Αντιμέτωπη με μια κρίση στα σιτηρά η ΕΕ -«Καμπανάκι» από την μειωμένη παραγωγή
Μια σειρά παραγόντων αναμένεται να μειώσει φέτος την παραγωγή σιτηρών στην ΕΕ στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2007, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου στον τομέα.
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια σοβαρή κρίση στην παραγωγή δημητριακών, η οποία επιδεινώνεται από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, το υψηλό κόστος παραγωγής με σταθερές τιμές, τη χαμηλή ποιότητα της παραγωγής και τον έντονο ανταγωνισμό από την Ουκρανία.
Αυτοί οι παράγοντες έχουν δημιουργήσει συνδυαστικά μια «τέλεια καταιγίδα» για τον γεωργικό τομέα, επισημαίνει το Euronews.
Σε συνάντηση με ευρωβουλευτές νωρίτερα αυτή την εβδομάδα (18 Νοεμβρίου), ο αξιωματούχος της Επιτροπής της ΕΕ Pierre Bascou εξέφρασε ανησυχίες για την παραγωγή σιτηρών, η οποία προβλέπεται να φθάσει φέτος μόνο τα 255,6 εκατομμύρια τόνους -9% κάτω από τον ιστορικό μέσο όρο.
«Η φετινή σεζόν ήταν ιδιαίτερα δύσκολη λόγω μιας σειράς δυσμενών καιρικών φαινομένων για τη συγκομιδή», πρόσθεσε, τονίζοντας πως οι ξηρασίες στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και οι υπερβολικές βροχοπτώσεις του φθινοπώρου επηρέασαν αρνητικά τόσο την ποσότητα όσο και την ποιότητα των συγκομιδών.
Ο αξιωματούχος της ΕΕ σημείωσε ότι η μείωση της παραγωγής οφείλεται τόσο στη μείωση των εκτάσεων που διατίθενται για τα σιτηρά όσο και στην πτώση των αποδόσεων σε βασικές περιοχές. Η Γαλλία, σημαντικός παραγωγός, έχει πληγεί ιδιαίτερα σκληρά, με τη μείωση της παραγωγής να αντισταθμίζεται μόνο εν μέρει από τις αυξήσεις σε άλλες περιοχές.
«Φέτος στη Γαλλία, χάνουμε χρήματα. Απλώς δεν μπορούμε να διατηρήσουμε αυτή την κατάσταση για πολύ ακόμα», εξήγησε στο Euronews ο Cédric Benoist, Γάλλος αγρότης σιτηρών, ο οποίος είναι επίσης πρόεδρος της ομάδας εργασίας για τα σιτηρά της γεωργικής ένωσης της ΕΕ Copa-Cogeca.
Ανησυχίες για την ποιότητα
Η μείωση είναι ιδιαίτερα έντονη στην παραγωγή αραβοσίτου, η οποία εκτιμάται σε 58 εκατομμύρια τόνους, -12% κάτω από τον ιστορικό μέσο όρο.
Εν τω μεταξύ, η συγκομιδή μαλακού σιταριού προβλέπεται σε 112,6 εκατομμύρια τόνους, 11% κάτω από το μέσο όρο.
Μόνο για το κριθάρι αναμένεται μικρή αύξηση σε σχέση με πέρυσι, αλλά παραμένει 5% κάτω από τον ιστορικό μέσο όρο.
Ωστόσο, το ζήτημα δεν αφορά μόνο την ποσότητα, αλλά και την ποιότητα. Πολλές συγκομιδές παρουσιάζουν χαμηλότερα επίπεδα πρωτεϊνών ή μόλυνση με αλκαλοειδή, μια τοξίνη που μπορεί να επηρεάσει σοβαρά την αξία της αγοράς.
Σύμφωνα με έναν άλλο εμπειρογνώμονα της Copa Cogeca, η μόλυνση αυτή έχει προκαλέσει την υποβάθμιση πολλών παρτίδων δημητριακών από τρόφιμα σε ζωοτροφές ή ακόμη και σε βιομάζα, μειώνοντας σημαντικά τις τιμές για τους αγρότες.
Aστάθεια στην αγορά
Η αγορά δημητριακών αντιμετώπισε αστάθεια στις τιμές τα τελευταία δύο χρόνια, λόγω γεωπολιτικών παραγόντων και διακυμάνσεων στις προμήθειες.
«Η κατάσταση δεν είναι δραματική, αλλά σαφώς, θα μπορούσαμε να περιμένουμε καλύτερες τιμές σύμφωνα με τη μείωση της παραγωγής», επεσήμανε ο Bascou.
Επιτείνοντας την πίεση, η Ευρώπη κατακλύζεται από φθηνότερα δημητριακά από την Ουκρανία, σύμφωνα με τον Benois της Copa Cogeca, γεγονός που οδηγεί τις τιμές ακόμη χαμηλότερα, ενώ το κόστος παραγωγής έχει εκτοξευθεί στα ύψη.
Αν και οι τιμές των λιπασμάτων και των ζωοτροφών μειώθηκαν κατά 8% το τρίτο τρίμηνο του 2024, το συνολικό κόστος εισροών παραμένει σημαντικά υψηλότερο από ό,τι το 2020. Οι τιμές των λιπασμάτων εξακολουθούν να είναι συγκρίσιμες με τα επίπεδα που παρατηρήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 2020, ενώ το κόστος παραγωγής σε βασικές περιοχές έχει εκτοξευθεί στα ύψη.
Για παράδειγμα, στη Γαλλία, το μέσο κόστος παραγωγής αυξήθηκε από 1.512 ευρώ ανά εκτάριο το 2021 σε 2.065 ευρώ ανά εκτάριο το 2023. Ομοίως, στην Ιρλανδία, το κόστος αυξήθηκε από 1.330 ευρώ ανά εκτάριο σε 2.199 ευρώ ανά εκτάριο κατά την ίδια περίοδο.