Πληθωρισμός: Οι κεντρικές τράπεζες κερδίζουν τη μάχη με τον πληθωρισμό
Ο πληθωρισμός μειώνεται ταχύτερα από το αναμενόμενο σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες, σηματοδοτώντας ένα σημείο καμπής στη διετή μάχη των κεντρικών τραπεζών κατά της εκτίναξης τιμών.
Η υποχώρηση του πληθωρισμού κάτω από το 5% στη Βρετανία τον περασμένο μήνα και περίπου στο 3% σε ΗΠΑ και Ευρωζώνη, τροφοδοτούν τις προσδοκίες ότι οι κεντρικές τράπεζες θα μπορούσαν να αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια το επόμενο έτος.
Η σταδιακή μείωση των επιτοκίων θα έφερνε ανακούφιση στην παγκόσμια οικονομία, που δοκιμάζεται, ενισχύοντας τις προοπτικές μιας ήπιας προσγείωσης από μια ιστορική σειρά αυξήσεων των επιτοκίων.
Εδώ και μήνες, οι οικονομολόγοι προβληματίζονταν για το γεγονός ότι η ανάπτυξη και ο πληθωρισμός δεν είχαν επιβραδυνθεί περισσότερο μετά τις αυξήσεις των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες. Τώρα, διαφαίνονται όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι το υψηλότερο κόστος δανεισμού κάνει πιο δύσκολη τη ζωή των πολιτών.
«Είναι σίγουρα ένα σημείο καμπής για τον πληθωρισμό», δήλωσε ο Στέφαν Γκίρλακ, πρώην υποδιοικητής της κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας. «Οι επενδυτές μπορεί να εκπλαγούν από το πόσο γρήγορα οι κεντρικές τράπεζες θα μειώσουν τα επιτόκια το επόμενο έτος, ίσως κατά μιάμιση ποσοστιαία μονάδα».
Οι απότομες μειώσεις του πληθωρισμού σε όλες τις ηπείρους υπογραμμίζουν το πόσο κοινοί ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν τις τιμές σε άνοδο με αποκορύφωμα την πανδημία του κορωνοϊού και τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Έτσι ασκήθηκαν πιέσεις στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού, μειώθηκε ο αριθμός των ανθρώπων που εργάζονται σε αυτή και τροφοδοτήθηκαν οι αυξήσεις στην ενέργεια, ιδίως στην Ευρώπη. Όταν οι ανησυχίες για τα παραπάνω μειώνονται, πέφτουν και οι τιμές σε φυσιολογικά επίπεδα.
Στον πληθωρισμό έδωσαν επίσης ώθηση και άλλοι παράγοντες. Όπως για παράδειγμα τα τρισεκατομμύρια δολάρια των κυβερνητικών δαπανών για τη στήριξη της οικονομίας των ΗΠΑ, καθώς και οι αποταμιεύσεις των καταναλωτών που συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αυτός -λένε οι οικονομολόγοι-, είναι ο λόγος για τον οποίο ο πληθωρισμός παραμένει ισχυρός σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας για τον οποίο χρειάστηκαν συνεχόμενες αυξήσεις επιτοκίων, για να μειωθεί.
Ακόμα και χώρες όπου ο πληθωρισμός έχει αποδειχθεί πιο επίμονος, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, έχει αρχίσει να σημειώνεται πρόοδος. Οι πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 4,6% τον Οκτώβριο μειωμένος αρκετά σε σχέση με το 6,7% του Σεπτεμβρίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι οικονομολόγοι ανέμεναν μείωση, όμως η εκτίμηση τους ήταν στο 4,8%.
Η είδηση της υποχώρησης στο Ηνωμένο Βασίλειο ακολούθησε την έκθεση της περασμένης Τρίτης για μεγαλύτερη από την αναμενόμενη μείωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ στο 3,2% τον Οκτώβριο. Η Ευρωζώνη ανέφερε επίσης πτώση του πληθωρισμού στο 2,9% τον Οκτώβριο από το 4,3% του Σεπτεμβρίου.
