Η ΕΕ στη μάχη κατά του οικονομικού εγκλήματος
Κατόπιν συνεχών αποκαλύψεων τα τελευταία πέντε χρόνια (LuxLeaks, Panama Papers, Football Leaks και Paradise Papers), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε τη σύσταση της ειδικής επιτροπής για το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή (TAX3), από την 1η Μαρτίου 2018.
Το νέο σχέδιο θα εγγυάται ένα πιο δίκαιο και αποτελεσματικό σύστημα φορολόγησης, καθώς και για την αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος.
Η μεταρρύθμιση πέρασε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με 505 ψήφους υπέρ, 63 κατά και 87 αποχές, με την προετοιμασία των προτάσεων που ψηφίστηκαν να έχει πραγματοποιηθεί από την Ειδική Επιτροπή για το Οικονομικό Έγκλημα, τη Φοροδιαφυγή και τη Φοροαποφυγή (TAX3).
Οι συστάσεις της επιτροπής καλύπτουν σειρά ζητημάτων, από την αναθεώρηση του συστήματος αντιμετώπισης του οικονομικού εγκλήματος, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής (κυρίως μέσω της ουσιαστικής βελτίωσης της συνεργασίας σε όλους τους τομείς μεταξύ των πολυάριθμων εμπλεκόμενων αρχών) μέχρι τη σύσταση νέων οργάνων σε επίπεδο ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο.
Μέσα από την μακρά λίστα των ευρημάτων και συστάσεων καλείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ξεκινήσει να ετοιμάζει άμεσα πρόταση για μια ευρωπαϊκή οικονομική αστυνομία και μια μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών της ΕΕ, ενώ συστήνεται και η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού εποπτικού μηχανισμού εναντίον του «ξεπλύματος χρήματος».
Παράλληλα παροτρύνεται η δημιουργία ενός παγκόσμιου φορολογικού οργάνου στο πλαίσιο του ΟΗΕ ενώ κατατέθηκαν και προτάσεις για την προστασία μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος και ερευνητών δημοσιογράφων οι οποίοι θα πρέπει να προστατεύονται, καθώς και τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού ταμείου για την αρωγή των ερευνητών δημοσιογράφων.
Όπως σημειώνεται υπάρχει έντονη ανησυχία για τη γενικότερη έλλειψη πολιτικής βούλησης από τα κράτη μέλη στο Συμβούλιο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής και του οικονομικού εγκλήματος. Επιπλέον έχει διαπιστωθεί πως επτά χώρες της ΕΕ (Βέλγιο, Κύπρος, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Μάλτα και Ολλανδία) παρουσιάζουν χαρακτηριστικά «φορολογικών παραδείσων» και διευκολύνουν επιθετικές πρακτικές φορολογικού σχεδιασμού.
Επιπλέον ένα από τα ευρήματα που απασχολούν και την Ελλάδα είναι η ανησυχία που καταγράφεται για τα προγράμματα «χρυσής βίζας» και διαβατηρίων για επενδυτές, τα οποία πρέπει να καταργηθούν σταδιακά, με ειδική αναφορά στα προγράμματα της Μάλτας και της Κύπρου λόγω των αδύναμων μηχανισμών δέουσας επιμέλειάς τους.
Τέλος υπήρξε και η διαπίστωση ότι τα εμπορικά συστήματα αρμπιτράζ μερισμάτων («CumEx») μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με πολυμερείς, αντί για διμερείς, φορολογικές συμβάσεις.
Ο πρόεδρος της επιτροπής ΤΑΧ3, Petr Ježek (Φιλελεύθεροι, Τσεχία), δήλωσε: «Τα κράτη μέλη δεν προσπαθούν αρκετά και σε επίπεδο ΕΕ το Συμβούλιο είναι ξεκάθαρο ο πιο αδύναμος κρίκος. Χωρίς πολιτική βούληση δε μπορεί να υπάρξει πρόοδος. Οι Ευρωπαίοι δικαιούνται καλύτερηαντιμετώπιση από αυτή».
Ο Τσέχος συνεισηγητής Luděk Niedermayer μέλος του ΕΛΚ, είπε:: «Πρέπει να ληφθούν μέτρα σχετικά με την αυξανόμενη διασύνδεση των οικονομιών μας καθώς και με την ψηφιοποίησή τους, καθώς αυτά τα φαινόμενα επηρεάζουν τη φορολογία. Θα πρέπει ωστόσο πολλοί τομείς αρμοδιότητας για τη φορολογία να παραμείνουν στη δικαιοδοσία των κρατών μελών, ενώ οι συνεπείς φορολογούμενοι δε γίνεται να αντιμετωπίζουν περισσότερα γραφειοκρατικά εμπόδια».
Ο συνεισηγητής Jeppe Kofod των Σοσιαλιστών από την Δανία, δήλωσε: «Αυτή η έκθεση είναι το αποτέλεσμα της πιο ενδελεχούς δουλειάς που έχει κάνει ποτέ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον φορά τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή. Εντός της ευρωπαϊκής αγοράς χρειαζόμαστε ένα ελάχιστο επίπεδο εταιρικής φορολόγησης, το τέλος του φορολογικού ανταγωνισμού και περισσότερα εμπόδια για την εισροή ‘βρώμικου χρήματος’».