Οι Παλαιστίνιοι αρνούνται την αμερικανική βοήθεια
Δεκάδες κουτιά απούλητων μπισκότων είναι στοιβαγμένα σε μία τεράστια αποθήκη και η εταιρεία Sinokrot θα είχε ανάγκη την οικονομική ώθηση που οι Αμερικανοί θέλουν να προσφέρουν στους Παλαιστίνιους μέσω του οικονομικού μέρους του «ειρηνευτικού σχεδίου» της κυβέρνησης των ΗΠΑ που φέρει την σφραγίδα του γαμπρού του Ντόναλντ Τραμπ, του Τζάρεντ Κούσνερ. Αλλά όχι με οποιοδήποτε τίμημα.
«Τα χρήματα δεν είναι υποκατάστατο της αξιοπρέπειας του λαού μας ούτε της νομιμοποίησης της υπόθεσής μας», εξηγεί ο Μάζεν Σινοκρότ, διευθυντής της οικογενειακής επιχείρησης παραγωγής μπισκότων κοντά στην Ραμάλα της Δυτικής Οχθης, παλαιστινιακό έδαφος υπό ισραηλινή κατοχή εδώ και πενήντα χρόνια.
Αυτός ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Παλαιστινιακής Αρχής είναι προσκεκλημένος στην διάσκεψη της Μανάμα στο Μπαχρέιν που οργανώνεται αύριο και μεθαύριο από την κυβέρνηση Τραμπ και είναι το πρελούδιο μίας αμερικανικής πρωτοβουλίας που εκκρεμεί εδώ και μήνες και φιλοδοξεί να επιλύσει την παλαιστινο-ισραηλινή διένεξη. Ο Μάζεν Σινοκρότ έχει προσκληθεί, αλλά δεν θα συμμετάσχει και εξηγεί ότι δεν θα αισθανόταν άνετα. Δεν είναι ο μόνος.
Η διάσκεψη του Μπαχρέιν δεν προσκρούει μόνο στην απόρριψή της από την παλαιστινιακή πολιτική ηγεσία που θα την μποϊκοτάρει, με δεδομένη την αρνητική της στάση απέναντι σε μία αμερικανική κυβέρνηση που έχει λάβει σειρά φιλοϊσραηλινών αποφάσεων ανατρέποντας την γραμμή που τηρεί η αμερικανική διπλωματία εδώ και δεκαετίες, αλλά και στο γενικό μποϊκοτάρισμα εκ μέρους των παλαιστινίων επιχειρηματιών.
Οι Αμερικανοί θα προσπαθήσουν να πουλήσουν στο Μπαχρέιν την ιδέα τους για τις οικονομικές ευκαιρίες που μπορεί να δημιουργήσει για τους Παλαιστίνιους η προσέλκυση επενδύσεων ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε μία περίοδο δέκα ετών. Σύμφωνα με το σχέδιο της Ουάσινγκτον, η εφαρμογή του αμερικανικού σχεδίου οικονομικής ανάπτυξης θα οδηγούσε, έπειτα από δεκαετίες εχθροπραξιών και αποτυχημένων διπλωματικών πρωτοβουλιών, στην ειρήνη με τους Ισραηλινούς με βάση τους όρους που θα θέσει η Ουάσινγκτον.
Η αποκάλυψη το σαββατοκύριακο του οικονομικού μέρους του αμερικανικού σχεδίου, από όπου λείπουν οι προϋποθέσεις για την πολιτική διευθέτηση της διένεξης, συνάντησε την αντίθεση της παλαιστινιακής ηγεσίας.
«Εχουμε ανάγκη οικονομικής υποστήριξης, πόρων και βοήθειας, αλλά πριν απ΄ όλα χρειάζεται πολιτική λύση», δήλωσε ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς προβλέποντας ότι η διάσκεψη της Μανάμα είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
«Αρχίστε από την άρση του αποκλεισμού της Γάζας, από τον τερματισμό της αρπαγής της γης μας από το Ισραήλ, των πόρων μας και των χρημάτων μας, δώστε μας την ελευθερία κίνησης και τον έλεγχο των συνόρων μας, του εναέριου χώρου μας, των χωρικών μας υδάτων...και στην συνέχεια φροντίστε να στήσετε μία δυναμική και εύρωστη οικονομία για εμάς, ως ελεύθερο και κυρίαρχο λαό», δήλωσε η Χανάν Ασράουι, σύμβουλος του Μαχμούντ Αμπάς.
«Μη διαχειρίσιμη».