Η μείωση του πληθωρισμού έχει κάνει τους Ευρωπαίους υπεύθυνους για τη χάραξη της χρηματοοικονομικής πολιτικής αισιόδοξους ότι η μάχη έχει κερδηθεί και μάλιστα σε μικρότερο χρονικό διάστημα σε σχέση με άλλες εποχές που καταγράφηκε μεγάλη άνοδος των τιμών.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Γάλλου υπουργού Οικονομικών που δήλωσε ότι βρισκόμαστε σε διαδικασία εξόδου από την πληθωριστική κρίση. «Σε κάτι λιγότερο από δύο χρόνια, η Ευρώπη θα έχει καταφέρει να ελέγξει τον πληθωρισμό, ο οποίος επιβαρύνει τους πολίτες και τα νοικοκυριά, ιδίως τα λιγότερο εύπορα», ήταν τα λόγια του.
Ιδιαίτερα αισιόδοξοι είναι πλέον και οι επενδυτές. Σύμφωνα με στοιχεία της Refinitiv, υπολογίζουν σε μειώσεις επιτοκίων από Fed και ΕΚΤ από την επόμενη άνοιξη και από το επόμενο καλοκαίρι αναμένουν να κάνει το ίδιο και η Τράπεζα της Αγγλίας.
Οι αγορές έδιναν ένα ποσοστό της τάξης του 30% να αυξήσει η Fed τα επιτόκια από 5,25% στο 5,5%, πριν τη δημοσίευση των στοιχείων για τον πληθωρισμό. Ωστόσο μετά τις σχετικές ανακοινώσεις το ποσοστό έχει μειωθεί στο 5% σύμφωνα με αναλυτές της Deutsche Bank. Η προοπτική μείωσης των επιτοκίων από τη Fed έως τον Μάιο εκτινάχθηκε από το 23% τη Δευτέρα, στο 86% μέχρι το κλείσιμο της Τρίτης.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι πιο επιφυλακτικοί αφού εξεπλάγησαν πέρυσι από την επιμονή του πληθωρισμού. Η Τράπεζα της Αγγλίας δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι είναι ακόμα νωρίς για να αρχίσει την κουβέντα για μείωση των επιτοκίων, έχοντας προβλέψει ότι ο πληθωρισμός θα φτάσει τον στόχο του 2% στα τέλη του 2025. Οι κεντρικοί τραπεζίτες επισημαίνουν επίσης των κίνδυνο για υψηλότερες τιμές στην ενέργεια εάν η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς επεκταθεί και σε άλλα μέρη της Μέσης Ανατολής.
Στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός υποχωρεί καθώς η αγορά εργασίας και οι καταναλωτικές δαπάνες δείχνουν ισχυρές. Κάτι που έχει ενισχύσει τις προβλέψεις ότι οι πιέσεις στις τιμές θα συνεχίσουν να μειώνονται χωρίς η οικονομία να οδηγηθεί σε ύφεση.
Στην Ευρώπη, το οικονομικό σκηνικό είναι πιο δύσκολο. Η Γηραιά Ήπειρος αντιμετωπίζει αντιξοότητες στην ανάπτυξη, από την επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου και την υποτονική ανάπτυξη στην Κίνα -μια κρίσιμη εξαγωγική αγορά-, μέχρι τις προσπάθειες των κυβερνήσεων να επιβραδύνουν τις δαπάνες. Το συνταγματικό δικαστήριο της Γερμανίας αποφάσισε την Τετάρτη να βάλει φρένο στην κυβέρνηση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς να διαθέσει 60 δισ. ευρώ από αχρησιμοποίητα κονδύλια για την πανδημία για τη χρηματοδότηση πρωτοβουλιών για την πράσινη ενέργεια, δημιουργώντας μια μεγάλη τρύπα στον κρατικό προϋπολογισμό.
Τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά δεν δείχνουν την ίδια διάθεση με τα αμερικανικά να δαπανήσουν τις αποταμιεύσεις της εποχής της πανδημίας. Όλα αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε βαθύτερη ύφεση και εντονότερη πτώση του πληθωρισμού στην Ευρώπη, γεγονός που θα προκαλούσε νωρίτερα μειώσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Παρά την πιθανότητα χαμηλότερων επιτοκίων στο μέλλον, η επιστροφή στην περίοδο των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων που προηγήθηκε της πανδημίας θεωρείται απίθανη από πολλούς οικονομολόγους και επενδυτές, αντανακλώντας τις αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις και τις δημογραφικές πιέσεις.