώρας. Τα τεράστια έσοδα που έρχονται από τις πωλήσεις πετρελαίου "επενδύονται" στη διαφθορά πολιτικών και επιχειρηματιών.
Σύμφωνα με το αμερικανικό κατηγορητήριο, η σπείρα εκμεταλλεύτηκε την συναλλαγματική ισοτιμία που είναι υπό κρατικό έλεγχο, όπου 12 μπολιβάρ αντιστοιχούσαν (εκείνη την περίοδο) σε 1 αμερικανικό δολάριο. Την ίδια στιγμή στη μαύρη αγορά που μπορούσε να κινηθεί ο μέσος Βενεζουελάνος η αντίστοιχη ισοτιμία ήταν 172 μπολιβαρ για 1 δολάριο, με τα κέρδη της σπείρας να είναι 14πλασια.
Έτσι, 1.000 δολάρια αγοράζονταν από τους ανθρώπους του καθεστώτος έναντι 12.000 μπολιβάρ, αλλά τα ίδια 1.000 δολάρια αντιστοιχούσαν σε 168.000 μπολιβάρ, με την ισοτιμία της "μαύρης" αγοράς.
Όπως κατήγγειλε ο Αμερικανός επιχειρηματίας, όταν ο Τσάβεζ καθιέρωσε τον νομισματικό έλεγχο με στόχο να περιοριστεί η φυγή κεφαλαίων, πολλοί επιχειρηματίες προσπάθησαν να ενταχθούν στον στενό κύκλο των ελεγχόμενων ισοτιμιών συναλλάγματος, όμως λίγοι τα κατάφερναν. Επί Μαδούρο, όμως, ο κύκλος αυτός άνοιξε και δημιουργήθηκε ένα πανίσχυρο καρτέλ, που έχει ελέγξει πλήρως την οικονομία και την πολιτική εξουσία στη χώρα.
Γι' αυτή την υπόθεση καταδικάστηκε σε 10ετή κάθειρξη, τον περασμένο Νοέμβριο, ο Αλεχάντρο Αντράντε, κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών επί Τσάβες, ο οποίος ομολόγησε την ενοχή του.
Σύμφωνα με το Reuters, το συναλλαγματικό σύστημα της Βενεζουέλας απεδείχθη από το 2013, μετά το θάνατο του Τσάβες, πως προκαλεί στη χώρα απώλειες δισεκατομμυρίων. Τότε έγινε γνωστό ότι τουλάχιστον το 40% των αγοραστών δολαρίων ήταν εικονικές εταιρείες. Εταιρείες, που έκαναν εισαγωγές αγαθών με την κρατική επιχορήγηση μέσω του συστήματος, αλλά παράλληλα κέρδιζαν τρομακτικά ποσά στη μαύρη αγορά με τις ανταλλαγές δολαρίων και μπολιβάρ.
Το κλεπτοκρατικό αυτό σύστημα συνέχισε να ενδυναμώνεται, όσο κατέρρεε το μπολιβάρ. Πολλές επιχειρήσεις στη Βενεζουέλα σταμάτησαν να δέχονται το εθνικό νόμισμα και ζητούσαν δολάρια στις συναλλαγές, υποχρεώνοντας τους πολίτες να καταφεύγουν στη "μαύρη" αγορά για να αγοράζουν δολάρια με όλο και πιο δυσμενείς ισοτιμίες.
Σύμφωνα με τον αμερικανικό καθηγητή Οικονομικών, Στιβ Χάνκε, ο συναλλαγματικός μηχανισμός της Βενεζουέλας, είναι ένας από τους κύριους λόγους του υπερπληθωρισμού της χώρας και ο υπερπληθωρισμός είναι ένας μηχανισμός πλουτισμού των ανθρώπων του καθεστώτος. «Με τον υπερπληθωρισμό, τα περιθώρια κέρδους είναι πραγματικά απίστευτα» σημειώνει ο Αμερικανός καθηγητής.