Ομως η οικονομική κατάσταση στην Δυτική Οχθη και πολύ περισσότερο στην Λωρίδα της Γάζας είναι ζοφερή. Τα δύο αυτά εδάφη θα αποτελέσουν την παλαιστινιακή επικράτεια σε ένα υποτιθέμενο μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με ό,τι απομένει από το διεθνές σχήμα αναφοράς για τη επίλυση της διένεξης.
Η λύση αυτή δεν έγινε ποτέ δεκτή από τη κυβέρνηση Τραμπ και σήμερα είναι υπονομευμένη περισσότερο παρά ποτέ.
Η Παγκόσμια Τράπεζα χαρακτήρισε τον Απρίλιο την κατάσταση «μη διαχειρίσιμη». Περισσότεροι από το 30% των Παλαιστινίων (52% στην Γάζα) είναι άνεργοι. Ενας Παλαιστίνιος στους τέσσερις έχει αγοραστική δύναμη μικρότερη των 5,5 δολαρίων ημερησίως.
Και η ένταση με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ επιδείνωσε τα πράγματα.
Η αμερικανική κυβέρνηση έκοψε περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια βοήθειας μετά το πάγωμα από τον Μαχμούντ Αμπάς των σχέσεων με την Ουάσινγκτον σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αναγνώριση από την Ουάσινγκτον της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ.
Το μπρα ντε φερ με το Ισραήλ έχει προσφάτα στερήσει την Παλαιστινιακή Αρχή από μηνιαία εισοδήματα δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων που προέρχονται από τους φόρους που εισπράττει το εβραϊκό κράτος για λογαριασμό τους και αντιπροσωπεύουν το 65% των εσόδων των Παλαιστινίων.
Στα πρόθυρα της στάσης πληρωμών, η Παλαιστινιακή Αρχή μείωσε κατά 50% τους μισθούς δεκάδων χιλιάδων υπαλλήλων και έλαβε οικονομικά περιοριστικά μέτρα για την Λωρίδα της Γάζας, επιδεινώνοντας περαιτέρω την κατάσταση των κατοίκων της.
Και αυτές οι πρόσφατες εξελίξεις απλώς προστίθενται στα χρόνια δεινά της παλαιστινιακής οικονομίας: ισραηλινός αποκλεισμός της Λωρίδας της Γάζας, περιορισμός κινήσεων λόγω της κατοχής, ισραηλινός έλεγχος επί των συνόρων, ενδοπαλαιστινιακές διαμάχες, διαφθορά μέτρια διακυβέρνηση, συνεχής κίνδυνος αποσταθεροποίησης...
«Απίστευτο οικονομικό δυναμικό»
Το Ισραήλ αμφισβητεί τις κατηγορίες ότι φέρει την ευθύνη της οικονομικής καθήλωσης και αναφέρεται στις 100.000 άδειες που έχουν εκδοθεί για την είσοδο Παλαιστινίων στο ισραηλινό έδαφος και στους εβραϊκούς οικισμούς για εργασία, καθώς και τα εκατοντάδες εκατομμύρια σεκέλ που επενδύονται για την διευκόλυνση της διέλευσης στα συνοριακά περάσματα.
Το Ισραήλ έχει τα πάντα να κερδίσει με την βελτίωση των συνθηκών ζωής των Παλαιστινίων, σύμφωνα με ισραηλινό αξιωματούχο.
Ομως, εδώ και έναν μήνα, η βιομηχανία Sinokrot δεν λειτουργεί πλέον παρά την μία από τις τρεις γραμμές παραγωγής. «Οι άνθρωποι που αγόραζαν τρία πακέτα την ημέρα, τώρα δεν αγοράζουν παρά ένα και ακόμη λιγότερο...», λέει η διευθύντρια παραγωγής της μονάδας.
Η διάσκεψη του Μπαχρέιν θέλει να σχεδιάσει ένα «μέλλον ευημερίας» για τους Παλαιστίνιους, διότι η ειρήνη με τους Ισραηλινούς «θα απελευθέρωνε απίστευτο οικονομικό δυναμικό», σύμφωνα με τον Τζέισον Γκρίνμπλατ, σύμβουλο του Ντόναλντ Τραμπ.
Για την παλαιστινιακή ηγεσία, στόχος της είναι να αγοράσει τη απάρνηση των πολιτικών διεκδικήσεων των Παλαιστινίων.
Η Μανάμα επιδιώκει να παρακάμψει την πολιτική διευθέτηση, λέει ο οικονομολόγος Νασρ Αμπντέλ Καρίμ. Πολλοί παλαιστίνιοι επιχειρηματίες έχουν στενές σχέσεις με το Ισραήλ, αλλά αισθάνονται ότι η συμμετοχή τους στην διάσκεψη θα τους κόστιζε ακριβά, διότι θα τους εξέθετε σε κατηγορίες για προδοσία.