ΟΟΣΑ: Η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει κινδύνους από τις εμπορικές εντάσεις έως το χρέος
Η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει αυξανόμενους κινδύνους που κυμαίνονται από εμπορικές εντάσεις έως πολέμους και προβλήματα χρέους, οι οποίοι θα μπορούσαν να απειλήσουν την «αξιοσημείωτη ανθεκτικότητά» της τα τελευταία χρόνια, αναφέρει σε έκθεσή του ο ΟΟΣΑ.
Λίγες εβδομάδες πριν από την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο, o OOΣΑ επικρότησε τη σταθερή ανάπτυξη και την υποχώρηση του πληθωρισμού, προειδοποιώντας παράλληλα ότι στον ορίζοντα παραμονεύουν αξιοσημείωτοι κίνδυνοι.
Σημαντικοί κίνδυνοι
«Οι εύρωστες συνολικές επιδόσεις κρύβουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των περιφερειών και των χωρών και περιβάλλονται από σημαντικούς κινδύνους και αβεβαιότητες», έγραψε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ Άλβαρο Περέιρα στην έκθεση που βλέπει την παγκόσμια οικονομία να επεκτείνεται κατά 3,3% σε κάθε ένα από τα δύο επόμενα χρόνια.
«Υπάρχουν κίνδυνοι που σχετίζονται με τις αυξανόμενες εμπορικές εντάσεις και τον προστατευτισμό, μια πιθανή κλιμάκωση των γεωπολιτικών συγκρούσεων και τις δύσκολες δημοσιονομικές πολιτικές σε ορισμένες χώρες».
Η εκτίμηση είναι η πρώτη από ένα μεγάλο διεθνές οικονομικό ίδρυμα που περιγράφει λεπτομερώς τις προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης από τότε που ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου.
Παρά τον πιθανό αντίκτυπο του μελλοντικού προέδρου των ΗΠΑ στις παγκόσμιες υποθέσεις, ο ΟΟΣΑ δεν τον αναφέρει ούτε μία φορά ονομαστικά σε όλες τις 267 σελίδες της έκθεσής του, περιορίζοντας τα σχόλιά του στους κινδύνους από τις επιπτώσεις των πιθανών δασμών.
«Οι αυξανόμενες εμπορικές εντάσεις και οι περαιτέρω κινήσεις προς τον προστατευτισμό ενδέχεται να διαταράξουν τις αλυσίδες εφοδιασμού, να αυξήσουν τις τιμές καταναλωτή και να επηρεάσουν αρνητικά την ανάπτυξη», προειδοποίησε ο Pereira. «Ομοίως, μια κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων και συγκρούσεων ενέχει τον κίνδυνο να διαταράξει το εμπόριο και τις αγορές ενέργειας, τροφοδοτώντας ενδεχομένως αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας», πρόσθεσε.
Οι παρατηρήσεις αυτές συνεχίζουν να υπογραμμίζουν πώς οι αποφάσεις των πολιτικών και των κεντρικών τραπεζιτών μπορεί να έχουν σημαντικό αντίκτυπο επί του παρόντος.
«Η πολιτική έχει να διαδραματίσει βασικό ρόλο στην παρούσα συγκυρία για τη διαχείριση των κινδύνων και την απελευθέρωση των προοπτικών για ισχυρότερη, ανθεκτική και βιώσιμη ανάπτυξη», δήλωσε. «Αυτό απαιτεί συντονισμένη δράση σε νομισματικές, δημοσιονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές».
Χαλάρωση νομισματικής πολιτικής
Ενώ η συνταγή του ΟΟΣΑ για τις κεντρικές τράπεζες είναι να συνεχίσουν τη χαλάρωση, οι αξιωματούχοι του συνιστούν επίσης έναν «προσεκτικό» ρυθμό για να αποφευχθεί η διατάραξη των προσδοκιών για τον πληθωρισμό ή των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Εν τω μεταξύ, ο οργανισμός ανέφερε ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να «αδράξουν αυτή την κατάλληλη στιγμή» για να διορθώσουν την επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών. Οι προβλέψεις του εκτιμούν ότι όλα τα μέλη της Ομάδας της G7, εκτός από τα πιο υπερχρεωμένα -Ιταλία και Ιαπωνία- θα συνεχίσουν να αυξάνουν τον δανεισμό ως ποσοστό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος.
Για το σύνολο του ΟΟΣΑ, η αναλογία αυτή θα φθάσει το 117% μέχρι το τέλος του 2026, αυξημένη κατά εννέα ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με πριν από την πανδημία, σύμφωνα με τις προβλέψεις.
Η Γαλλία είναι έτοιμη να παίξει το δικό της ρόλο σε αυτή την αύξηση. Η έκθεση έφθασε την ίδια ημέρα που η κυβέρνηση του Michel Barnier θα αντιμετωπίσει πρόταση μομφής μετά από αντιπαράθεση σχετικά με τα σχέδιά της για τα δημόσια οικονομικά.
«Μια συμφωνία για τον κυβερνητικό προϋπολογισμό που θα μειώσει την αβεβαιότητα πολιτικής θα μπορούσε γρήγορα να καθησυχάσει τις αγορές», σημειώνει ο ΟΟΣΑ. «Εάν ο προϋπολογισμός δεν εγκριθεί, η πολιτική αβεβαιότητα θα επιβαρύνει την ανάκαμψη. Επιπλέον, ο ασθενέστερος του αναμενόμενου πληθωρισμός και η οικονομική ανάπτυξη θα μπορούσαν να μειώσουν τα φορολογικά έσοδα».
Ο οργανισμός προβλέπει έναν «σταθερό ρυθμό» ανάπτυξης στις ΗΠΑ, που θα εξασθενήσει μόνο ελαφρώς στο 2,4% το 2025 - και θα εξακολουθεί να είναι σημαντικά ταχύτερος από τις υπόλοιπες χώρες της G-7. Υπολογίζει ότι η Γερμανία θα αναπτυχθεί μόλις κατά 0,7%, το οποίο θα είναι το μικρότερο από κάθε μέλος αυτού του κλαμπ.
Ειπλέον, η οικονομία της Κίνας θα επιβραδυνθεί σε ρυθμό 4,4% το 2026, συγκρατούμενη από τις υψηλές αποταμιεύσεις και τη συνεχιζόμενη αδυναμία της αγοράς ακινήτων, προβλέπουν οι οικονομολόγοι του ΟΟΣΑ.