Η κρίση μέσα από τον... καθρέφτη της οικονομίας

Economista
ECONOMISTA
Η κρίση μέσα από τον... καθρέφτη της οικονομίας
Φώτο: Shutterstock

Την κατάρρευση της οικονομίας και κατ’ επέκταση της χώρας, αποτυπώνει η πορεία της κεφαλαιοποίησης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, δηλαδή της χρηματιστηριακής αξίας των εισηγμένων επιχειρήσεων, επιβεβαιώνοντας την φράση ότι το χρηματιστήριο είναι ο καθρέφτης της οικονομίας.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου Αθηνών, την τελευταία δεκαετία η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά έχει χάσει περίπου 150 δις. ευρώ σε αξία κεφαλαιοποίησης, πτώση που οφείλεται τόσο στην μεγάλη πτώση των τιμών των μετοχών, λόγω της κρίσης, όσο και στην αποχώρηση από το Χρηματιστήριο πολλών επιχειρήσεων.

Η χρηματιστηριακή αγορά αποτυπώνει με ακρίβεια την πορεία της οικονομίας. Μετά από μια σημαντική πτώση στην διετία 2001 – 2002, σε συνέχεια της κατάρρευσης του 1999, η ελληνική αγορά ακολούθησε μια έντονα ανοδική πορεία με την χρηματιστηριακή αξία από το επίπεδο των 65,7 δις. ευρώ το 2002 να υπερδιπλασιάζεται στα 123 δις. ευρώ το 2005 και να ακολουθεί περαιτέρω αλματώδης πορεία με την κεφαλαιοποίηση της αγοράς το 2007 να φτάνει τα επίπεδα των 200 δις. ευρώ! Η εκτόξευση των τιμών των μετοχών ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της μεγάλης ανάπτυξης του τραπεζικού κλάδου: η απελευθέρωση της τραπεζικής αγοράς οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση των δανειοδοτήσεων, με αιχμή τα νοικοκυριά, και σε κατακόρυφη αύξηση των εσόδων και κερδών των τραπεζών.

Στο τέλος του 2007 η χρηματιστηριακή αξία των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών, Εθνική Τράπεζα, Alpha Bank, Eurobank και Τράπεζα Πειραιώς προσέγγισε τα 55 δισ. ευρώ ενώ η συνολική κεφαλαιοποίηση του τραπεζικού κλάδου είχε διαμορφωθεί στα 81,4 δις. ευρώ.

Αρχή του τέλους

Το 2007 σηματοδότησε ωστόσο και το βίαιο τέλος της κατακόρυφης ανόδου των χρηματιστηριακών τιμών της δεκαετία του 2000. Με αφορμή τη χρηματοπιστωτική κρίση στις ΗΠΑ, που λίγο έλλειψε να θέσει την μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου σε κατάρρευση, οι μετοχές σημείωσαν μεγάλες απώλειες. Το 2008 η ελληνική αγορά έχασε το ήμισυ της αξίας της και περιορίστηκε στα 68,3 δις. ευρώ ενώ η ανοδική αντίδραση του 2009 (83,7 δις. ευρώ) αποδείχθηκε εφήμερη καθώς η Ελλάδα παρασύρθηκε από την δίνη της μεγάλης κρίσης.

Η σταδιακή αποκάλυψη του δημοσιονομικού εκτροχιασμού στις αρχές του 2010 που οδήγησε σε αδιέξοδο και το πρώτο μνημόνιο οδήγησε την αξία της κεφαλαιοποίησης στα 54,1 δις. ευρώ ενώ το 2011, με την Ελλάδα να βρίσκεται σε τροχιά περιδίνησης και πολλοί να θεωρούν αναπόδραστη μια άτακτη χρεοκοπία και την έξοδο της χώρας από το ευρώ, η χρηματιστηριακή αξία υποχώρησε στα 26,9 δις. ευρώ, το χαμηλότερο επίπεδο από το ξέσπασμα της κρίσης.

Η ανάκαμψη του 2013 και η βύθιση του 2015

Από το 2012, με τον σχηματισμό της κυβέρνησης Σαμαρά μετά από ένα δραματικό πρώτο εξάμηνο, η κατάσταση στην οικονομία άρχισε να σταθεροποιείται κάτι που αποτυπώθηκε στο Χρηματιστήριο Αθηνών με την κεφαλαιοποίηση να ανακάμπτει στα 33,9 δις.. Το 2013 η κεφαλαιοποίηση ενισχύθηκε περαιτέρω και ανήλθε στα 66,6 δις. ευρώ ανάκαμψη που δεν είχε διάρκεια καθώς η πολιτική αστάθεια μετά το δεύτερο εξάμηνο του 2014 και η πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά με αφορμή την προεδρική εκλογή οδήγησε σε νέα μεγάλη πτώση στην αγορά η οποία συνεχίστηκε και το 2015 με την ηρωική διαπραγμάτευση που κατέληξε στο κλείσιμο των τραπεζών, capital contols, εκμηδενισμό της αξίας των τραπεζικών μετοχών και ένα νέο μνημόνιο.

Το 2017 υπήρξε ουσιαστική ανάκαμψη με την χρηματιστηριακή αξία να φτάνει τα 54,2 δις. ευρώ (από 45,2 δις. ευρώ το 2016) η οποία ωστόσο δεν είχε συνέχεια το 2018 λόγω της διάχυτης ανησυχίας για την κατάσταση των τραπεζών και τον κίνδυνο νέας ανακεφαλαιοποίησης.

Προσδοκίες για το 2019

Η εφετινή χρονιά φαίνεται ότι ξεκινά καλύτερα για την χρηματιστηριακή αγορά και ειδικά για τις τράπεζες. Μετά από το αρνητικό ξεκίνημα του Ιανουαρίου, τις τελευταίες εβδομάδες η κατάσταση έχει εξομαλυνθεί και οι τραπεζικές μετοχές έχουν ανακάμψει λόγω των προσδοκιών επίλυσης του μεγάλου προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Για πρώτη φορά, μέσω των σχεδίων της Τράπεζας της Ελλάδος και του ΤΧΣ, υπάρχουν στο τραπέζι μη συμβατικές λύσεις που μπορεί να οδηγήσουν στην δυναμική αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων, επιτρέποντας στις τράπεζες να επανέλθουν σε κατάσταση κανονικότητας.

ΣΧΕΤΙΚΑ