Η πιο καταστροφική απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ
Είναι αρκετά δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς μία συγκεκριμένη απόφαση του Αμερικανού Προέδρου με καταστροφικές συνέπειες για την εσωτερική, αλλά και τη διεθνή ασφάλεια.
Τα αποτελέσματα από την απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία με το Ιράν έχουν αρχίσει ήδη να γίνονται ορατά με τα προβλήματα στον Περσικό Κόλπο και το ίδιο ισχύει για τη στάση του Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στον Κιμ Γιονγκ Ουν, ο οποίος συνεχίζει να εκτοξεύει πυραύλους – έστω μικρότερου βεληνεκούς – και να απειλεί τη διεθνή κοινότητα, καθώς προχωρά κανονικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα. Στις απίθανες αποφάσεις του Τραμπ δε γίνεται να μη συμπεριλάβουμε τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα και, φυσικά, την απόσυρση από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα και τις δραματικές συνέπειες που έχει ήδη η κλιματική αλλαγή στη ζωή μας.
Όμως, σύμφωνα με αναλυτές του CNN, η πιο επικίνδυνη απόφαση του Πλανητάρχη, που θα έχει τις πιο καταστροφικές συνέπειες μακροπρόθεσμα, είναι η απόφασή του να αποσύρει τη χώρα από τη διεθνή συμφωνία για τον Έλεγχο των Πυρηνικών με τη Ρωσία. Η απόφαση αυτή θα τεθεί σε πλήρη ισχύ στις 2 Αυγούστου όταν και θα λήξει η εξάμηνη προειδοποίηση που δόθηκε στην Ουάσιγκτον. Το αποτέλεσμα; Πιθανότατα μία νέα κούρσα εξοπλισμών, ενίσχυση της ανασφάλειας παγκοσμίως και ώθηση προς όλο και περισσότερες χώρες να προσπαθήσουν να φτιάξουν πυρηνικά όπλα.
Την εν λόγω συμφωνία είχε διαπραγματευτεί ο Ρόναλντ Ρήγκαν με το Μιχαήλ Γκορμπατσόφ το 1986 και σύμφωνα με το CNN, τότε οι Ηνωμένες Πολιτείες διέθεταν πολύ καλύτερο και περισσότερο εξοπλισμό από τη Ρωσία. Αυτό δενισχύει σήμερα, τονίζει το αμερικανικό δίκτυο. Αυτή η συμφωνία των δύο υπερδυνάμεων δεν σταμάτησε κάποιες άλλες χώρες από το να αποκτήσουν έστω και αργότερα και αυτές πυρηνικά όπλα – όπως η Κίνα, η Ινδία, το Πακιστάν, το Ισραήλ και τελικά και η Βόρεια Κορέα.
Πριν από μερικούς μήνες, όμως, ο Τραμπ – με τη μάλλον περίεργη αίσθηση Ανατολής Δύσης, αλλά και της αμερικανικής υπεροχής – αποφάσισε ξαφνικά και τελείως αυθαίρετα να ανακοινώσει την πρόθεσή του να αποσύρει την Ουάσιγκτον από τη συμφωνία ελέγχου των πυρηνικών όπλων – την εμβληματική «INF Treaty». Από την πλευρά του, ο Βλαντιμίρ Πούτιν, άδραξε την ευκαιρία να κάνει το ίδιο, με τις δύο πλευρές να επιρρίπτουν η μία την ευθύνη στην άλλη. Μόνο που ο Τραμπ δε φαίνεται να γνωρίζει ότι η σημερινή Ρωσία είναι τελείως διαφορετική από τη Ρωσία του Γκορμπατσόφ.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, ο Πούτιν κατά την ετήσια ομιλία του περιέγραψε το όραμά του για τη χώρα του την ώρα που πίσω του έπαιζαν εικόνες νέας γενιάς υπερηχητικών πυραύλων με πυρηνικά, υποβρύχια ντρόουν και άλλα εξοπλιστικά προγράμματα που έχει αναπτύξει η Μόσχα. Και ο Πούτιν προειδοποιούσε ότι «οι ικανότητές τους θα είναι αντίστοιχες των απειλών που δέχεται η Ρωσία».
Με τον κομμουνισμό να έχει πεθάνει, η νέα Ρωσία που στηρίζεται από τις υψηλές τιμές του πετρελαίου γίνεται ένας πολύ σημαντικότερος εχθρός και μπορεί να απειλεί με μεγαλύτερη άνεση από τους προκατόχους του στο Κρεμλίνο. Οι ΗΠΑ αναπτύσσουν επίσης παρόμοια συστήματα, όμως Αμερικανοί ειδικοί προειδοποιούν ότι η Ουάσιγκτον βρίσκεται χρόνια πίσω σε κάποιους τομείς.
Και παρά τους κομπασμούς του Τραμπ και τα μεγάλα λόγια, η αλήθεια είναι ότι η Ουάσιγκτον βρίσκεται σε δύσκολη θέση και σε καμία περίπτωση δε διαθέτει την υπεροχή που είχε τα χρόνια μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Έτσι, η εξάλειψη των πυρηνικών όπλων ή έστω ο έλεγχος τους με βάση τη συμφωνία από την οποία αποσύρθηκε ο Τραμπ ήταν μία βολική κατάσταση για ολόκληρο τον πλανήτη. Παρότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν να ξοδεύουν τα περισσότερα χρήματα για εξοπλισμούς παγκοσμίως, η αλήθεια είναι ότι για χάρη της εθνικής, αλλά και της διεθνούς ασφάλειας, καλό θα ήταν να μην ξεκινήσει μετά τις 2 Αυγούστου μία εξοπλιστική κούρσα με απρόβλεπτες συνέπειες.