Στο στόχαστρο των ΗΠΑ η Credit Suisse για απόκρυψη κεφαλαίων Αμερικανών πολιτών
H Credit Suisse, μετά τη χρεοκοπία της και την εσπευσμένη διάσωσή της από την UBS νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ενδέχεται να φέρει μια νέα δέσμη ρυθμιστικών και νομικών προβλημάτων για τον νέο της ιδιοκτήτη.
Επί σειρά ετών, η ελβετική τράπεζα υπήρξε ένα ασφαλές καταφύγιο για πλούσιους Αμερικανούς που ήθελαν να αποκρύψουν περιουσιακά στοιχεία από την εφορία, ακόμη και αφότου και διώχθηκε με την ίδια κατηγορία πριν από περισσότερο από μια δεκαετία, σύμφωνα με δύο πρώην τραπεζίτες της Credit Suisse που μίλησαν στο CNBC και οι οποίοι συνεργάζονται με την αμερικανική κυβέρνηση ως πληροφοριοδότες.
Η τράπεζα ομολόγησε την ενοχή της το 2014 σε ποινικές κατηγορίες για «συνειδητή και εσκεμμένη» παροχή βοήθειας σε χιλιάδες Αμερικανούς πελάτες για την απόκρυψη των υπεράκτιων περιουσιακών στοιχείων και εισοδημάτων τους από την εφορία. Παραδέχτηκε τότε ότι χρησιμοποιούσε εικονικές οντότητες, κατέστρεφε αρχεία λογαριασμών και παρέδιδε μετρητά σε Αμερικανούς πελάτες για να αποφύγει τον εντοπισμό από την Εσωτερική Υπηρεσία Εσόδων των ΗΠΑ (IRS), συμφωνώντας να πατάξει τους φοροφυγάδες των ΗΠΑ στο μέλλον ως μέρος της συμφωνίας ομολογίας της. Η Credit Suisse συμφώνησε, επίσης, τότε σε μια σειρά από μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της αποκάλυψης των διασυνοριακών δραστηριοτήτων της και της συνεργασίας με τις αρχές όταν αυτές ζητούν πληροφορίες, μεταξύ άλλων.
Η ελβετική τράπεζα φαίνεται να έχει παραβιάσει τη συμφωνία αυτή, σύμφωνα με νέα έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών της Γερουσίας, η οποία περιγράφει λεπτομερώς τις συνεχείς και ανεξέλεγκτες καταχρήσεις από τότε. Η έκθεση, η οποία δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, περιγράφει λεπτομερώς τα ευρήματα της διετούς έρευνας της επιτροπής και αποκτά μεγαλύτερη επικαιρότητα δεδομένης της τραπεζικής κρίσης. Η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας έχει χορηγήσει ρευστότητα άνω των 100 δισ. δολαρίων στην Credit Suisse για να τη διατηρήσει σε λειτουργία νωρίτερα αυτό το μήνα, ενώ η ελβετική κυβέρνηση συμφώνησε να χορηγήσει στην UBS περίπου 9 δισ. δολάρια για να καλύψει τις απώλειες που προέκυψαν από την εξαγορά από την UBS.
Συνεχίζει τις ίδιες πρακτικές η Credit Suisse λένε οι Αμερικανοί
Οι ερευνητές της Γερουσίας ανέφεραν ότι οι νέες αποκαλύψεις εγείρουν ερωτήματα σχετικά με το πόσα ακριβώς αμερικανικά χρήματα παραμένουν κρυμμένα μέσα στα θησαυροφυλάκια μιας τράπεζας της οποίας η χρεοκοπία κλόνισε τα θεμέλια του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος.
Η έκθεση της Γερουσίας κατηγορεί την τράπεζα για παραβίαση των όρων της συμφωνίας του 2014, γεγονός που θα μπορούσε να προκαλέσει πλήθος επιπτώσεων αν το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ συνεχίσει την υπόθεση. Δεν είναι σαφές σε πόση πιθανή ευθύνη είναι εκτεθειμένη η UBS ως αποτέλεσμα της έκθεσης, αλλά ένας δικηγόρος των πληροφοριοδοτών υποστηρίζει ότι η τράπεζα θα πρέπει να καταβάλει έως και 1,3 δισ. Δολάρια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι πληροφοριοδότες πρόκειται να έχουν οικονομικό όφελος εάν υπάρξουν περαιτέρω πληρωμές προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Σύμφωνα με το νόμο, οι πληροφοριοδότες δικαιούνται να εισπράξουν μεταξύ 15% και 30% των χρημάτων που θα ανακτηθούν από την κυβέρνηση των ΗΠΑ ως άμεσο αποτέλεσμα των πληροφοριών που παρέχουν.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών της Γερουσίας Ron Wyden, δήλωσε ότι η επιτροπή του έλαβε νέες πληροφορίες μόλις αυτή την εβδομάδα από την Credit Suisse σχετικά με πρόσθετους αμερικανικούς αδήλωτους λογαριασμούς που διατηρούσε η τράπεζα μετά το 2014.
