Η Uber στο Χρηματιστήριο, θα αντλήσει έως 10 δισ. δολ.
Την απόφασή της να προχωρήσει σε δημόσια εγγραφή για την εισαγωγή των μετοχών της στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ανακοίνωσε η κορυφαία εταιρεία κλήσεων για μεταφορά, Uber, στην αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC), αλλά προειδοποιεί το επενδυτικό κοινό ότι, ενώ έχει μεγάλο αριθμό συνδρομητών (91 εκατομμύρια), η ανάπτυξή της έχει επιβραδυνθεί και ενδέχεται να μην καταφέρει ποτέ να περάσει σε κερδοφορία.
Στην αίτησή της, η Uber αναφέρεται ενδεικτικά σε άντληση από την αγορά 1 δισ. δολ., αλλά σύμφωνα με πληροφορίες που έχει δημοσιεύσει το Reuters το ποσό θα είναι πιθανότατα πολύ υψηλότερο, φθάνοντας τα 10 δισ. δολ. Η αποτίμηση του τεχνολογικού κολοσσού αναμένεται να διαμορφωθεί σε 90 - 100 δισ. δολ., χαμηλότερα από προηγούμενες εκτιμήσεις επενδυτικών τραπεζών, που την ανέβαζαν στα 120 δισ. δολ.
Στη γνωστοποίησή της στην SEC, η Uber αποκαλύπτει για πρώτη φορά τα οικονομικά της στοιχεία, τα οποία δείχνουν ότι είχε μεγάλη ανάπτυξη την τελευταία τριετία, αλλά απέχει αρκετά από την επίτευξη κερδοφορίας, ενώ ο ρυθμός αύξησης των συνδρομητών επιβραδύνεται.
Το 2018 εμφάνισε μεγάλες λειτουργικές ζημιές, που ξεπέρασαν τα 3 δισ. δολ., ενώ ο ρυθμός αύξησης των συνολικών συνδρομητών για την πλατφόρμα κλήσεων για μεταφορά, αλλά και για την παράδοση φαγητού (Uber Eats) ήταν 33,8%, αρκετά χαμηλότερος από την αύξηση κατά 51% στην προηγούμενη χρήση.
Οι ιδρυτές της Uber ανέπτυξαν την εφαρμογή, που δημιούργησε ένα νέο τρόπο μεταφοράς από οδηγούς χωρίς επαγγελματική άδεια ταξί, με αφορμή την εμπείρα που είχαν οι ίδιοι μια νύχτα που χιόνιζε και δεν κατάφεραν να βρουν ταξί. Η εταιρεία είναι κορυφαία στον κόσμο στις κλήσεις για μεταφορά και θα «εξαργυρώσει» την επιτυχία της με μια μεγάλη δημόσια εγγραφή για την είσοδο στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης.
Στο μεγάλο ερώτημα για κάθε νέα τεχνολογική εταιρεία που ετοιμάζεται να κάνει τα πρώτα βήματά της στο Χρηματιστήριο, δηλαδή αν και πότε θα εμφανίσει κερδοφορία, η διοίκηση της Uber απαντά ότι τα λειτουργικά της έξοδα θα αυξηθούν σημαντικά στο ορατό μέλλον και ότι «ενδέχεται να μην επιτύχει κερδοφορία».
Οι αριθμοί που αποκάλυψε η Uber για τους συνδρομητές της δείχνουν, πάντως, ότι είναι αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος στον κλάδο της, καθώς η ανταγωνίστρια Lyft Inc. έχει μόλις 18,6 εκατ. συνδρομητές. Τα έσοδα της Uber έφθασαν τα 11,3 δισ. δολ. το 2018 και ήταν αυξημένα κατά 42%, αλλά στην αμέσως προηγούμενη χρήση η αύξηση είχε φθάσει το 106%.
Σε κάθε περίπτωση, η δημόσια εγγραφή της Uber θα είναι μεγάλο χρηματιστηριακό γεγονός, αφού είναι η μεγαλύτερη μετά τη δημόσια εγγραφή της κινεζικής εταιρείας ηλεκτρονικού εμπορίου, Alibaba, που είχε αντλήσει 25 δισ. δολ.
Τα κορυφαία στελέχη της εταιρείας δεν θα δουν αμέσως τα δικαιώματα απόκτησης μετοχών που έχουν να ενεργοποιούνται, αφού για να γίνει αυτό θα πρέπει να φθάσει η χρηματιστηριακή αξία στα 120 δισ. δολ., έναντι του αρχικού εύρους αποτίμησης των 90 - 100 δισ. δολ.
Το βασικότερο ερώτημα για το μέλλον της Uber, που δεν έχει απαντηθεί πειστικά από την εταιρεία ως τώρα, είναι πώς θα αντιμετωπίσει τη μετάβαση στα αυτοοδηγούμενα οχήματα. Πέρυσι, η Uber προχώρησε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό με την Waymo, θυγατρική της Alphabet (Google), η οποία υποστήριζε ότι ένας από τους μηχανικούς της, που ανέλαβε τον τομέα αυτοοδηγούμενων οχημάτων της Uber, είχε κλέψει χιλιάδες απόρρητα έγγραφα από την Waymo.
Στην αίτησή της για δημόσια εγγραφή, η Uber αποκαλύπτει ότι μπορεί να χρειασθεί να πληρώνει δικαιώματα στην Waymo για την τεχνολογία αυτοοδηγούμενων οχημάτων, ή, αν την αναπτύξει μόνη της, θα αντιμετωπίσει πιθανή καθυστέρηση εισόδου στην αγορά. Εκπρόσωπος της Waymo δήλωσε ότι θα διασφαλίσει ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες της δεν χρησιμοποιούνται από την Uber.
Η Uber, πάντως, φαίνεται ότι έχει τα κρίσιμα μεγέθη που χρειάζονται για να καταφέρει κάποτε να περάσει σε κερδοφορία, καθώς είναι ο ισχυρότερος «παίκτης» του κλάδου της στις περισσότερες αγορές, όπου δραστηριοποιείται, με μερίδια αγοράς πάνω από 65% στις ΗΠΑ και τον Καναδά.
Ένα σημαντικό στοίχημα για την εταιρεία είναι να ξεπεράσει τον αντίκτυπο των σκανδάλων που έχουν πλήξει την φήμη της τα τελευταία χρόνια και έκαναν εκατοντάδες χιλιάδες συνδρομητές να την εγκαταλείψουν, όπως αποκαλύπτεται στο έγγραφό της προς την SEC. Μεταξύ άλλων, η εταιρεία κατηγορήθηκε για μαζική διαρροή στοιχείων καταναλωτών, που αποκρύφθηκε από τις εποπτικές αρχές και για χρήση παράνομου λογισμικού, ενώ υπήρξαν καταγγελίες για δωροδοκία ξένων αξιωματούχων.