Brexit: Το βασανιστικό ταξίδι εντός κι εκτός Ε.E.
Στις 30 Μαρτίου του 2019 στη μία η ώρα μετά τα μεσάνυχτα, η Μεγάλη Βρετανία αναμένεται, πλην απροόπτου, να εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αξίζει όμως να δούμε το ταραχώδες ταξίδι της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης μέσα και έξω από την Ενωμένη Ευρώπη: Η Βρετανία δεν ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 1952. Η κυβέρνηση τότε φοβόταν ότι η ένταξη σε μία εμπορική ένωση θα δημιουργούσε προβλήματα στις σχέσεις του Λονδίνου με την Ουάσινγκτον, αλλά και τις χώρες της Κοινοπολιτείας, ενώ θα περιόριζε την ελευθερία λήψης αποφάσεων. Η τάση αυτή αντιστράφηκε τη δεκαετία του ’60 όταν ήταν πρωθυπουργός ο Συντηρητικός, Χάρολντ Μακ Μίλαν. Με την Ευρώπη διχασμένη λόγω του Ψυχρού Πολέμου, ο Χάρολντ Μακ Μίλαν πίστευε ότι η Βρετανία θα ήταν ενισχυμένη σε περίπτωση ένταξης. Ωστόσο, ο τότε Γάλλος Πρόεδρος, Σαρλ ντε Γκωλ, μπλόκαρε τις προσπάθειες του Λονδίνου για ένταξη και το 1961, αλλά και το 1967, καθώς πίστευε ότι το Λονδίνο θα ήταν ουσιαστικά εχθρικό προς τις άλλες χώρες της Ευρώπης.
Τελικά, η Βρετανία μπήκε στην ΕΟΚ το 1973 όταν η Γαλλία σταμάτησε να ασκεί βέτο στην ένταξή της, μετά και την παραίτηση του ντε Γκωλ το 1969. υπογράφοντας την ένταξη της χώρας του, ο τότε πρωθυπουργός, Τεντ Χιθ, είπε ότι «θα χρειαστεί φαντασία» για να αναπτυχθούν οι θεσμοί την ενωμένης Ευρώπης και, ταυτόχρονα, να διατηρηθεί η ατομικότητα των χωρών.
Το 1975, ο τότε Εργατικός πρωθυπουργός, Χάρολντ Γουίλσον, ήρθε αντιμέτωπος με τις διαφορετικές απόψεις των μελών της κυβέρνησης του για το θέμα και αποφάσισε να προχωρήσει στο πρώτο δημοψήφισμα για την παραμονή της Βρετανίας στην Ένωση. Τότε, το αποτέλεσμα ήταν συντρηπτικό. Το 67% ψήφισε υπέρ της παραμονής και μόλις το 33% ψήφισε υπέρ της αποχώρησης.
Ωστόσο, το θέμα της παραμονής δεν έφυγε ποτέ από το τραπέζι των συζητήσεων ούτε και στη συνέχεια που ανέλαβε την πρωθυπουργία η Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία κατά τη διάρκεια του δημοψηφίσματος είχε ταχθεί υπέρ της παραμονής. Η σχέση της Θάτσερ με τους Ευρωπαίους ήταν αρκετές φορές τεταμένη και όσο περνούσε ο καιρός, το κόμμα της ήταν όλο και πιο διχασμένο για το θέμα. Η Θάτσερ τότε τάχθηκε εναντίον της ιδέας για τη δημιουργία ενιαίου νομίσματος λέγοντας ότι θα αποκτούσαν μεγάλη δύναμη οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί, ενώ στην ιστορία έχει μείνει η απάντησή της στον τότε Πρόεδρο της Κομισιόν, Ζακ Ντελόρ, που τη ρώτησε αν συμφωνεί σε περισσότερη ενοποίηση. «Όχι, όχι και όχι», απάντησε η Σιδηρά Κυρία. Ωστόσο, λίγες μέρες μετά, η Θάτσερ έχασε τη θέση της, μετά την πρόταση μομφής στο εσωτερικό του κόμματός της. Ο διάδοχός της, Τζον Μέιτζορ, αναγκάστηκε στις 16 Σεπτεμβρίου του 1992 να αποσύρει τη στερλίνα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Ισοτιμιών, μετά τη «Μαύρη Τετάρτη» για το άλλοτε κραταιό, βρετανικό νόμισμα. Ο Μέιτζορ βρήκε πολλές φορές μπροστά του το θέμα της Ευρώπης, ενώ το 1993 αφού επιβίωσε μίας ψήφου δυσπιστίας για τη Συνθήκη του Μάαστριχτ αποκάλεσε «μπάσταρδους» τρεις Ευρωσκεπτικιστές υπουργούς.