«Το ζήτημα συνεχίζεται ακόμη και τις τελευταίες δύο ημέρες – ακόμη περισσότερα χρήματα βρέθηκαν να έχουν αποκρυφτεί και υπάρχουν πολύ σημαντικά ζητήματα εδώ», δήλωσε ο Wyden. «Είναι σαφές ότι ήρθε η ώρα να ασκηθεί δίωξη και να διασφαλιστεί ότι θα υπάρξουν κυρώσεις που θα στείλουν ένα ισχυρό μήνυμα».
«Οι υπάλληλοι της Credit Suisse βοήθησαν και υποκίνησαν ένα μεγάλο εγκληματικό σχέδιο φοροδιαφυγής», δήλωσε ένας σύμβουλος της επιτροπής Οικονομικών, ο οποίος μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Μέχρι σήμερα, κανένας υπάλληλος της Credit Suisse που εμπλέκεται στο σύστημα δεν έχει αντιμετωπίσει συνέπειες από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για τη συμμετοχή του».
Οι ερευνητές της Γερουσίας λένε ότι ανακάλυψαν πως η Credit Suisse επέτρεψε σε 25 αμερικανικές οικογένειες να κρύψουν περιουσίες συνολικού ύψους άνω των 700 εκατ. δολαρίων στην τράπεζα κατά τα έτη που ακολούθησαν τη συμφωνία ομολογίας της τράπεζας.
«Πίστευαν ότι μπορούσαν να ξεφύγουν και σε μεγάλο βαθμό το έκαναν», δήλωσε ένας εκ των ερευνητών και πρόσθεσε: «Το θέμα δεν είναι αν οι ελβετικές τράπεζες συνεχίζουν να το κάνουν αυτό, το θέμα είναι ποιες ελβετικές τράπεζες εξακολουθούν να το κάνουν».
Σε δήλωσή στο CNBC, εκπρόσωπος της Credit Suisse δήλωσε ότι η τράπεζα δεν ανέχεται τη φοροδιαφυγή.
Οι δύο πρώην υπάλληλοι της Credit Suisse, οι οποίοι συνεργάζονται ως πληροφοριοδότες με την αμερικανική κυβέρνηση και τους ερευνητές της Γερουσίας, δήλωσαν στο CNBC ότι ορισμένες από τις κακές συμπεριφορές συνεχίστηκαν πολύ καιρό μετά τη συμφωνία του 2014 με την Credit Suisse.
Παρ’ όλο που η τράπεζα αποκάλυψε και έκλεισε πολλούς αμερικανικούς λογαριασμούς μετά τη συμφωνία του 2014, ορισμένοι τραπεζίτες συνεργάστηκαν με πελάτες με μεγάλες περιουσίες για να διατηρήσουν ορισμένους Αμερικανούς στην τράπεζα, αλλάζοντας τις εθνικότητες που αναγράφονταν στους λογαριασμούς τους και αγνοώντας τα στοιχεία που έδειχναν ότι οι κάτοχοι των λογαριασμών ήταν Αμερικανοί. Σε άλλες περιπτώσεις, βοήθησαν Αμερικανούς πελάτες να μεταφέρουν χρήματα σε άλλες τράπεζες, χωρίς να αναφέρουν τις μεταφορές αυτές στις αμερικανικές αρχές, λένε οι καταγγέλλοντες.
Δεν είναι σαφές ποια ευθύνη ανέλαβε, αν υπάρχει, η UBS για όλα αυτά ως αποτέλεσμα της έκτακτης εξαγοράς της Credit Suisse με μεσολάβηση της κυβέρνησης στις 19 Μαρτίου. Δεν είναι επίσης σαφές πόσο από αυτό το ενδεχόμενο νομικό ζήτημα αποκαλύφθηκε στην UBS πριν από την εξαγορά της Credit Suisse, αν και πηγή εξοικειωμένη με τον τρόπο σκέψης της Credit Suisse υποστήριξε ότι τα στελέχη της UBS έχουν γνώση της κατάστασης.
Στελέχη της UBS δεν ανταποκρίθηκαν σε αίτημα του CNBC για σχολιασμό της κατάστασης.