Ερευνα: Ο κορωνοϊός πιθανότατα κυκλοφορούσε στις ΗΠΑ από τον Δεκέμβριο του '19
Νέα στοιχεία που υποδεικνύουν ότι ο κορωνοϊός κυκλοφορούσε στις ΗΠΑ τουλάχιστον από τον Δεκέμβριο του 2019, εβδομάδες προτού ανακοινωθεί το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα στη χώρα, φέρνει στο φως μελέτη, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα.
Η μελέτη του National Institutes of Health (ΝΙΗ) των ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Clinical Infectious Diseases, ανέλυσε 24.000 δείγματα αίματος, που ελήφθησαν από εθελοντές από τις 2 Ιανουαρίου μέχρι τις 18 Μαρτίου του 2020 και εντοπίστηκαν αντισώματα κατά του κορωνοϊού SARS-CoV-2 μέσω δύο διαφορετικών μελετών ορού αίματος σε δείγματα εννέα ασθενών. Οι συμμετέχοντες στη μελέτη προέρχονταν από άλλες περιοχές, πέραν του Σιάτλ και της Νέας Υόρκης που πιστευόταν ότι ήταν τα σημαντικότερα σημεία εισόδου του SARS-CoV-2 στις ΗΠΑ. Τα πρώτα θετικά δείγματα προέρχονταν από το Ιλινόι και τη Μασαχουσέτη στις 7 και 8 Ιανουαρίου 2020 αντίστοιχα, πράγμα που υποδεικνύει ότι ο κορωνοϊός ήταν παρών στις συγκεκριμένες, τουλάχιστον, πολιτείες από τα τέλη Δεκεμβρίου.
«Τα τεστ αντισωμάτων σε δείγματα αίματος μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα την εξάπλωση του κορωνοϊού στις ΗΠΑ τις πρώτες μέρες της πανδημίας, όταν διεξάγονταν περιορισμένα διαγνωστικά τεστ», εξηγεί η βασική συντάκτρια της έκθεσης, επίκουρη καθηγήτρια επιδημιολογίας της Σχολής Δημόσιας Υγείας Bloomberg του Johns Hopkins, Κέρι Άλτχοφ.
Η έρευνα επιβεβαιώνει σε αρκετό βαθμό το αντίστοιχο συμπέρασμα των Κέντρων Πρόληψης και Ελέγχου Μολυσματικών Ασθενειών των ΗΠΑ του περασμένου Νοεμβρίου. Για να αποτραπεί η πιθανότητα εσφαλμένων θετικών αποτελεσμάτων η ομάδα των ερευνητών έκανε δύο χωριστά τεστ σε κάθε δείγμα αναζητώντρας αντισώματα που συνδέονται με διαφορετικά τμήματα του κορωνοϊού. Οι τύποι των αντισωμάτων που έψαχναν καλούνται Ιmmunoglobulin G, ή IgG, που «εξουδετερώνουν» την ικανότητα του ιού να εισβάλλει στα κύτταρα και δεν εμφανίζονται παρά μόνον δύο εβδομάδες μετά τη μόλυνση. Ως εκ τούτου συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι συμμετέχοντες στη μελέτη, τα δείγματα των οποίων βγήκαν θετικά, είχαν εκτεθεί στον κορωνοϊό τουλάχιστον αρκετές εβδομάδες νωρίτερα.
Οι συντάκτες της μελέτης δεν γνωρίζουν κατά πόσον οι συμμετέχοντες μολύνθηκαν στη διάρκεια κάποιου ταξιδιού τους ή μέσα στις κοινότητες όπου ζουν και προτείνουν να διεξαχθεί περαιτέρω έρευνα για την επιβεβαίωση του πορίσματός τους, δεδομένου μάλιστα ότι υπάρχει πιθανότητα να αντισώματα που ανίχνευσαν να σχηματίστηκαν κατά μόλυνσης από άλλους κορωνοϊούς, περιλαμβανομένων και των τεσσάρων που προκαλούν κοινά κρυολογήματα. Εκτιμούν, ωστόσο, ότι η πιθανότητα να βγήκαν κατά λάθος θετικά και τα εννέα δείγματα είναι μόλις μία στις 100.000.