Δραματική κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου
Δραματικές διαστάσεις πήρε μέσα σε λίγες ώρες η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Μέσα στη νύχτα, τέθηκαν σε εφαρμογή δασμοί 15% σε Κινεζικά προϊόντα συνολικής αξίας 110 δισ. δολαρίων, αλλά και κινεζικοί δασμοί σε αμερικανικά προϊόντα συνολικής αξίας 75 δισ. δολαρίων.
Ωστόσο, οι αγορές έχουν ήδη βρεθεί αντιμέτωπες με δύο γύρους αμερικανικών δασμών και Κινεζικών αντιποίνων. Όμως, οι δασμοί του Σαββατοκύριακου που μας πέρασε – μαζί με ένα νέο γύρο που θα επιβληθεί στις 15 Δεκεμβρίου – είναι διαφορετικοί από τις δύο προηγούμενες φορές, σύμφωνα με τον Αντίτια Μπέιβ, οικονομικό αναλυτή της Bank of America Merrill Lynch. «Στους προηγούμενους γύρους επιβολής δασμών υπήρχε μία ξεκάθαρη προσπάθεια να αποφευχθούν τα καταναλωτικά προϊόντα. Πλέον έχουν τελειώσει τα μη-καταναλωτικά προϊόντα», τόνισε.
Αυτή τη φορά στο στόχαστρο έχουν μπει πολύ δημοφιλείς κατηγορίες προϊόντων, όπως τα λάπτοπ, οι τηλεοράσεις, διάφορες άλλες συσκευές, τα αθλητικά παπούτσια και τα παιχνίδια. Αυτό είναι πολύ πιθανό να επιφέρει σημαντικό πλήγμα στην καταναλωτική εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ, ενώ οι μειωμένες δαπάνες θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις και στον τομέα της μεταποίησης.
Η JPMorgan Chase προέβλεψε ότι οι αμερικανικοί δασμοί στην Κίνα ήδη κοστίζουν στο μέσο αμερικανικό νοικοκυριό 600 δολάρια το χρόνο. Το ποσό αυτό θα εκτοξευτεί στα 1.000 δολάρια το χρόνο, μόλις εφαρμοστούν οι δασμοί του Σεπτεμβρίου, αλλά και του επόμενου Οκτωβρίου, σύμφωνα πάντα με τις εκτιμήσεις της κορυφαίας τράπεζας.
Όπως τονίζει ο Μπέιβ, οι δασμοί που προβλέπεται να εφαρμοστούν τον επόμενο Δεκέμβριο είναι ιδιαιτέρως ριψοκίνδυνοι, καθώς αφορούν προϊόντα τα οποία είναι δύσκολο να βρουν και να εισάγουν οι αμερικανικές επιχειρήσεις από άλλες χώρες του κόσμου. Η Κίνα είναι η χώρα από την οποία προέρχεται το 80% αυτών των προϊόντων που εισάγονται από τις ΗΠΑ. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις δε θα μπορέσουν να προστατεύσουν τους καταναλωτές αλλάζοντας προμηθευτές και θα υποχρεωθούν να προχωρήσουν σε σημαντικές αυξήσεις των προϊόντων τους.