Τα πρώτα «θύματα» του εμπορικού πολέμου

Φώτο: Shutterstock

Αυξάνονται τα θύματα του «εμπορικού πολέμου» που έχει ξεσπάσει μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας και ξεκίνησε πριν από ένα περίπου χρόνο, όταν για πρώτη φορά ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε γνωστή την πρόθεσή του να αρχίσει να επιβάλει δασμούς στα κινεζικά προϊόντα σε μία προσπάθεια να μειώσει το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα της χώρας του έναντι του Ασιατικού γίγαντα.

Όπως μετέδωσε πριν από λίγη ώρα το πρακτορείο Reuters σε αποκλειστικό ρεπορτάζ του, η Foxconn έχει αρχίσει να διερευνά την πιθανότητα πώλησης του νέου εργοστασίου της στην Κίνα αξίας 8,8 δισ. δολαρίων. Το πρακτορείο αποδίδει το ρεπορτάζ σε αξιόπιστη πηγή, η οποία υποστηρίζει ότι ο λόγος είναι ότι μειώνεται η ζήτηση για τα προϊόντα της εταιρείας όσο εντείνεται ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Πεκίνου.

Η διοίκηση της Foxconn, που είναι επίσημα γνωστή ως Hon Hai Precision Industry, φέρεται σύμφωνα με το Reuters να βρίσκεται σε συζητήσεις με τράπεζες για την πώληση της μονάδας που φτιάχνει οθόνες, liquid crystal display (LCD), στη Νότια επαρχία της Κίνας, Γκουανγκζού.

Η Foxconn έχει κάνει τεράστιες επενδύσεις στην Κίνα και έχει στο πελατολόγιό της κολοσσιαίες αμερικανικές εταιρείες, όπως η Apple. Ωστόσο, προσπαθεί να επιπλεύσει από τον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ των δύο περιοχών, ενώ η πώληση αυτή – αν τελικά πραγματοποιηθεί – θα αποτελέσει μία από τις σημαντικότερες από-επενδύσεις που έχουν γίνει στην Κίνα.

Σύμφωνα με το Reuters, οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται ακόμα σε αρχικό στάδιο και η πώληση δε θα είναι καθόλου απλή υπόθεση δεδομένου ότι η ζήτηση για τις συγκεκριμένες οθόνες δεν είναι υψηλή αυτόν τον καιρό.

Η εταιρεία αρνήθηκε να σχολιάσει το δημοσίευμα, την ώρα που γίνονταν γνωστές όλο και περισσότερες λεπτομέρειες για τη διαμάχη που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο.

Χθες ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι από την 1η Σεπτεμβρίου θα τεθούν σε ισχύ νέοι δασμοί ύψους 10% σε κινεζικά προϊόντα αξίας 300 δισ. δολαρίων. Σήμερα, το Πεκίνο απάντησε ότι θα κάνει αντίποινα, αν η Ουάσιγκτον εφαρμόσει αυτή την απόφαση, ενώ ισχυρό πλήγμα έχουν δεχτεί οι αγορές σε ολόκληρο τον κόσμο.

ΣΧΕΤΙΚΑ