Το 1997 που ανέλαβε πρωθυπουργός ο Εργατικός, Τόνι Μπλερ, ο υπουργός Οικονομικών του, Γκόρντον Μπράουν, απέκλεισε κατηγορηματικά ενδεχόμενη είσοδο της Βρετανίας στην ευρωζώνη.
Η θητεία του επόμενου πρωθυπουργού, Ντέιβιντ Κάμερον, καθορίστηκε επίσης από το ευρωπαϊκό θέμα, ωστόσο ο Κάμερον έμελλε να γίνει ο μοιραίος πρωθυπουργός με ένα «σίγουρο» δημοψήφισμα που γύρισε μπούμερανγκ.
Σε μία προσπάθεια να αυξήσει την εκλογική του δύναμη, ο Ντέιβιντ Κάμερον, επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την ευρωσκεπτικιστική τάση στο εσωτερικό του κόμματός του και υποσχέθηκε δημοψήφισμα για τη συμφωνία της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, την οποία είχε μόλις επαναδιαπραγματευτεί. Τότε ο Κάμερον δήλωσε ικανοποιημένος από τη συμφωνία και στήριξε την παραμονή, ενώ υπέρ του «Ναι» τάχθηκαν και οι Εργατικοί. Το αποτέλεσμα όμως του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου του 2016 ήταν κάθε άλλο παρά αναμενόμενο. Το 52% των Βρετανών ψήφισε υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το 48% κατά. Την επόμενη μέρα ο Κάμερον παραιτήθηκε και τη θέση του πήρε η Τερέζα Μέι.
Χρειάστηκε να περάσουν μερικοί μήνες, όμως τελικά η Μέι προχώρησε στην ενεργοποίηση του Άρθρου 50, που προβλέπει την αποχώρηση μίας χώρας από την ΕΕ, στις 29 Μαρτίου του 2017, πράγμα που σημαίνει ότι η ημερομηνία αποχώρησης θα πρέπει να είναι το αργότερο στις 29 Μαρτίου του 2019. Μάλιστα, σε μία προσπάθεια να κερδίσει στήριξη για το σχέδιό της για το Brexit, η Μέι έκανε πρόωρες εκλογές και για άλλη μία φορά, όπως και με τον Κάμερον, της γύρισε μπούμερανγκ. Έχασε την άνετη πλειοψηφία που είχε στο Κοινοβούλιο και αναγκάστηκε να ζητήσει τη στήριξη του Κόμματος των Βορειο-ιρλανδών. Στις 13 Νοεμβρίου συμφώνησε με τους Ευρωπαίους για τους όρους της αποχώρησης, όμως το θέμα των συνόρων στην Ιρλανδία είναι το μεγάλο «αγκάθι», για το οποίο έχει δεχτεί σκληρή κριτική και μεγάλες δυσκολίες να το περάσει από τη Βουλή της.
Πριν από λίγες μέρες απέσυρε την ψηφοφορία για το σχέδιο της, καθώς θεωρούταν βέβαιο ότι δε θα περάσει. Τελικά, επιβίωσε της πρότασης μομφής από το κόμμα της, όμως η Ευρώπη ήδη ετοιμάζεται για έξοδο της Βρετανίας χωρίς συμφωνία... Οι επόμενοι τρεις μήνες θα είναι σίγουρα κρίσιμοι...