Πρόσφυγες, ενέργεια, Ρωσία: Η Μέρκελ δεν μετανιώνει για τίποτε
Η Άγγελα Μέρκελ υπερασπίζεται με θέρμη τα 16 χρόνια που πέρασε επικεφαλής της πρώτης οικονομίας της Ευρώπης στα απομνημονεύματά της με τίτλο «Ελευθερία», που κυκλοφορούν σήμερα σε μια τριανταριά χώρες.
Η 70χρονη πρώην καγκελάριος κατηγορείται σήμερα ότι άφησε τη Γερμανία επικίνδυνα εξαρτημένη από το φθηνό ρωσικό αέριο και ότι συνέβαλε στην άνοδο της άκρας δεξιάς με τη πολιτική της του ανοίγματος έναντι των μεταναστών.
Απούσα από την πολιτική συζήτηση από τα τέλη του 2021 που άφησε την εξουσία, η Άγγελα Μέρκελ ξαναπαίρνει το λόγο σε μια περίοδο που η επικαιρότητα σηματοδοτείται από τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, την προσεχή επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο και την προεκλογική εκστρατεία στη Γερμανία ενόψει των πρόωρων εκλογών του Φεβρουαρίου.
Τις μεγαλύτερες επιθέσεις τις δέχθηκε για τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης, στη διάρκεια της οποίας διέταξε το Σεπτέμβριο 2015 να μην επαναπροωθούνται οι πρόσφυγες που φθάνουν στα σύνορα της χώρας. Στη συγγραφή αυτών των απομνημονευμάτων την ώθησε η βούλησή της να εξηγήσει τα τότε κίνητρά της, το «όραμά (της) για την Ευρώπη και την παγκοσμιοποίηση», αναφέρει στο βιβλίο αυτό.
Με τη φράση της που άφησε εποχή, «θα τα καταφέρουμε» («Wir schaffen das»), προέβαλε «μια στάση»: «εκεί όπου υπάρχουν εμπόδια, πρέπει να εργαζόμαστε για να τα υπερβούμε».
Υποστηρίζει πως «εξακολουθεί να μην καταλαβαίνει», σχετικά με μια σέλφι που είχε βγάλει με ένα σύρο πρόσφυγα, «το γεγονός ότι κάποιοι υπέθεσαν πως ένα ευγενικό πρόσωπο σε μια φωτογραφία ήταν αρκετό για να παρακινήσει ολόκληρες λεγεώνες ανθρώπων να διαφύγουν από την πατρίδα τους».
«H Ευρώπη οφείλει πάντα να προστατεύει τα εξωτερικά σύνορά της»
Αν και τονίζει πως «η Ευρώπη οφείλει πάντα να προστατεύει τα εξωτερικά σύνορά της», υπογραμμίζει πως «η ευημερία και το κράτος δικαίου θα κάνουν πάντα την Γερμανία και την Ευρώπη (...) τόπους στους οποίους οι άνθρωποι επιθυμούν να πάνε».
Σχετικά με την άνοδο του γερμανικού ακροδεξιού σχηματισμού Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), προειδοποιεί τα δημοκρατικά κόμματα: «αν πιστεύουν πως θα καταφέρουν να συγκρατήσουν την άνοδο της AfD συνεχίζοντας αδιάκοπα να υιοθετούν τα θέματά της, ακόμη και να προχωρούν σε ρητορική πλειοδοσία χωρίς να προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις στα υφιστάμενα προβλήματα, θα αποτύχουν».
Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το Φεβρουάριο 2022, κατηγορήθηκε ότι κατέστησε τη Γερμανία εξαρτημένη από τις παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου.
Εντούτοις, υπογραμμίζει, η δημιουργία του αγωγού αερίου Nord Stream 1 είχε υπογραφεί από τον προκάτοχό της, τον σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος έγινε στη συνέχεια πρόεδρος της επιτροπής μετόχων και του εποπτικού συμβουλίου της εταιρείας αυτής.
Για τον Nord Stream 2, τον δεύτερο αγωγό αερίου που ουδέποτε τέθηκε σε λειτουργία και για τον οποίο είχε δώσει το πράσινο φως μετά τη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, εξηγεί πως θα ήταν τότε «δύσκολο να δεχθούν οι άνθρωποι τόσο στη Γερμανία (...) όσο και σε αριθμό κρατών μελών της ΕΕ» την εισαγωγή άλλων πιο ακριβών καυσίμων.
Δικαιολογεί επίσης την επιλογή αυτή επικαλούμενη τη σταδιακή εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας, την οποία είχε αποφασίσει το 2011 μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα: «το φυσικό αέριο κάλυπτε περισσότερο παρά ποτέ το ρόλο μιας μεταβατικής ορυκτής τεχνολογίας» περιμένοντας να πάρουν τη σκυτάλη οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η πρώην καγκελάριος συνιστά εξάλλου να μην υπάρξει επιστροφή προς τα πίσω στη Γερμανία σε ό,τι αφορά την ατομική ενέργεια, όπως προτείνουν μερικοί: «Δεν την έχουμε ανάγκη για να ικανοποιήσουμε τους κλιματικούς στόχους μας, για να είμαστε τεχνολογικά αποδοτικοί».
Κανένας άλλος ηγέτης δεν επικρίνεται τόσο στα απομνημονεύματα αυτά όσο ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, τον οποίο περιγράφει ως «έναν άνθρωπο που βρίσκεται διαρκώς σε επιφυλακή, φοβούμενος μήπως τον κακομεταχειρισθούν και πάντα έτοιμος να καταφέρει πλήγματα, μεταξύ άλλων και να ασκήσει την εξουσία του παίζοντας με ένα σκύλο και κάνοντας τους άλλους να περιμένουν».
Εντούτοις «συνεχίζει να πιστεύει» πως «παρόλες τις δυσκολίες (...) έκανε καλά που επέμεινε (...) να μην αφήσει να κοπούν οι επαφές με τη Ρωσία (...) και να διατηρήσει επίσης δεσμούς μέσω των εμπορικών σχέσεων - πέραν των αμοιβαίων οικονομικών ωφελειών».
Διότι, υπογραμμίζει, «η Ρωσία είναι, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μία από τις δύο κύριες παγκόσμιες πυρηνικές δυνάμεις» και είναι γείτονας της Ευρώπης.
Εξακολουθεί επίσης να υπερασπίζεται την αντίθεσή της σε μια ενδεχόμενη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ κατά τη σύνοδο κορυφής του Βουκουρεστίου το 2008, υποστηρίζοντας πως είναι ψευδαίσθηση να πιστεύει κανείς ότι το καθεστώς της υποψήφιας για ένταξη στο ΝΑΤΟ χώρας θα την είχε προστατεύσει από την επίθεση του Πούτιν.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